Η κυβέρνηση με τις παλινωδίες της στο προσφυγικό, κατάφερε να φέρει απέναντί της, όχι μόνο τους ακραίους, άλλα και τους νουνεχείς πολίτες των ακριτικών νησιών μας. Επίσης πέτυχε να βγάλει εκτός κάδρου τα όσα ανήκουστα και πρωτάκουστα καταγγέλλονται για τις παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη επί δυναστείας ΣΥΡΙΖΑ.
Του Τάσου Παπαδόπουλου
Μετά το ξύλο, τις μολότοφ, τα χημικά, τις εισβολές σε ξενοδοχεία και τα σπασίματα αυτοκινήτων διαδηλωτών, εδέησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης να ασχοληθεί με το μεγάλο αυτό θέμα, που τείνει να τινάξει στον αέρα την συνοχή της κοινωνίας, που έχει ανάγκη η χώρα στην προσπάθειά της να βγει από την δεκαετή μαύρη τρύπα.
Και να σκεφθεί κανείς ότι στο προσφυγικό έρχονται τα χειρότερα. Ήδη οι πολεμικές επιχειρήσεις στην Ιντλίμπ ανάμεσα στη Ρωσία που υποστηρίζει τον Άσαντ και τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, που έχουν εισβάλει στην περιοχή, είχαν σαν αποτέλεσμα τουλάχιστον 33 νέα φέρετρα να σταλούν στον Ερντογάν.
Οι Τούρκοι με αφορμή αυτό το γεγονός μετατοπίζουν το παιχνίδι προς την Ευρώπη και δηλώνουν επίσημα πλέον, ότι ανοίγουν τα σύνορα για την μαζική έξοδο προσφύγων προς την Ελλάδα από την θάλασσα και την στεριά.
Η απειλή αφορά ένα εκατομμύριο πρόσφυγες από την από την περιοχή του Ιντλίμπ, που ετοιμάζεται να στείλει πεσκέσι η Τουρκία, μέσω Ελλάδος, στους Ευρωπαίους. Κι επειδή οι Ευρωπαίοι της αλληλεγγύης κωφεύουν στις εκκλήσεις της Ελλάδας, για αναλογική κατανομή των προσφυγικών βαρών προς τις χώρες της Ε.Ε., έχοντας σφραγίσει τα σύνορα και τις διόδους, βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα ότι αναμένεται ένα νέο πολλαπλάσιο κύμα προς τα νησιά και τον Έβρο.
Η αδυναμία διαχείρισης των 75.000 μεταναστών-προσφύγων μέχρι τις αρχές
του 2019, που παραμένουν στη χώρα μας, περιμένοντας να τελεσιδικήσει το αίτημα τους για άσυλο, και των άλλων τόσων που κατέφθασαν μέχρι σήμερα, δημιουργεί εύλογα ερωτήματα για τον τρόπο με τον οποίο θα κινηθεί η κυβέρνηση, προκειμένου να αποτρέψει αφενός νέες ροές και αφετέρου τον τρόπο με τον οποίο θα δράσει στις αυξημένες σημαντικά τις επιστροφές.
Μια παράμετρος που δεν έχει εξετασθεί σοβαρά, είναι αυτή της επιστροφής στην Τουρκία, προσφύγων από την Συρία, μια και με βάση τη συμφωνία της Άγκυρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, δίνεται η δυνατότητα στην Ελλάδα να τους στείλει πίσω και από εκεί να διοχετεύονται οι αιτούντες άσυλο απευθείας προς την Ευρώπη.
Γίνεται φανερό ότι η Ελληνική Πολιτεία δεν έχει εξαντλήσει τις δυνατότητες, που τις παρέχει η υπάρχουσα συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας, προκειμένου να μην συσσωρεύονται στα ακριτικά νησιά πρόσφυγες και μετανάστες δημιουργώντας τραγικά αδιέξοδα για τους κατοίκους της Μυτιλήνης, της Χίου και της Σάμου.
Αντί να αφήνουν τις κάθε λογής ύποπτες ΜΚΟ να αλωνίζουν την χώρα, θα έπρεπε η Ελλάδα να κινηθεί οργανωμένα και προς την Ευρώπη και προς τον ΟΗΕ, που κατά τα άλλα παριστάνει τον ανεύθυνο τροχονόμο, φτιάχνοντας κανονισμούς και ρήτρες συμπεριφοράς, που τηρούν ελάχιστοι, προκειμένου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα.
Το πρόβλημα της διαχείρισης των ροών αυτών είναι τελείως διαφορετικό και κακώς το συνδέουν κάποιοι με τις αθρόες ροές από την Αλβανία πριν από τριάντα χρόνια.
Οι Αλβανοί ενσωματώθηκαν, ήδη και τα παιδιά τους σπουδάζουν στα ελληνικά πανεπιστήμια.
Οι προερχόμενοι από την Ασία και την Αφρική λόγω θρησκείας και τρόπου ζωής, δεν έχουν διάθεση να ενσωματωθούν στον Ευρωπαϊκό τρόπο ζωής και με αυτή την έννοια είναι δύσκολα να ενταχθούν στις τοπικές κοινωνίες.
Βεβαίως ο Σύριζα λόγω ιδεολογίας αρνείται να δει το πρόβλημα και με βάση τις γενικές θέσεις του περί αλληλεγγύης, άφησε το όλο θέμα να πάρει τις σημερινές εκρηκτικές διαστάσεις χαρακτηρίζοντας πρόσφυγες ανθρώπους που δεν προέρχονται από εμπόλεμες ή ευάλωτες ομάδες πρόσωπα, που δήλωναν μετά από σχετική καθοδήγηση, ότι έχουν υποστεί τραυματικό σοκ.
Να μην ξεχνάμε επίσης το πως χειρίστηκε και η Νέα Δημοκρατία το θέμα. Τα μεγάλα λόγια ότι θα φράξουν τον δρόμο στις ροές, αποδείχθηκαν κούφια, ενώ η έλλειψη στρατηγικής, φάνηκε με την κατάργηση του υπουργείου Μεταναστευτική Πολιτικής και της εν συνεχεία επανίδρυσής του, αφού ενδιάμεσα πέρασαν μέρος των αρμοδιοτήτων στον υφυπουργό Άμυνας.
Με δεδομένες τις ευθύνες στην όλη διαχείριση του θέματος και από τα δύο κόμματα, που άσκησαν και ασκούν την εξουσία τα τελευταία πέντε χρόνια, είναι καιρός να συμφωνήσουν και να ομονοήσουν και να μην επιδιώκουν να πετύχουν πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη και να χαράξουν μια κοινή γραμμή, πλεύσης μπας και δούνε οι κάτοικοι νησιών και ενδοχώρας άσπρη μέρα.
Να δουν κατάματα τα λάθη τους, να πάψουν να πετροβολούν ο ένας τον άλλο και να χρησιμοποιήσουν την συσσωρευμένη εμπειρία τους, για να λύσουν το πρόβλημα, προκειμένου να ανακουφίσουν τις δοκιμαζόμενες τοπικές κοινωνίες…