Αν τα σημεία των καιρών προσφέρονται για την πολιτικοοικονομική ανάλυση καταστάσεων και αν ταυτόχρονα η ουσία κρύβεται στα ψιλά γράμματα, ένα είναι σίγουρο: βαδίζουμε αργά και σταθερά στο μεγαλύτερο οικονομικό μαρασμό μετά τη μεταπολίτευση.
Του Γιώργου Σιμόπουλου
Λίγο πριν το Πάσχα και ενώ στην κοινωνία επικρατούσε ένα πλασματικό κλίμα ευφορίας κυρίως λόγω του Πάσχα, η Ηλεκτρονική Αθηνών κήρυσσε πτώχευση επικαλούμενη την οικονομική ασφυξία λόγω capital controls και το αρνητικό οικονομικό κλίμα. Αυτή είναι η καθαρά στείρα δημοσιογραφική προσέγγιση μία είδησης.
Η ουσία είναι όμως πως η μεγαλύτερη Ελληνική αλυσίδα ηλεκτρικών ειδών, με πάνω από 40 σημεία πώλησης, έκλεινε μετά από 66 χρόνια λειτουργίας.
Δύο μήνες αργότερα μία άλλη ελληνική εταιρεία, η Μαρινόπουλος Α.Ε., ανακοίνωνε την υπαγωγή της στον πτωχευτικό κώδικα, με τις φήμες περί οριστικού λουκέτου να οργιάζουν.Αυτή είναι μία ακόμη στείρα δημοσιογραφική προσέγγιση μίας ακόμη οικονομικής είδησης.
Η ουσία ωστόσο δεν είναι άλλη από τον κίνδυνο κατάρρευσης μίας από τις μεγαλύτερες Ελληνικές εταιρείες με σημαντικό κύκλο εργασιών, αλλά και έκθεση σε αγορά, δημόσιο και τράπεζες, σε διάστημα μικρότερο των δύο μηνών από την προηγούμενη.
Ο τονισμός της «Ελληνικότητας» των εταιρειών δεν αφορά κάποια εθνικοπατριωτική ιδεοληψία, αλλά την ουσία που κρύβεται πάντα στα ψιλά γράμματα. Η κεφαλαιώδης σημειολογία των δύο αυτών καταρρεύσεων είναι ικανή να καταδείξει ακόμη και στον πλέον αδαή ότι το απόλυτο μηδέν στο οποίο περιέρχεται η χώρα, είναι αυτό που ζούμε.
Κι αυτό γιατί δε μιλάμε για δύο ακόμη εταιρείες από τις δεκάδες που προστίθενται καθημερινά στον ατελείωτο κατάλογο των πτωχευμένων, αλλά για δύο ορόσημα της εγχώριας επιχειρηματικής σκηνής.
Τα παραπάνω είναι αποτελέσματα μίας σειράς συνεχόμενων παλινωδιών σε βάρος της επιχειρηματικότητας, η οποία συν τοις άλλοις, αντιμέτωπη με των περιορισμό κίνησης κεφαλαίων, φυτοζωεί, στεγνή από στοιχειώδη πρόσβαση σε ρευστότητα, ανάγοντας τους ξένους παίκτες σε απόλυτους κυρίαρχους.
Ο σταδιακός αφελληνισμός του εγχώριου επιχειρηματικού σκηνικού, αλλάζει κατά πρωτόγνωρο τρόπο το οικονομικό τοπίο στην Ελλάδα, με σαφείς κοινωνικές προεκτάσεις, καθώς οι εγχώριοι επιχειρηματίες – στην πλειονότητά τους- αποτελούσαν διαχρονικά τον ακρογωνιαίο λίθο της διατήρησης της ισορροπίας στην αγορά, ενισχύοντας την και συχνά αφήνοντας την υπεραξία τους εντός συνόρων.
Οι προσπάθειες που γίνονται για τη διάσωση ελληνικών εταιρειών μέσω συνεργιών, αποπροσανατολίζουν την κοινή γνώμη από την πραγματική ρίζα του προβλήματος, καθώς εστιάζουν -δικαιολογημένα- στην επιζητούμενη ανακούφιση μέσω της διάσωσης. Τα «σημεία των καιρών» υποδεικνύουν βέβαια την ουσία που συνίσταται σε δύο ερωτήματα:
1. Τι πραγματικά συνέβη και κατέρρευσαν δύο τέτοιες εταιρείες σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα;
2. Υπάρχει πλάνο έστω και για μικρές παρεμβάσεις στοιχειώδους υποβοήθησης της επιχειρηματικότητας;
Οι καπιταλιστικές οικονομίες έχουν ως βάση εξέλιξής τους και τον εσωτερικό υψηλό ανταγωνισμό, ο οποίος όμως για να επιτευχθεί επωφελώς προς όλους, έχει ανάγκη και τη συμμετοχή όλων ανεξαιρέτως.