Στην ομιλία του στο 10ο CEO Summit της ΕΕΔΕ, ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης είπε πολύ πιο σοβαρά πράγματα από αυτά που είδαν την δημοσιότητα –αλλά σε ποιον απευθυνόταν;
Tου Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Όσοι κατηγόρησαν τον υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης κ. Δημήτρη Παπαδημητρίου για την άποψή του ότι η υπερφορολόγηση δεν επηρεάζει τόσο την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, σίγουρα ούτε άκουσαν αλλά ούτε και διάβασαν την ομιλία του στο 10ο CEO Summit που διοργάνωσε ο Τομέας Ηγεσίας της ΕΕΔΕ. Διότι, το «ζουμί» της ομιλίας είναι το συνολικό της περιεχόμενο. Από το οποίο προκύπτει ότι ο έγκριτος καθηγητής και υπουργός βρίσκεται σε πλήρη διάσταση με την πολιτική δύναμη που τον έφερε στο υπουργικό αξίωμα. Και εξηγούμεθα.
Στην ομιλία του, ο υπουργός –πολύ σωστά και εύστοχα, κατά την γνώμη μας– αναφέρθηκε διεξοδικά στον ρόλο της εμπιστοσύνης στις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και είπε:
«Η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία επλήγη βάναυσα, τόσο επειδή η κρίση βρήκε την οικονομία να στηρίζεται σε σαθρά θεμέλια όσο και επειδή οι πολιτικές λιτότητας που ασκήθηκαν αποσκοπούσαν κυρίως στην δημοσιονομική εξισορρόπηση και ελάχιστα στην μεταρρυθμιστική ανάπτυξη της οικονομίας και κοινωνίας.
Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αναγκαία εξυγίανση να υποκαταστήσει σε μεγάλο βαθμό μία αχρείαστη καταστροφή επιχειρήσεων, ανθρώπων και ιδεών, και συνακόλουθα της εμπιστοσύνης, που είναι το δομικό υλικό πάνω στο οποίο χτίζονται κοινωνικές συναινέσεις, πολιτικές συμπράξεις και εθνικές επιτυχίες.
»Φτάσαμε, έτσι σε ένα κομβικό σημείο, όπου η παραπάνω ακολουθία να χρειάζεται να αντιστραφεί και η προσπάθεια ανάκτησης της εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία και την χώρα να απαιτεί την επίτευξη ευρύτερων συναινέσεων. Ευρύτερες συναινέσεις, όμως, οικοδομούνται πάνω σε γερά θεμέλια μόνον όταν όλοι οι συμμετέχοντες αναλαμβάνουν το μερίδιο των ευθυνών και υποχρεώσεων που τούς αναλογούν.
Όλες οι μεγάλες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες πέτυχαν τους στόχους τους στηριζόμενες σε ευρύτερες συναινέσεις, οι οποίες ήταν πολυεπίπεδες στην υφή και πρακτική τους. Συναινέσεις στο επίπεδο της οικονομικής δραστηριότητας, της κοινωνίας των πολιτών και του πολιτικού συστήματος. Οι προσπάθειες αυτές της κυβέρνησης δεν έχουν βρει δυστυχώς την ανταπόκριση την οποία απαιτούν οι συνθήκες στις οποίες έχει βρεθεί η χώρα».
Πρόσθεσε ακόμα: «Τα δεδομένα στην οικονομία έχουν σήμερα αλλάξει σε μεγάλο βαθμό και η ανάκαμψη βρίσκεται προ των πυλών σύμφωνα με τις ιδιαίτερα θετικές επιδόσεις σε επενδύσεις, εξαγωγές, απασχόληση, ιδιωτική κατανάλωση και ΑΕΠ, το 2ο και κυρίως το 3ο τρίμηνο του 2016. Γεγονός που καθρεφτίζεται στην σταδιακή επιστροφή της εμπιστοσύνης των επενδυτών στην ελληνική οικονομία, μετά την συμφωνία της Ελλάδος με τους πιστωτές τον Ιούλιο του 2015, την βεβαίωση της πολιτικής σταθερότητας με την επανεκλογή της κυβέρνησης και την ολοκλήρωση της 1ης, σύντομα δε και της 2ης αξιολόγησης του προγράμματος διάσωσης.
Ήδη συμφωνήθηκε η βραχυχρόνια ελάφρυνση του χρέους κατά 22% του ΑΕΠ ως το 2060 ή, δηλαδή, κατά 45 δισ. Ευρώ, και το κλείδωμα των επιτοκίων στο 1,5%. Με την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης θεωρείται σχεδόν σίγουρο ότι θα ακολουθήσει η περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων και στην συνέχεια η εισαγωγή της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ».
Όπως τόνισε ο κ. Δημ. Παπαδημητρίου, «η ανάκτηση της εμπιστοσύνης δεν ήρθε μόνη της, αλλά είναι αποτέλεσμα σειράς παρεμβάσεων πολιτικής και δομικών αλλαγών της οικονομίας, όπως της θεαματικής δημοσιονομικής προσαρμογής, της μεγαλύτερης μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, ύψους 17% του ΑΕΠ, που σήμερα φέρει πρωτογενή πλεονάσματα στον κρατικό προϋπολογισμό». Ο υπουργός είπε επίσης ότι η επταετής ύφεση της οικονομίας έχει δημιουργήσει ευκαιρίες για την συμμετοχή ξένων κεφαλαίων σε όσες επιχειρήσεις διαθέτουν εξωστρέφεια αλλά δεν έχουν επαρκή ρευστότητα.
Καμμία αντίρρηση σε όλα τα παραπάνω. Πλην όμως, φοβούμεθα ότι δεν ισχύουν στην Ελλάδα, για έναν πολύ απλό λόγο: Η σημερινή κυβέρνηση είναι προϊόν ανατροπής μίας συναινετικής κυβερνήσεως, αυτής της ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, σε μία περίοδο όπου η χώρα, παρά την οξύτατη κρίση της, είχε βρει έναν βηματισμό εξόδου από αυτήν, ο οποίος στην συνέχεια ανετράπη επί τα χείρω.
Στην συνέχεια, όταν μετά από επτά μήνες άσκοπης, δαπανηρής και με μειωτικούς για την χώρα χειρισμούς, η πρώτη κυβέρνηση Συριζα/Ανελ υπέγραψε ένα τρίτο και επαχθέστερο από τα προηγούμενα μνημόνιο, η φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση το υπερψήφισε γιατί αυτό υπαγόρευε το συμφέρον της χώρας. Το δε «ευχαριστώ» στην υπερψήφιση αυτή ήταν η ξαφνική προκήρυξη εκλογών, που κάθε άλλο παρά συναινετικό χαρακτήρα είχαν.
Το πρόβλημα λοιπόν σήμερα είναι ότι ο ίδιος ο κ. Αλέξης Τσίπρας δεν εμπνέει εμπιστοσύνη. Και σε ένα πρωθυπουργικό κεντρικό πολιτικό σύστημα, όπως το ελληνικό, αυτό είναι ένα σοβαρό μειονέκτημα που δεν θεραπεύεται εύκολα. Πολύ καλά και ενδιαφέροντα, συνεπώς, αυτά που λέει και προτείνει ο κ. Δημ. Παπαδημητρίου, αλλά σε ποιους απευθύνονται; Αυτό είναι το ερώτημα…