Ευκαιρίες για να περιορίσουν τις απώλειες στις συντάξεις και να γλιτώσουν πρόσθετα χαράτσια εισφορών έχουν οι ασφαλισµένοι του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ, που θα µπορέσουν να συνταξιοδοτηθούν ως το 2020 µε τα όρια ηλικίας των 60 ως 62 ετών και µε 36 ως 40 χρόνια ασφάλισης.
Τις απώλειες στον υπολογισµό συντάξεων και εισφορών µπορούν να περιορίσουν και όσοι έχουν λιγότερα χρόνια, αλλά µε έξοδο στα 67 εφόσον συµπληρώνουν την ηλικία µέσα στα επόµενα δυο χρόνια, σύμφωνα με το δημοσίευμα του Ελεύθερου Τύπου.
Με τις αλλαγές που είναι σε ισχύ για τις συντάξεις:
1. Ενας ασφαλισµένος του ΟΑΕΕ που βγήκε στη σύνταξη το 2017 µε 37 έτη (εκ των οποίων 35 ως το 2012) και είχε µέσο όρο µηνιαίου εισοδήµατος 1.436 ευρώ παίρνει 863 ευρώ πριν από το φόρο.
2. Ασφαλισµένος που βγαίνει το 2018 µε 37 έτη θα πάρει λιγότερα διότι µε την επιλογή της ελάχιστης εισφοράς σύνταξης των 117 ευρώ, που αντιστοιχεί σε µηνιαίο εισόδηµα 586 ευρώ, πέφτει προς τα κάτω και ο συνολικός µέσος όρος του µηνιαίου εισοδήµατος από το 2002 και µετά. Oταν υποχωρεί ο µέσος όρος των αποδοχών, η σύνταξη βγαίνει µικρότερη.
3. Ασφαλισµένος που έχει τα 37 χρόνια το 2020 και ο µέσος όρος µηνιαίου εισοδήµατος από το 2002 και µετά βγαίνει στα 1.302 ευρώ θα πάρει 816 ευρώ, ενώ αν αποχωρήσει µετά το 2021, η σύνταξη θα είναι οριακά στα 800 ευρώ.
Για να µειώσουν τις απώλειες στις συντάξεις τους οι επαγγελµατίες θα πρέπει να δηλώνουν µεγαλύτερο εισόδηµα ώστε να πληρώνουν και µεγαλύτερη εισφορά.
Σήµερα οι περισσότεροι πληρώνουν την ελάχιστη εισφορά σύνταξης εφόσον το φορολογητέο εισόδηµα είναι µέχρι 7.032 ευρώ το χρόνο.
Η επιλογή αυτή κρύβει την παγίδα που οδηγεί σε βέβαιη µείωση σύνταξης χρόνο µε το χρόνο.
Αυξήσεις εισφορών από 13% ως 30,6% έρχονται από το 2019 για 1,4 εκατ. ασφαλισµένους του ΕΦΚΑ, που προέρχονται από τον ΟΑΕΕ, τον ΟΓΑ και το ΕΤΑΑ. Για τους ελεύθερους επαγγελµατίες, τους αγρότες, τους γιατρούς, τους φαρµακοποιούς, τους µηχανικούς, τους δικηγόρους, τους συµβολαιογράφους, τους δικαστικούς κλητήρες από τη νέα χρονιά οι εισφορές θα θεωρούνται µέρος του εισοδήµατος και δεν θα εκπίπτουν από τις δαπάνες, βάσει του ν. 4472/2017.
Για το 2018 ισχύει εν µέρει το ίδιο, µε τη διαφορά ότι φέτος οι εισφορές του προηγούµενου έτους (2017) προστίθενται µεν στο εισόδηµα, αλλά το συνολικό ποσό (εισόδηµα και εισφορές) έχει έκπτωση 15% και επ’ αυτού του ποσού υπολογίζεται και επιβάλλεται το ποσοστό της εισφοράς από τον ΕΦΚΑ. Από τις αλλαγές του 2018 στο υπουργείο Εργασίας έχουν προβλέψει αύξηση εσόδων κατά 59 εκατ. ευρώ.
Με την πλήρη κατάργηση της έκπτωσης του 15% το 2019 στο υπουργείο Εργασίας έχουν προβλέψει αύξηση εσόδων κατά 138 εκατ. ευρώ, ενώ για τα έτη 2020, 2021 και 2022 η πρόβλεψη είναι για µια σταθερή αύξηση εσόδων της τάξης των 140, 143 και 148 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.
Οι προβλέψεις αυτές είναι επίσηµες και περιλαµβάνονται στον πίνακα του νέου µεσοπρόθεσµου πλαισίου δηµοσιονοµικής στρατηγικής που έχει ψηφιστεί τον Ιούνιο του 2018 µε το νόµο 4549 (ΦΕΚ Α’ αρ. 105 /14/6/2018).
Το υπουργείο Εργασίας θεωρεί ότι, παρά την αλλαγή στον υπολογισµό εισφορών, η επιβάρυνση θα είναι µικρότερη από το παρελθόν για τους περισσότερους!
Κάνει σύγκριση µε ό,τι ίσχυε πριν από το νόµο Κατρούγκαλου, αλλά αποκρύπτει σκανδαλωδώς ότι µε το προϊσχύον καθεστώς οι συντάξεις των επαγγελµατιών ξεπερνούσαν τα 1.100 ευρώ µε 37 έτη, ενώ µε τις αλλαγές του νόµου Κατρούγκαλου οι συντάξεις βρίσκονται πέριξ των 850 ευρώ!
Από 1ης/1/2019 λοιπόν οι µη µισθωτοί θα πληρώνουν εισφορές χωρίς να αφαιρούνται οι ασφαλιστικές δαπάνες που κατέβαλαν το προηγούµενο έτος. Αυτό οδηγεί ουσιαστικά σε αύξηση ακόµη και της κατώτατης εισφοράς των 168 ευρώ το µήνα ή των 2.015 ευρώ το χρόνο.
Παραδείγµατα:
Εµπορος που δηλώνει καθαρό εισόδηµα (µετά τις δαπάνες και πριν από το φόρο) 6.000 ευρώ σταθερά από το 2016 ως και το 2018 πλήρωσε το 2017 ετήσια εισφορά µε βάση το κατώτατο ποσό που αντιστοιχεί σε εισόδηµα 7.033 ευρώ.
Η εισφορά του ήταν για το 2017 στα 2.015 ευρώ (7.033Χ26,95%+120 ευρώ εισφορά ανεργίας=2.015). Μηνιαίως δηλαδή πλήρωνε 168 ευρώ (2015/12=167,9).
Το ίδιο θα πληρώσει για το 2018 γιατί θα προστεθούν στο εισόδηµα οι εισφορές του 2017, αλλά µε την έκπτωση 15% το συνολικό εισόδηµα για τον υπολογισµό εισφορών είναι 6.812 ευρώ (6.000+2.015-15%=6.812), δηλαδή κάτω από 7.033 ευρώ.
Οι εισφορές του εποµένως θα υπολογιστούν µε την κατώτατη βάση τεκµαρτού εισοδήµατος 7.033 ευρώ και θα βγουν πάλι 2.015 ευρώ για το 2018.
Με το ίδιο εισόδηµα (6.000 ευρώ) θα έχει αύξηση εισφορών κατά 13,2% το 2019, καθώς λόγω της κατάργησης της έκπτωσης 15% το εισόδηµα που θα υπολογιστεί για τις εισφορές του 2019 είναι οι 6.000 ευρώ συν οι εισφορές των 2.015 ευρώ, ήτοι 8.015 ευρώ. Το 2019 θα κληθεί να πληρώσει 2.280 ευρώ, δηλαδή 265 ευρώ παραπάνω από φέτος.
Επαγγελµατίας που δηλώνει εισόδηµα 10.500 ευρώ πλήρωσε για το 2017 2.950 ευρώ στον ΕΦΚΑ, ενώ για το 2018 θα πρέπει να πληρώσει 3.201 ευρώ (αύξηση 8,5%) και το 2019 θα πρέπει να καταβάλει 3.812.
Πρόσθετη επιβάρυνση, που θα είναι µάλιστα διπλή, έρχεται το 2019 για τους αγρότες, λόγω της κατάργησης της έκπτωσης 15% στον υπολογισµό εισφορών από τη µια και εξαιτίας της αυτόµατης αύξησης του ποσοστού εισφοράς σύνταξης στο 18% αντί 16%, που την προβλέπει ο νόµος 4387/2016.
Η συνολική ασφαλιστική επιβάρυνση των αγροτών πηγαίνει στο 25,2% του εισοδήµατος από 23,2% που είναι φέτος (και από 21,2% που ήταν το 2017).
Η κατάργηση της έκπτωσης 15% και η νοµοθετηµένη αύξηση εισφορών θα επιφέρουν τα εξής αποτελέσµατα στους 620.000 ασφαλισµένους του ΟΓΑ-ΕΦΚΑ:
1. Αγρότης µε εισόδηµα 3.900 ευρώ πληρώνει την κατώτατη εισφορά που υπολογίζεται επί τεκµαρτού εισοδήµατος 4.923 ευρώ. Η ετήσια εισφορά του για το 2017 ήταν 1.044 ευρώ (87 ευρώ το µήνα). Φέτος η εισφορά αυξάνεται στα 1.142 ευρώ διότι το ποσοστό εισφοράς πήγε στο 23,2% από 21,2% πέρυσι. Το 2019 όµως ο ίδιος αγρότης µε το ίδιο εισόδηµα των 3.900 ευρώ θα πληρώνει 1.271 ευρώ, δηλαδή 11,3% επιπλέον.
2. Αγρότης µε εισόδηµα 4.900 ευρώ πλήρωνε την κατώτατη εισφορά το 2017, µε 1.044 ευρώ ετησίως (87 ευρώ το
µήνα). Φέτος πληρώνει 1.172 ευρώ και το 2019 θα πληρώσει εισφορές 1.530 ευρώ, µε αύξηση 30,5% από το 2018.