Έως τις αρχές τού 2019 η σημερινή κυβέρνηση θα έχει στην διάθεσή της κάπου 16 δισεκατομμύρια ευρώ. Τί θα κάνει με αυτά;
Τους μήνες που έρχονται, δύο πράγματα είναι απολύτως σίγουρα.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Πρώτον, τον προσεχή Αύγουστο η Ελλάδα βγαίνει από το τρίτο μνημόνιο που υπέγραψε ο κ. Αλέξης Τσίπρας τον Ιούλιο 2015.
Δεύτερον, οι εταίροι-δανειστές μας δεν έχουν καμμίαν απολύτως διάθεση να συζητήσουν τέταρτο μνημόνιο, το οποίο ουδέποτε θα εγκριθεί από τα εθνικά τους κοινοβούλια. Η Ελλάδα έχει σχεδόν μηδενική αξιοπιστία στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και άρα δεν πρέπει να περιμένει πολλά πράγματα.
Στο πλαίσιο αυτό, από τον περασμένο Ιούνιο έχει συμφωνηθεί, αντί για νέα πιστοληπτική γραμμή, να μάς δοθούν εκ των προτέρων 9 δισεκατομμύρια ευρώ από τα αδιάθετα κεφάλαια του τρίτου μνημονίου, τα οποία, μαζί με τα 6 έως 7 δισεκατομμύρια που αναμένεται να αντλήσουμε από τις αγορές έως το τέλος Ιουνίου 2018, θα αποτελέσουν έναν καλό «κουμπαρά» στα χέρια της κυβέρνησης. Στην ουσία πρόκειται για ένα μαξιλάρι ασφαλείας, τα οποίο θα καλύπτει τις χρηματοδοτικές μας ανάγκες έως τέλος τού 2019, για κάθε ενδεχόμενο.
Θα πρέπει όμως να πούμε στο σημείο αυτό ότι, στην μετά τον Αύγουστο 2018 περίοδο, η χώρα θα εποπτεύεται κατά περίπτωση και υπό όρους σταδιακής εφαρμογής της ρύθμισης του χρέους μας. Μία ρύθμιση, εξάλλου, για την οποία η Ελλάδα θα πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να πιάσει τόπο.
Αυτό σημαίνει συνέχιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, υλοποίηση νέων μεταρρυθμίσεων και, κυρίως, τόνωση της επιχειρηματικότητας, για να υπάρξει οικονομική μεγέθυνση ικανή να φέρει δημοσιονομικά αποτελέσματα.
Περιττόν να τονιστεί ότι στο επίπεδο αυτό υπάρχει πάντα το σοβαρό πρόβλημα των κεφαλαιακών ελέγχων: όσο διατηρούνται, τόσο χαμηλότερη θα είναι η εμπιστοσύνη των αγορών προς την χώρα μας.
Θα πρέπει λοιπόν να δει κανείς ποιο θα είναι το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που θα καταρτίσει η κυβέρνηση, σε συνεννόηση με ποιους και με ποια εχέγγυα ως προς την εφαρμογή του.
Επίσης, όπως πολύ ορθά επεσήμανε προσφάτως ο συνάδελφος Κ. Καλλίτσης στην Καθημερινή, «η υπό όρους ρύθμιση του χρέους είναι εύλογο ότι θα προκαλέσει αβεβαιότητες που θα τις τιμολογήσουν οι αγορές –στο επιτόκιο του δανεισμού μας.
Για να απαλύνουμε αυτές τις συνέπειες, υπάρχει η ενδιαφέρουσα σκέψη να δίναμε μία διπλή εγγύηση στις αγορές:
(α) Να αποφασίσουμε ότι δεν θα αγγίξουμε τα 16 δισεκατομμύρια ευρώ, τα λεφτά του κουμπαρά. Δηλαδή, θα αποπληρώνουμε όλα τα δάνειά μας από τα πρωτογενή πλεονάσματα και μόνον από αυτά, διατηρώντας τον κουμπαρά ως εγγύηση προς όσους μάς δανείζουν ότι η αποπληρωμή τους είναι διασφαλισμένη. Και
(β) να ασκηθεί μία οικονομική πολιτική ανάπτυξης, που θα καθιστά τα πρωτογενή πλεονάσματα διατηρήσιμα –αυτή θα είναι η δεύτερη σημαντική εγγύηση στις αγορές».
Το ερώτημα, όμως, στο επίπεδο αυτό, είναι κατά πόσον η σημερινή κυβέρνηση θέλει να αποδεχθεί μια τέτοια λογική.
Ο κ. Αλ. Τσίπρας και οι συν αυτώ, με τον τρόπο που αναρριχήθηκαν στην εξουσία και με βάση τα όσα έκαναν τα τρία τελευταία χρόνια, είναι σαφές ότι στην προσεχή εκλογική αναμέτρηση θα έχουν κάποια σοβαρά διακυβεύματα απέναντί τους. Μήπως λοιπόν ο περίφημος «κουμπαράς» είναι το «μυστικό» όπλο τους;