Στις 7 Μαΐου ο πρόεδρος των Η.Π.Α. αποφάσισε να επαναφέρει τις οικονομικές κυρώσεις κατά του Ιράν, ακυρώνοντας με αυτόν τον τρόπο την συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, την οποία είχε εξασφαλίσει το 2015 ο προκάτοχος του και συνυπέγραψαν οι Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία και Κίνα.
Η ακύρωση της συμφωνίας από τον Τραμπ και η σταδιακή επαναφορά των οικονομικών κυρώσεων θα εντείνει νομοτελειακά την ιδιαίτερα τεταμένη κατάσταση στην Μέση Ανατολή.
Του Σταύρου Καλεντερίδη*
Παράλληλα θα ισχυροποιηθούν οι σκληροπυρηνικοί του Ιρανικού καθεστώτος (Ιερείς και Φρουροί της Επανάστασης), ενώ δεν αποκλείονται οι συρράξεις σε νέα μέτωπα πολέμου και εκτός Συρίας.
Οι λόγοι πίσω από την εν λόγω απόφαση αφορούν αφενός το εσωτερικό των ΗΠΑ και αφετέρου τις διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις. Στο εσωτερικό της χώρας, ο Τραμπ, από την ημέρα της ορκωμοσίας του επιχειρεί συστηματικά και μεθοδευμένα να αποδομήσει την πολιτική παρακαταθήκη του Δημοκρατικού κόμματος και συγκεκριμένα του Μπαράκ Ομπάμα.
Ενδεικτικά, σε αυτό το πλαίσιο νομοθετικής και εκτελεστικής δράσης οι Ρεπουμπλικάνοι αποψίλωσαν το δημοκρατικό νομοσχέδιο για την υγεία, απέσυραν τις ΗΠΑ από το «Σύμφωνο Συνεργασίας των Δύο Πλευρών του Ειρηνικού» και τη Συμφωνία του Παρισίου για την κλιματική αλλαγή, και επανέφεραν τις οικονομικές κυρώσεις κατά της Κούβας.
Προβαίνοντας σε αυτές τις κινήσεις ο Τραμπ εκπληρώνει τις προεκλογικές του δεσμεύσεις και ικανοποιεί πολιτικά τη συντηρητική εκλογική του βάση.
Στο διεθνές επίπεδο, η Ουάσιγκτον φαίνεται να θέτει για ακόμα μια φορά σε διπλωματική προτεραιότητα τα εθνικά συμφέροντα του Ισραήλ και αυτός ακριβώς είναι και ο μείζων λόγος πίσω από την απόφαση του Τραμπ.
Οι Ισραηλινοί, κοιτώντας από τώρα την επομένη του πολέμου στη Συρία, ανησυχούν για τις εξελίξεις και την κατάσταση που δημιουργείται στα βορειοανατολικά τους σύνορα. Άλλωστε, εδώ και χρόνια το Ιράν και η λεγόμενη «Σιιτική ημισέληνος» επιχειρεί να περικυκλώσει το Ισραήλ, μέσω της Χεζμπολά του Λιβάνου, του καθεστώτος Ασάντ στη Συρία, της Σιιτικής Ιρακινής ηγεσίας, των αλ-Χούθι της Υεμένης και πρόσφατα με τις πολυάριθμες σιιτικές πολιτοφυλακές που δραστηριοποιούνται και εδραιώνονται στη Συρία. Οι εν λόγω παραστρατιωτικές οργανώσεις είναι υποκινούμενες, εκπαιδευόμενες, και πλήρως ελεγχόμενες από την Τεχεράνη.
Σε θρησκευτικό επίπεδο ελέγχονται από τον Αγιατολάχ Σιστανί (οι Ιρακινές πολιτοφυλακές) και τον Αγιατολάχ Χαμενεΐ (Συριακές) ενώ στρατιωτικά υπάγονται στην επιτελική διοίκηση των δυνάμεων «Κουντς» των Φρουρών της Επανάστασης. Την εικόνα του σιιτικού κλοιού συμπληρώνει βέβαια το ισχυρό οπλοστάσιο του Ιράν σε μικρού (SRBM) και ενδιάμεσου (IRBM) βεληνεκούς βαλλιστικούς πυραύλους, εναντίον του οποίου το Ισραηλινό αεροαμυντικό σύστημα «Σιδηρούς Θόλος» δεν έχει επί της ουσίας αναμετρηθεί.
Φαίνεται λοιπόν ξεκάθαρα πως μετά και τον πόλεμο της Συρίας ο Ισραηλινός στρατός κινδυνεύει να βρει συνασπισμένες εναντίον του πλειάδα εχθρικών δυνάμεων, ικανές να βάλλουν κατά του Ισραήλ από τις διάφορες συνοριακές γραμμές, αλλά και να δράσουν συντονισμένα σε έναν κοινό στρατιωτικό άξονα.
Αυτή η γεωγραφική περικύκλωση, οδήγησε τον Νετανυάχου στις αρχές του Μαΐου να αποκαλύψει πληροφορίες που υπέκλεψε η Μοσάντ σε πρόσφατη επιχείρηση στην Τεχεράνη, και περιλαμβάνουν το πλήρες και «αληθινό» – κατά την Ισραηλινή εκδοχή – αρχείο του Ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Όλα αυτά βέβαια προλειαίνοντας το έδαφος για την επαναφορά των οικονομικών κυρώσεων κατά του Ιράν από τις ΗΠΑ και προς επικοινωνιακή διευκόλυνση του Τραμπ.
Σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει την υποστήριξη και των λοιπών δυτικών συμμάχων αλλά και των συμβαλλόμενων μερών της συμφωνίας του ’15, ο Νετανυάχου επισκέφθηκε το Κρεμλίνο και ταυτόχρονα εντατικοποίησε τα αεροπορικά χτυπήματα κατά Ιρανικών θέσεων και στρατευμάτων εντός της Συρίας.
Αυτές οι τελευταίες επιθέσεις εξανάγκασαν τους Ιρανούς να απαντήσουν με ρουκέτες που εκτόξευσαν στα Υψίπεδα του Γκολάν, «παίζοντας» όμως έτσι το παιχνίδι των Ισραηλινών, καθώς οι Γαλλία, Αγγλία και Γερμανία είναι αδύνατο να μην αποχωρήσουν και αυτές από τη συμφωνία, στην περίπτωση που οι Ισραηλινές και Ιρανικές επιθέσεις εξελιχθούν σε κανονικό πόλεμο.
Αντιστοίχως, η Ρωσία φαίνεται προς το παρόν διατεθειμένη να επιτρέψει την πολιτική του Νετανυάχου μιας και το Κρεμλίνο, αξιολογώντας την κατάσταση θεωρεί πως σε περίπτωση νέου κύκλου Ιρανικής απομόνωσης, αυτό θα ισχυροποιούσε σε εξαιρετικό βαθμό την εξάρτηση του Ιράν από την Ρωσία.
*Πολιτικός επιστήμονας – διεθνολόγος