Σε συμφωνία για τη σκληρή γραμμή που θα κρατήσουν όσον αφορά τις απαιτήσεις τους από την ελληνική κυβέρνηση κατέληξαν ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο σκληροπυρηνικός του ΔΝΤ, Πόουλ Τόμσεν, κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους το πρωί της προηγούμενης Πέμπτης στο Βερολίνο.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της "Real News", και οι δύο τάσσονται υπέρ της άποψης ότι η Αθήνα πρέπει να προχωρήσει στην άμεση νομοθέτηση των μέτρων.
Η πάγια θέση του ΔΝΤ για μείωση του αφορολόγητου ορίου – ακραία θέση του Ταμείου κάνει λόγο για μείωση στα 4.000 ευρώ – βρέθηκε ψηλά στη λίστα των μέτρων που συζήτησαν οι δύο άνδρες. Έτσι αναμένεται να πιέσουν την ελληνική κυβέρνηση να νομοθετήσει τώρα τη δραστική μείωση του αφορολόγητου ορίου και αυτό να τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2018. Επιπλέον, στη συνάντηση του Βερολίνου ετέθη από τις δύο πλευρές η ανάγκη ενίσχυσης του δημοσιονομικού «κόφτη», τα μέτρα του οποίου θα ενεργοποιηθούν από το 2019 και μετά, για να διορθώσουν πιθανές αποκλίσεις από τον στόχο 3,5% για πρωτογενές πλεόνασμα.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της εφημερίδας, οι δύο σκληροί των δανειστών συμφώνησαν ότι η Αθήνα πρέπει να εντάξει στον «κόφτη» και τις κύριες συντάξεις και συγκεκριμένα την περικοπή/κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς». Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι παρά τις προσπάθειες των διαλλακτικών στους κόλπους των δανειστών να μην περιληφθεί η «προσωπική διαφορά» στον μελλοντικό «κόφτη», το ΔΝΤ πιέζει για το αντίθετο, καθώς αποτελεί πάγια θέση του ότι το ασφαλιστικό της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο και το κονδύλι που δαπανάται από τον κρατικό προϋπολογισμό για τις υφιστάμενες συντάξεις είναι ιδιαίτερα υψηλό, σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Οι κ.κ. Σόιμπλε και Τόμσεν άφησαν ανοιχτό το ενδεχόμενο να υιοθετήσουν την πρόταση που έχει πέσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, η οποία θα ακυρώνει τα μέτρα του «κόφτη» σε περίπτωση που επιτευχθούν οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Η συζήτηση επικεντρώθηκε και στο ζήτημα του ελληνικού χρέους και συγκεκριμένα στα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσής του χωρίς όμως να καταλήξουν σε αποφάσεις. Συζητήθηκε ωστόσο το ενδεχόμενο να υπάρξει μία πιο αναλυτική «φωτογραφική» περιγραφή.