Η κυβέρνηση αναζητά «ανάχωμα» στις μεγάλες φορολογικές επιβαρύνσεις που θα προκύψουν για μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες από την περικοπή του αφορολογήτου.
Στις διαβουλεύσεις με τους δανειστές, η Αθήνα επιδιώκει η μείωση του αφορολόγητου ορίου να συνοδευτεί με μείωση του πρώτου συντελεστή 22% της φορολογικής κλίμακας στη ζώνη του 20%.
Το «ψαλίδισμα» του συντελεστή θα περιορίσει τις απώλειες στους έχοντες χαμηλά εισοδήματα έως 20.000 ευρώ με τις οποίες θα βρεθούν ξαφνικά αντιμέτωποι από το 2019.
Σύμφωνα με την Ημερησία, το «παζάρι» για τους συντελεστές φορολόγησης των φυσικών προσώπων συνεχίζεται, ενώ φαίνεται πως βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο οι συζητήσεις για τη μείωση του συντελεστή φορολογίας στις επιχειρήσεις από 29% περίπου στο 26%, μέτρο που αποτελεί πάγιο αίτημα κυρίως του ΔΝΤ για να τονωθεί η ανάπτυξη, η επένδυση και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στην επίσημη οικονομία.
Αυτό που επιχειρεί να περάσει τώρα, η ελληνική πλευρά είναι η μείωση του πρώτου συντελεστή της φορολογικής κλίμακας, που σήμερα είναι 22%, έτσι ώστε να περιοριστούν οι απώλειες στα πολύ χαμηλά εισοδήματα, ενώ το ΔΝΤ έχει ζητήσει μείωση και των συντελεστών για τα υψηλά εισοδήματα που φθάνουν το 45%.
Παράδειγμα
Με μείωση του συντελεστή στο 20%, οι επιβαρύνσεις περιορίζονται. Για παράδειγμα αν το αφορολόγητο προσγειωθεί στις 5.900 ευρώ από 8.636 ευρώ που είναι σήμερα ένας μισθωτός χωρίς παιδιά με αποδοχές 500 ευρώ τον μήνα, ενώ μέχρι τώρα είναι αφορολόγητος, θα κληθεί να πληρώσει φόρο 242 ευρώ, με βάση την ισχύουσα κλίμακα και πρώτο συντελεστή 22%.
Αν ο συντελεστής μειωθεί στο 20% τότε ο φόρος που θα προκύψει περιορίζεται στα 103 ευρώ.
Στην περίπτωση που το αφορολόγητο όριο διαμορφωθεί χαμηλότερα στις 5.600 ευρώ και παραμείνει ο συντελεστής στο 22% τότε η επιβάρυνση για το συγκεκριμένο μισθωτό εκτοξεύεται στα 308 ευρώ. Αν όμως μειωθεί ο πρώτος συντελεστής στο 20% τότε ο φόρος για τον μισθωτό περιορίζεται στα 162 ευρώ.
«Κλειδί» για τις νέες επιβαρύνσεις που θα προκύψουν στα μικρομεσαία εισοδήματα, είναι το αν η έκπτωση φόρου θα οδηγεί σε έμμεσο αφορολόγητο θα συνεχίσει να «σβήνει» από τις 20.000 ευρώ και πάνω ή θα τεθεί ο πήχυς πιο χαμηλά.
Με βάση τις ισχύουσες διατάξεις, η έκπτωση φόρου των 1.900 ευρώ (φορολογούμενοι χωρίς παιδιά) αρχίζει να μειώνεται από τις 20.000 ευρώ εισοδήματος και πάνω, με ρυθμό 10 ευρώ για κάθε 1.000 ευρώ επιπλέον εισοδήματος.
Όσον αφορά, δε, στο ενδεχόμενο μείωσης των υπολοίπων συντελεστών της φορολογικής κλίμακας, αυτοί βρίσκονται μεν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους Θεσμούς μαζί με τους αντίστοιχους της έκτακτης εισφοράς, αλλά όπως επισημαίνουν κυβερνητικές πηγές, αυτή η συζήτηση σχετίζεται με το πακέτο των αντίμετρων που παραμένει ακόμη ανοιχτό και βρίσκεται στο τραπέζι των συζητήσεων.
Νέα επιβάρυνση
Σε όλα τα παραπάνω αναμένεται να προστεθεί και η επιπλέον επιβάρυνση που θα προκύψει από την κατάργηση της έκπτωσης 1,5% λόγω μηνιαίας παρακράτησης φόρου που ισχύει σήμερα σε μισθούς και συντάξεις.
Με βάση τα εισοδήματα του 2014, έτος κατά το οποίο εφαρμόστηκε για πρώτη φορά η έκπτωση φόρου των 2.100 ευρώ, η οποία μειώθηκε τον περασμένο Μάιο, φόρο εισοδήματος πλήρωσε το 46,9% των νοικοκυριών.
Μετά τη μείωση της φορολογικής έκπτωσης στα 1.900 ευρώ για όσους δεν έχουν παιδιά το ποσοστό των μισθωτών και των συνταξιούχων που εκτιμάται ότι θα πληρώσουν φόρο, αναμένεται να αυξηθεί από το 46,9% στο 50,9%. Αν στο δείγμα προστεθούν και οι αγρότες αλλά και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, τότε εκτιμάται ότι φόρο θα πληρώνει το 63% των φορολογουμένων.