Οι διεργασίες στη Γερμανία για την ανάδειξη νέας κυβέρνησης συνεργασίας, τόσο στις πρόσφατες, όσο και στις εκλογές του 2013, οφείλουν να μας προβληματίσουν για τα συμβαίνοντα στη χώρα μας, τόσο στο πρόσφατο παρελθόν, όσο και στο προσεχές μέλλον.
Του ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Κι αυτό γιατί από τις δημοσκοπήσεις προκύπτει ότι και με το απαράδεκτο bonus των 50 εδρών, δεν διαφαίνεται αυτοδυναμία για το πρώτο κόμμα. Τα πράγματα θα γίνουν δυσκολότερα στις μεθεπόμενες εκλογές, που θα πραγματοποιηθούν με απλή αναλογική, δηλ. χωρίς καμία πριμοδότηση του πρώτου κόμματος.
Πριν δούμε τι έγινε και τι γίνεται στην Ελλάδα, ας δούμε πως εξελίχθηκαν τα πράγματα στην Γερμανία. Κατά παράδοση το πρώτο κόμμα στις εκλογές σχημάτιζε κυβέρνηση σε συνεργασία με ένα μικρότερο, από όμορο ιδεολογικό χώρο, προκειμένου να προκύψει πλειοψηφία στο κοινοβούλιο.
Έτσι είχαμε ένα δίδυμο Χριστιανοδημοκρατών – Φιλελευθέρων και ένα δεύτερο Σοσιαλιστών – Πρασίνων. Στις προηγούμενες εκλογές οι Φιλελεύθεροι δεν εξελέγησαν στο κοινοβούλιο, με αποτέλεσμα μετά από τριών μηνών διαπραγματεύσεις, να σχηματισθεί κυβέρνηση του λεγόμενου μεγάλου συνασπισμού, ανάμεσα σε Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλιστές, υπό την Άνγκελα Μερκελ.
Το πρόγραμμα κοινής διακυβέρνησης που συμφωνήθηκε, δημοσιοποιήθηκε και μάλιστα κυκλοφόρησε σε μια μικρή έκδοση, που πουλούσαν προς τρία ευρώ στα περίπτερα. Μετά την πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση του περασμένου Οκτωβρίου, οι Σοσιαλιστές υπό τον Σουλτς που είδαν να συρρικνώνονται οι δυνάμεις τους, δήλωσαν ότι δεν πρόκειται να επαναλάβουν την συνεργασία τους με τους Χριστιανοδημοκράτες.
Μετά από αυτή την άρνηση, οι Χριστιανοδημοκράτες κινήθηκαν προς του Φιλελεύθερους, που επανήλθαν στη Βουλή και στους Πράσινους με σκοπό να σχηματίσουν τρικομματική κυβέρνηση, την λεγόμενη Τζαμάικα.
Οι συνομιλίες απέτυχαν λόγω των απαιτήσεων των Φιλελευθέρων, που υπερέβαιναν την εκλογική τους δύναμη. Στο δίλημμα εκλογές ή νέος συνασπισμός, οι Σοσιαλιστές παρά την αρχική τους άρνηση δήλωσαν ότι θα θέσουν το θέμα ενώπιον των μελών του κόμματός τους, προκειμένου εκείνοι να αποφασίσουν τι μέλλει γενέσθαι. Δημοκρατική απόφαση μπροστά σε ένα σοβαρό πρόβλημα, που αφορά την διακυβέρνηση της χώρας.
Να έρθουμε τώρα στα καθ’ ημάς.
Η κυβέρνηση συνεργασίας Σαμαρά-Βενιζέλου-Κουβέλη σχηματίσθηκε το 2012 όχι με βάση κάποιο κοινό πρόγραμμα, αλλά ενός αριθμητικού συστήματος του 4-2-1, που σημαίνει ότι μοίρασαν τις κυβερνητικές θέσεις κατ’ αναλογία 4 ΝΔ, 2 ΠΑΣΟΚ και ένας ΔΗΜ.ΑΡ.
Με το ίδιο σύστημα έπαιξαν στη συνέχεια και οι δύο μετά την αποχώρηση του Φώτη Κουβέλη. Ανάλογη είναι και η τωρινή μορφή της συνεργασίας Τσίπρα-Καμμένου. Εδώ έχουμε και το οξύμωρο σχήμα μιας συνεργασίας ανάμεσα σε ένα λαϊκίστικο δεξιό σχήμα και σε ένα αριστερό, που λόγω ιδεοληψιών και καταβολών του παρελθόντος, έχει θέσεις που προσεγγίζουν αυτές των κομμουνιστικών κομμάτων.
Καμιά συμφωνία αρχών, καμιά προγραμματική σύγκληση. Μόνο ο αριθμός των ιματίων μέτρησε, που έλαβε ο μικρότερος εταίρος του σχήματος. Έτσι παρατηρούμε κάποια νομοσχέδια που ενοχλούν το δεξιό λαϊκίστικο πολιτικό σχήμα, να μην ψηφίζονται από το κόμμα που συνεργάζεται , αλλά από την αντιπολίτευση προκειμένου να καταστούν νόμος του κράτους.
Όμως απ’ ότι φαίνεται τα χειρότερα έπονται. Και χωρίς κανείς να θέλει να γίνει μάντης κακών, να δούμε τι μας περιμένει και μάλιστα με περίπου μαθηματική ακρίβεια. Στις προσεχείς εκλογές, όποτε κι αν γίνουν αυτές, θα βρεθεί η χώρα μπροστά στα εξής διλήμματα.
Από τη μια θα πρέπει να υπάρξουν συνεργασίες που και με το bonus των 50 εδρών δεν βγάζουν αυτοδύναμη κυβέρνηση, αν επαληθευθούν οι δημοσκοπήσεις, κι από την άλλη θα επίκειται εκλογή νέου Προέδρου, που θα επικρέμαται ως Δαμόκλειος σπάθη μιας δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης, κι αυτή τη φορά με απλή αναλογική.
Με δεδομένες τις δυσκολίες που υπάρχουν ήδη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες για τον σχηματισμό κυβερνήσεων συνεργασίας, Γερμανία, Αυστρία, Ολλανδία, μπορεί κανείς να φαντασθεί τι ανυπέρβλητα εμπόδια θα υπάρξουν στην Ελλάδα, όπου θα πρέπει να συνεργαστούν σε μια κυβέρνηση τρία ή και τέσσερα κόμματα μαζί.
Κι επειδή κουλτούρα προγραμματικών συγκλήσεων δεν υπάρχει στη χώρα μας, αυτό που αναμένεται να συμβεί είναι ένα άγριος πολιτικός σκυλοκαβγάς, με εκατέρωθεν εκβιασμούς, για το ποια λάφυρα της εξουσίας θα πάρουν οι μικροί, που θα έχουν μάξιμουμ απαιτήσεις.
Μπορεί έτσι εύκολα να δει κανείς την παρατεταμένη ακυβερνησία, που θα προκύψει, κι αν λάβει υπ’ όψη του την κατάσταση της δημόσιας διοίκησης, να προβλέψει το χάος που θα υπάρξει ακόμη και σε θέματα απλής καθημερινότητας.
Οι πάσης φύσεως επενδυτές ζητούν πολιτική σταθερότητα, προκειμένου να κατευθύνουν τα κεφάλαιά τους σε μια χώρα. Μια παρατεταμένη ακυβερνησία θα είναι αυτό που λένε ο θάνατος του εμποράκου και όχι μόνο. Θα κλονιστούν συθέμελα επιχειρήσεις, αλλά και ιδιώτες μπροστά σε ένα κράτος, που θα έχει κάνει κράτει στις μηχανές του.
Όλα αυτά που μας περιμένουν σε σύντομο χρονικό διάστημα, οφείλουν να προβληματίσουν όλους τους πολίτες, που χρειάζεται να κλείσουν τα αυτιά τους στις κραυγές των κάθε λογής λαϊκιστών και να προτιμήσουν τις νηφάλιες φωνές, με καθαρό και έντιμο παρελθόν, που θα μας αντιπροσωπεύσουν στην επόμενη και ενδεχομένως στην μεθεπόμενη Βουλή.
Διαφορετικά θα είμαστε άξιοι της τύχης μας, αφήνοντας την Πατρίδα μας στα χέρια των λαϊκιστών και των καιροσκόπων, που αρθρώνουν μονίμως άναρθρες κραυγές, πιστεύοντας ότι φωνάζοντας ο κλέφτης θα φοβηθεί ο νοικοκύρης…