Όσο σταθεροποιείται ανοδικά η δημοσκοπική διαφορά μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ και ανεβαίνει παράλληλα η δημοτικότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη, τόσο πιο επικίνδυνη για το μέλλον της χώρας θα γίνεται η σημερινή κυβέρνηση.
Tου Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Πλανώνται πλάνην οικτράν όσοι νομίζουν ότι ξέμπλεξαν με την Ελλάδα. Η χώρα οδεύει ολοταχώς προς νέα κρίση και αυτή τη φορά η κατάσταση της θα είναι πολύ πιο σοβαρή από την αντίστοιχη του 2010.
Με δεδομένο τoν παραγωγικό της ιστό, η Ελλάδα θέλει μια εικοσαετία για να ξαναβρεί τα επίπεδα της απασχόλησης και της παραγωγης που είχε πριν την κρίση. Αυτά και άλλα πολλά μας είπε ανώτατο στέλεχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), που δεν αποκλείει και δυσάρεστες πολιτικές εξελίξεις στη χώρα.
Γνωρίζει ότι οι άνθρωποι του φαιοκόκκινου… ολοκληρωτισμού καραδοκούν και σε περίπτωση μιας νέας κρίσης, θα αναλάβουν να «σώσουν» τη χώρα, καταφέρνοντας της το τελικό κτύπημα. Αυτό δηλαδή που αποφύγαμε το καλοκαίρι του 2015, μπορεί να γίνει το 2021 ή και νωρίτερα.
Η δε κυβέρνηση, από την άποψη αυτή παίζει ένα αισχρό παιχνίδι, αδιαφορώντας πλήρως για τις συνέπειες του. Χωρίς να ενδιαφέρεται έτσι για τα πραγματικά διαρθρωτικά προβλήματατης οικονομίας και των κοινωνικών τους προεκτάσεων, ενόψει εκλογών, παίζει τα ρέστα της προσφέροντας παροχές και καλλιεργώντας μιαν εικονική πραγματικότητα.
Στο πλαίσιο αυτό, οι σοβαροί και υπεύθυνοι φορείς της οικονομίας καθημερινά πλέον εκφράζουν την έντονη… ανησυχία τους για τις εξελίξεις σε μια σειρά από κρίσιμους τομείς, που αν συνεχιστούν προς την ίδια κατεύθυνση μπορεί να γυρίσουν τη χώρα πίσω σε επώδυνες καταστάσεις. Στο περιβάλλον αυτό ιδιαίτερα επικίνδυνο είναι το κλίμα διεκδικήσεων για την επιστροφή των περικοπών σε μισθούς και συντάξεις που επιβλήθηκαν από τα Μνημόνια.
Ένα κύμα που διογκώνεται καθώς οι δικαστικές αποφάσεις δικαιώνουν τους προσφεύγοντες, ενώ η κυβέρνηση με την πολιτική των παροχών καλλιεργεί ένα ανύπαρκτο successstory για την ελληνική οικονομία που προκαλεί άγνοια κινδύνου και εφησυχασμό σε συγκεκριμένα τμήματα της κοινωνίας για τις δυσκολίες που βρίσκονται μπροστά μας.
Κάνοντας όμως μια εντυπωσιακή επίδειξη κυνισμού και καιροσκοπικής ανευθυνότητας, η κυβέρνηση δεν δείχνει να ανησυχεί εκτιμώντας, προφανώς, ότι σε άλλα χέρια θα πέσει η καυτή πατάτα διαχείρισης της κρίσης που έρχεται.
Παίζει ένα παιχνίδι υποσχέσεων δίχως αύριο μοιράζοντας επιδόματα και μερίσματα προς άγραν ψήφων, απότοκα της άγριας φορολόγησης της μεσαίας τάξης, την ώρα που η οικονομία χρειάζεται επειγόντως μείωση των φόρων για να ξεφύγει απότη ζώνη κινδύνου όπου βρίσκεται, όπως προειδοποιούν ο ένας μετά τον άλλον οι διεθνείς οργανισμοί. Οι ελαφρύνσεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για τον ΕΝΦΙΑ είναι μόνο ασπιρίνες για πονοκέφαλο, ενώ οι μειώσεις στον συντελεστή φορολόγησης άτολμες και… αποσπασματικές
Από την άλλη ωστόσο, όπως έγραψε η Μαρία Βουργάνα στα «Νέα Σαββατοκύριακο», πέντε ωρολογιακές βόμβες απειλούν με εκτροχιασμό την ελληνική οικονομία, την ώρα που κάποιοι σφυρίζουν αδιάφορα.
Η δημοσιονομική απειλή έρχεται από πέντε δικαστικές αποφάσεις που αφορούν τη διεκδίκηση αναδρομικών από τις περικοπές των συντάξεων του 2012 και τις διατάξεις νόμου του 2012 με τις οποίες καταργήθηκαν 13η και 14η σύνταξη, δώρα Χριστουγέννων, Πάσχακαι επίδομα αδείας για τους εργαζομένους στο Δημόσιο.
Οι αποφάσεις αυτές έχουν ήδη δημιουργήσει ένα άνευ προηγουμένου κύμα προσφυγών στα δικαστήρια από συνταξιούχους και δημοσίους υπαλλήλους που διεκδικούν την επιστροφή των αναδρομικών από τις περικοπές αυτές, παράλληλα με την αποκατάσταση των αμοιβών τους.
Αν τελεσιδικήσουν θετικά οι υποθέσεις αυτές για όσους προσφεύγουν σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο να κριθεί αντισυνταγματικός ο νόμος Κατρούγκαλου κατά την επικείμενη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο λογαριασμός θα είναι ασήκωτος για τον προϋπολογισμό. Εκτιμάται ότι μπορεί να εκτινάξουν στα ύψη τις δαπάνες για μισθούς και συντάξεις, επιβαρύνοντας τον προϋπολογισμό με το συνολικό κόστος να φθάνει τα 10 δισ. ευρώ που μπορεί να οδηγήσει σε νέες μεγάλες περιπέτειες τη χώρα.
Όλα αυτά είναι όμως μικρολεπτομέρειες για τον κύριο πρωθυπουργό, που γλυκάθηκε ως φαίνεται στο Μαξίμου και το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι πώς θα παραμείνει επί τόπου. Εξουσιολαγνεία είναι αυτή, προφανώς δε αθεράπευτη!