Βασική πλευρά του «αφηγήματος» της κυβέρνησης, στο δρόμο για τις εκλογές της επόμενης χρονιάς, είναι η προσπάθεια να παρουσιαστεί μια θετική εικόνα της οικονομίας και των προοπτικών της, αναφέρει το in.gr.
Αυτή η θετική εικόνα στηρίζεται, σύμφωνα με τους εκπροσώπους της κυβέρνησης στα ακόλουθα δεδομένα:
Το τέλος των μνημονίων επιτρέπει στην κυβέρνηση να ανακτήσει τα αναγκαία εργαλεία άσκησης οικονομικής πολιτικής, εφόσον πλέον καλείται απλώς να τηρεί τους δημοσιονομικούς στόχους και μόνο χωρίς να χρειάζεται να προσαρμόσει παραπάνω την πολιτική της. Η οικονομία έχει μπει σε τροχιά ανάπτυξης και αυτό θα επιτρέψει και πολιτικές κοινωνικής αναδιανομής.
Η ανεργία υποχωρεί με γοργούς ρυθμούς. Η κυβέρνηση επαναφέρει τις συλλογικές συμβάσεις, έτσι ώστε όχι μόνο να κατοχυρωθούν τα δικαιώματα των εργαζομένων, αλλά και να υπάρξουν και αυξήσεις ξεκινώντας από την αύξηση του κατώτατου μισθού και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού. Η κυβέρνηση επειδή έχει υπερπλεονάσματα μεγάλα και σε σταθερή βάση θα εξασφαλίσει να μην γίνει η μείωση των συντάξεων από 1/1/2019
Μόνο που τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά:
Fake news #1 Η ελεύθερη επιλογή μέτρων πολιτικής
Όπως έχει γραφτεί πολλές φορές, η χώρα βγαίνει από τα μνημόνια, αλλά δεν βγαίνει από την επιτροπεία. Αντίθετα, θα παραμείνει υπό καθεστώς «ενισχυμένης επιτήρησης» για αρκετό διάστημα και μετά θα περάσει στους μηχανισμούς εποπτείας των εθνικών οικονομιών που ούτως ή άλλως περιλαμβάνει η ευρωπαϊκή «κανονικότητα».
Αυτό σημαίνει στην πραγματικότητα διαρκή αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας που δεν θα περιορίζεται μόνο στην τήρηση των δημοσιονομικών στόχων αλλά και στα μέσα άσκησης πολιτικής.
Οι «θεσμοί» έχουν καταστήσει σαφές σε όλους τους τόνους ότι δεν θέλουν να δουν «μεταρρυθμίσεις» να ακυρώνονται και ότι περιμένουν μια σειρά από προγραμματισμένα μέτρα να υλοποιηθούν κανονικά, ξεκινώντας από την πιστή τήρηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και την πραγματική εκκίνηση επενδύσεων όπως αυτή στο Ελληνικό.
Επομένως, τα όρια άσκησης πολιτικής είναι συγκεκριμένα. Οι θεσμοί θα πιέζουν με κάθε τρόπο για πολιτικές λιτότητας, ιδιωτικοποιήσεων και μεταρρυθμίσεις που να δίνουν ακόμη μεγαλύτερο χώρο στην επιχειρηματικότητα, αποτρέποντας ταυτόχρονα την κυβέρνηση από πολιτικές αναδιανομής ή «παροχές».
Fake news #2: Η οικονομία μπήκε για τα καλά στην ανάπτυξη
Η πραγματικότητα είναι ότι η ελληνική οικονομία από το 2017 δεν είναι σε ύφεση στην οποία ήταν από το 2008 με μια μικρή ανάκαμψη το 2014. Αυτό, όμως, δεν ισοδυναμεί με ανάπτυξη, εάν θέλουμε να μιλάμε για πραγματική έξοδο από την κρίση. Η ανάπτυξη κινήθηκε στο 2,5% το πρώτο τρίμηνο του 2018, όμως έπεσε στο 1,8% για το δεύτερο τρίμηνο. Στην καλύτερη των περιπτώσεων μπορούμε να μιλάμε για μια αναιμική ανάκαμψη, αναμενόμενη για μια οικονομία που άγγιξε το κατώτατο επίπεδο της δυναμικής της, όχι όμως για μια στιβαρή και βιώσιμη ανάπτυξη.
Όλοι οι οικονομολόγοι αναφέρουν ότι χωρίς ρυθμούς ανάπτυξης που να υπερβαίνουν το 3% ή ακόμη και το 4%, δεν θα μπορέσουμε να έχουμε αντιστροφή της σημερινής κατάστασης και η χώρα θα βρεθεί εγκλωβισμένη σε μια οικονομική στασιμότητα, όπου δεν θα επιδεινώνεται η κατάσταση αλλά και δεν θα βελτιώνεται ουσιαστικά.
Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και εν μέσω ονομαστικής ανάπτυξης η ελληνική οικονομία παρουσιάζει υποχώρηση της παραγωγικότητας (που είναι μία από τις πιο καθοριστικές παραμέτρους της ανταγωνιστικότητάς της) επειδή η όποια αύξηση της απασχόλησης είναι κυρίως σε κλάδους έντασης εργασίας και όχι έντασης κεφαλαίου και υψηλής παραγωγικότητας.
Ούτε εμπνέει αισιοδοξία η στασιμότητα ως προς τις πραγματικές επενδύσεις.
Είναι επίσης σαφές ότι τόσο αναιμικοί ρυθμοί ανάπτυξης που δεν έχουν χαρακτηριστικά ενδογενούς δυναμικής, δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα διατηρηθούν εάν επιδεινωθεί η διεθνής οικονομική συγκυρία.
Fakenews#3 Επιστρέφουμε στις αγορές
Υποτίθεται ότι ένας από τους λόγους που συνάψαμε τις δανειακές συμβάσεις, τις οποίες συνόδευαν τα Μνημόνια, ήταν γιατί είχαμε μια κρίση χρέους και τα επιτόκια δανεισμού μας από τις διεθνείς αγορές γίνονταν απαγορευτικά.
Οκτώ χρόνια μετά, τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων παραμένουν υψηλά (σταθερά πάνω από το 4% για το δεκαετές ομόλογο), παρότι oι ξένοι οίκοι έχουν βελτιώσει τις βαθμολογίες τους για την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, έτσι που να καθίσταται προς το παρόν αδύνατη η «επιστροφή στις αγορές» και η χώρα να στηρίζεται στο «χρηματοδοτικό μαξιλάρι» που έχει για τους επόμενους μήνες από την τελευταία δόση της δανειακής σύμβασης.
Παρότι η κυβέρνηση προτιμά να κρατά χαμηλούς τόνους για το θέμα, είναι σαφές ότι έχουμε να κάνουμε με μία από τις μεγαλύτερες αβεβαιότητες για το μέλλον της οικονομίας.
Fakenews #4 H ραγδαία υποχώρηση της ανεργίας
Η κυβέρνηση πανηγύρισε ήδη το γεγονός ότι το ποσοστό ανεργίας έσπασε το ψυχολογικό φράγμα του 20%. Μόνο που στο 19,5% εξακολουθεί να είναι ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό.
Επιπλέον οι ρυθμοί υποχώρηση της ανεργίας δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλοι. Στην πραγματικότητα από το υψηλότερο σημείο της που ήταν προς το τέλος το 2013 η ανεργία υποχωρεί με διακυμάνσεις αλλά λίγο πολύ με τον ίδιο όχι ιδιαίτερα γοργό ρυθμό. Στην πραγματικότητα θα χρειαστούν τουλάχιστον άλλα 5 χρόνια για να επιστρέψουμε σε επίπεδα ανεργίας προ κρίσης.
Την ίδια στιγμή η όποια αύξηση της απασχόλησης είναι κατά κύριο λόγο από θέσεις εργασίας μερικής απασχόλησης, κακοπληρωμένες και επισφαλείς. Δεν είναι τυχαίο ότι ο μέσος μισθός συνεχίζει να υποχωρεί σύμφωνα με τα στοιχεία του ίδιου του ΕΦΚΑ.
Fakenews#5 Επανέρχονται πλήρως οι συλλογικές συμβάσεις
Το σημείο αυτό είναι αυτή τη στιγμή η αιχμή του δόρατος της επικοινωνιακής εκστρατείας της κυβέρνησης Τσίπρα. Μόνο που στην πραγματικότητα δεν μιλάμε για πλήρη επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων.
Καταρχάς, η κυβέρνηση δεν πρόκειται ούτε να επαναφέρει τον κατώτατο μισθό στα προ κρίσης επίπεδα, ούτε να τον εντάξει στη διαδικασία των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Η κυβέρνηση απλώς θα κάνει χρήση του μνημονιακού νόμου που της επιτρέπει, ύστερα από μελέτη των δεδομένων της οικονομίας και ύστερα από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους να αποφασίσει το επίπεδο του κατώτατου μισθού.
Έπειτα το καθεστώς των συλλογικών συμβάσεων επανέρχεται, αλλά με ενσωματωμένες τις αλλαγές που έφεραν τα μνημόνια στη διαδικασίες μεσολάβησης και διαιτησίας. Γι’ αυτό το λόγο και αρκετές από τις νέες συμβάσεις που τίθενται σε εφαρμογή περιλαμβάνουν σημαντικές μειώσεις σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα. Γι’ αυτές τις συμβάσεις πανηγυρίζει η κυβέρνηση.
Αντίστοιχα, δεν είναι αυτονόητο ότι θα λειτουργήσει ο μηχανισμός της επέκτασης με τον τρόπο που το θέλει η κυβέρνηση. Οι πρώτες επεκτάσεις έγιναν για συμβάσεις που ούτως ή άλλως ίσχυαν για τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων στους αντίστοιχους κλάδους. Το ερώτημα είναι τι θα γίνει με άλλους κλάδους, πολύ μεγαλύτερους, όπου δεν είναι καθόλου δεδομένο το εάν θα βοηθήσουν την όλη διαδικασία οι εργοδοτικές οργανώσεις.
Fakenews #6 Δεν θα μειωθούν οι συντάξεις
Η κυβέρνηση επιμένει ότι θα κατορθώσει στο τέλος να πείσει τους «θεσμούς» να συναινέσουν στην αναστολή της προβλεπόμενης μείωσης των συντάξεων από 1/1/2019.
Μάλιστα, «διαρρέει» ότι έχει κάνει πρόοδο με τους ευρωπαίους αλλά μένει να πειστεί και το ΔΝΤ.
Από τη μεριά τους, οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν κάνει σαφές ότι είναι πολύ νωρίς για να συζητάμε κάτι τέτοιο και αυτό μπορεί και να εξηγήσει γιατί μιλώντας στην πρόσφατη συνεδρίαση του νέου υπουργικού συμβουλίου ο πρωθυπουργός απέφυγε να αναφερθεί στο θέμα παρά το μπαράζ δηλώσεων κυβερνητικών υπουργών και βουλευτών που είχε προηγηθεί.
Με αυτή την έννοια δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι όντως δεν θα εφαρμοστεί αυτή η μείωση τελικά.
Όμως, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε κάτι ακόμη. Η μείωση ή μη μείωση των συντάξεων αφορά τους ήδη συνταξιούχους και το τμήμα της σύνταξής τους που λόγω του παλαιού υπολογισμού ήταν μεγαλύτερο από αυτό που θα έπαιρναν με τον τρόπο που προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου.
Πλάι σε αυτούς κάθε χρόνο προστίθενται συνταξιούχοι που θα πάρουν σύνταξη με το νέο σύστημα. Το ίδιο και για το πρόβλημα με τις συντάξεις χηρείας που πλέον είναι πολύ μικρότερες. Αυτές τις περικοπές η κυβέρνηση τις θεωρεί δεδομένες.
Όλα αυτά δείχνουν ότι στην πραγματικότητα ο πρωθυπουργός θα πάει στη ΔΕΘ με «μικρό καλάθι». Σε μεγάλο βαθμό η όποια προσπάθειά του να παρουσιάσει μια «θετική προοπτική» θα στηρίζεται σε ένα κατασκευασμένο αφήγημα και όχι σε μια πραγματική οικονομική δυναμική.