Η παταγώδης αποτυχία της κυβέρνησης όχι μόνο να προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις, αλλά ακόμα και να προβλέψει την πορεία τους, είναι ένας από τους βασικούς λόγους για την καθήλωση της ελληνικής οικονομίας σε χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο προϋπολογισμός του 2018 προέβλεπε αύξηση του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου, δηλαδή των ιδιωτικών επενδύσεων, κατά 11,4% την περασμένη χρονιά, ενώ ο προϋπολογισμός του 2019 «ομολογεί» ότι το 2018 έκλεισε με αναιμική άνοδο των επενδύσεων κατά 0,8% και... μεταθέτει (μάλλον αυθαίρετα) την αύξησή τους κατά 11,9% για τη φετινή χρονιά. Η πραγματική εικόνα για την περυσινή χρονιά θα φανεί, πάντως, στις 7 Μαρτίου, όταν η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοινώσει τα στοιχεία για την πορεία της οικονομίας το 4ο τρίμηνο του 2018 και την πρώτη εκτίμησή της για τον ρυθμό ανάπτυξης της περυσινής χρονιάς, αναφέρει το newmoney.gr.
Σύμφωνα με τις χειμερινές προβλέψεις που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πριν από μια εβδομάδα, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας μας αυξήθηκε κατά 2% το 2018, φέτος προβλέπεται να αυξηθεί κατά 2,2%, το 2020 κατά 2,3% και στη συνέχεια μεσοπρόθεσμα θα κινηθεί πάνω από το 2% ετησίως. Όπως είναι προφανές, στην περίπτωση της Ελλάδας δεν επαληθεύεται η θεωρία του ελατηρίου (σύμφωνα με την οποία το ΑΕΠ εκτινάσσεται σαν ελατήριο όταν η οικονομία βγει από το τούνελ της πολυετούς ύφεσης), γιατί οι επενδυτές εξακολουθούν να αποθαρρύνονται από την υψηλή φορολογία, το τέρας της γραφειοκρατίας, το κακό προηγούμενο με τις μεγάλες καθυστερήσεις και τα εμπόδια που συνάντησαν σημαντικές επενδύσεις (π.χ. Ελληνικό).
Μελέτη που παρουσίασε η PwC τον Απρίλιο του 2018, με τίτλο «Από την ύφεση στην ανάκαμψη: Πολιτικές διευκόλυνσης επενδύσεων», επισήμανε ότι οι ετήσιες επενδύσεις θα έπρεπε να αυξηθούν στην Ελλάδα κατά 21%-22%, ώστε η οικονομία να εμφανίσει ανάπτυξη 4% ετησίως. Η PwC διαπίστωσε ακόμα ότι η συρρίκνωση των επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ την περίοδο 2009-2016 απομάκρυνε την Ελλάδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, δημιουργώντας ένα διευρυνόμενο επενδυτικό κενό συνολικού ύψους 99 δισ. ευρώ.
Από τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει ότι το πρώτο 9μηνο του 2018 ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου διαμορφώθηκε στα 16,351 δισ. ευρώ, έναντι 17,434 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2017. Δηλαδή, ήταν μειωμένος σε ετήσια βάση κατά 1,083 δισ. ευρώ. Η επίδοση αυτή ήταν η 4η χειρότερη σε επίπεδο 9μηνου την τελευταία 10ετία. Για να επαληθευτεί η εκτίμηση του προϋπολογισμού του 2019 για το ύψος των επενδύσεων κατά την περυσινή χρονιά, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου θα πρέπει να φτάσει τα 24,44 δισ. ευρώ στο σύνολο του 2018, έναντι 24,25 δισ. ευρώ το 2017. Απομένει να φανεί στις 7 Μαρτίου από την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ εάν το τελευταίο τρίμηνο του περασμένου έτους έκλεισε με επενδύσεις ύψους τουλάχιστον 8,089 δισ. ευρώ.
«Η ασθενής πορεία των επενδύσεων δημιουργεί προβληματισμό όχι μόνο για το 2018, αλλά συνολικά για τη δυναμική στη μεταμνημονιακή περίοδο», είχε επισημάνει πριν από λίγους μήνες ο γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) καθηγητής Νίκος Βέττας, προσθέτοντας: «Χρειάζονται συντεταγμένες κινήσεις και επιμονή, ώστε να εμπεδωθεί εμπιστοσύνη που, όταν επέλθει, θα φανεί με βελτίωση όλων των δεικτών που αντανακλούν προσδοκίες: από τις τραπεζικές καταθέσεις μέχρι τις τιμές των ακινήτων και από το Χρηματιστήριο και τα ομόλογα μέχρι τις άμεσες ξένες επενδύσεις. Η οικονομία μας απέχει ακόμη από αυτό το σημείο».
Η πορεία του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου την περίοδο 2007-2019
(ετήσια μεταβολή σε σταθερές τιμές 2010)
2007: 15.9%
2008: -7.2%
2009: -13,9%
2010: -19,3%
2011: -20,5%
2012: -23,5%
2013: -8,4%
2014: -4,7%
2015: 0,7%
2016: 4,7%
2017: 9,1%
2018: 0,8%
2019: 11,9%
Πηγές: Τα στοιχεία για την περίοδο 2007-2017 προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Statistical Annex of European Economy, Φθινόπωρο 2018). Η εκτίμηση για το 2018 και η πρόβλεψη για το 2019 προέρχονται από τον κρατικό προϋπολογισμό του 2019.