Τώρα που τα πανηγύρια του Ζαππείου έλαβαν τέλος, μπορούμε να δούμε με πιο ψύχραιμο τρόπο τι αποφάσισε το Eurogroup ως προς το ελληνικό χρέος.
Το πρώτο και σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να πάρει μια λύση, η οποία είχε ήδη προταθεί και προαναγγελθεί αρκετό καιρό πριν, αναφέρει το in.gr.
Ήδη από το 2012 η περίφημη δήλωση του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012 , περιλάμβανε την προοπτική μέτρων όπως η μείωση των επιτοκίων, η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και η παράταση της περιόδου χάριτος των ελληνικών δανείων, υπό την προϋπόθεση πάντα της ολοκλήρωσης του προγράμματος ή τουλάχιστον κρίσιμων πλευρών του.
Λίγο πολύ η ίδια λύση είχε διατυπωθεί και το 2014 στο πλαίσιο της προσπάθειας της κυβέρνησης Σαμαρά να εξασφαλίσει τη μετάβαση από τα μνημόνια στην προληπτική γραμμή στήριξης, αλλά έμεινε μετέωρη όταν απαιτήθηκαν επιπλέον μέτρα από τους «θεσμούς» και η κυβέρνηση Σαμαρά οδηγήθηκε στην επιλογή των πρόωρων εκλογών.
Με ακόμη πιο σαφή τρόπο τα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται στην απόφαση του Eurogroup τον Ιούνιο του 2016. Για την ακρίβεια από τότε προαναγγέλθηκε ότι στο τέλος του προγράμματος το καλοκαίρι του 2018 θα υπάρξουν μέτρα για το χρέος. Και τα μέτρα που προαναγγέλθηκαν τότε είναι η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων του EFSF, η παράταση της περιόδου χάριτος, η μη αύξηση του επιτοκίου και η επιστροφή στην Ελλάδα ενός μέρους από τα παρακρατηθέντα κέρδη των ελληνικών ομολόγων.
Κανένα κέρδος
Επομένως, το πρώτο πράγμα που πρέπει να υπογραμμίσουμε είναι ότι η κυβέρνηση δεν κέρδισε κάτι παραπάνω από ρυθμίσεις οι οποίες ήταν στο τραπέζι εδώ και αρκετά χρόνια και λίγο πολύ εντάσσονταν εξαρχής στη λογική των μνημονίων.
Το δεύτερο σημαντικό που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι επιμήκυνση δεν σημαίνει πραγματική ελάφρυνση. Όταν ένα δάνειο επιμηκύνεται δεν αλλάζει ο πραγματικός όγκος του χρέους απλώς εκτείνεται σε μεγαλύτερο χρόνο η αποπληρωμή του. Υπάρχει για κάποια χρόνια ελάφρυνση και αποφυγή της στάσης πληρωμών καθώς και το ενδεχόμενο, εάν υπάρξουν μεγάλοι ρυθμοί ανάπτυξης, στο μέλλον να είναι καλύτερη η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ. Αλλά στο τέλος, αθροιστικά δεν πληρώνεις λιγότερα, ενώ υπάρχει το ενδεχόμενο απλώς να αναβάλεις κατά μία δεκαετία τη «στιγμή της αλήθειας» ως προς την αποπληρωμή του.
Πραγματική ελάφρυνση του χρέους θα σήμαινε διαγραφή μέρους του, λύση που παρότι την πρότεινε το «τρισκατάρατο» ΔΝΤ δεν την δέχονταν ποτέ οι Γερμανοί, θεωρώντας ότι δεν μπορούσαν να χειριστούν πολιτικά την κατηγορία ότι «έχασε λεφτά ο Γερμανός φορολογούμενος».
Το τρίτο σημαντικό στοιχείο είναι η εκτίμηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους δεν έχει ολοκληρωθεί. Αυτή τη στιγμή βιώσιμο θεωρεί το ελληνικό χρέος η πλευρά των ευρωπαϊκών θεσμών, που δεν μπορεί να κάνει κι αλλιώς, εφόσον διαφορετικά διακυβεύεται η φερεγγυότητα συνολικά του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Όμως, οι αγορές πάντα θεωρούν ως κρίσιμη «γνώμη» για τη βιωσιμότητα του χρέους αυτή του ΔΝΤ. Αυτός, άλλωστε, ο λόγος που πάντα οι Ευρωπαίοι ήθελαν να παραμένει το ΔΝΤ στο «ελληνικό πρόγραμμα», μια που απουσία του θα ήταν πλήγμα στην αξιοπιστία και φερεγγυότητα συνολικά της ΕΕ ως προς την αντιμετώπιση τέτοιων κρίσεων.
Η συνταγή
Ωστόσο, εξαρχής Ευρωπαίοι και ΔΝΤ διαφωνούσαν ως προς τη «συνταγή». Το ΔΝΤ πρότεινε λιτότητα και διαγραφή μέρους του χρέους, οι Ευρωπαίοι δεν ήθελαν να ακούσουν για διαγραφή, με την εξαίρεση του PSI που όλοι γνωρίζουμε το πώς έγινε και ποιες επιπτώσεις είχε και η ισορροπία ήταν τελικά ακόμη πιο σκληρά μέτρα για την Ελλάδα και μεγαλύτερα πρωτογενή πλεονάσματα.
Ως προς το πώς βλέπουν στο ΔΝΤ την ευρωπαϊκή αντίληψη για την επιμήκυνση του χρέους, καλό είναι να θυμηθούμε πώς είχε αντιδράσει η Κριστίν Λαγκάρντ στην απόφαση του 2016. Τότε όταν ρωτήθηκε για τη γνώμη της για τη συμφωνία για το ελληνικό χρέος, που περιλάμβανε λίγο πολύ αυτά που επικυρώθηκαν την περασμένη εβδομάδα, είχε απαντήσει: «Για ποια συμφωνία χρέους μιλάτε; Η απάντησή μου βρίσκεται μέσα στην ερώτηση που σας αντέτεινα». Με αυτό τον τρόπο είχε κάνει σαφές ότι για το Ταμείο επιμήκυνση δεν σημαίνει ελάφρυνση.
Αυτή τη φορά, η Λαγκάρντ δεν ήταν τόσο απαξιωτική. Ούτε, όμως, και έσπευσε να μιλήσει ρητά για βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Και αυτό γιατί μπορεί να υποστήριξε ότι «τα πρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που ανακοινώθηκαν σήμερα θα περιορίσουν τους μεσοπρόθεσμους κινδύνους αναχρηματοδότησης της Ελλάδας και θα βελτιώσουν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές του χρέους», όμως η αναφορά στη «δέσμευση των ευρωπαίων εταίρων της Ελλάδας να διατηρήσουν τη βιωσιμότητα του χρέους και να λάβουν πρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, εάν χρειαστεί», παραπέμπει ρητά σε επιφυλάξεις ως προς το εάν το χρέος είναι ήδη βιώσιμο.
Εξ ου και η παραπομπή στην διαδικασία εκτίμησης του ίδιου του Ταμείου (με βάση το Άρθρο IV της καταστατικής συμφωνίας του ΔΝΤ): «Θα εξετάσουμε τη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας στο πλαίσιο της επερχόμενης διαβούλευσης με βάση το άρθρο IV για την Ελλάδα, η οποία ξεκινάει την ερχόμενη εβδομάδα».
Κοντολογίς, το ΔΝΤ ακόμη δεν έχει πειστεί για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, σε πείσμα των κυβερνητικών πανηγυρισμών.