Το πανηγυρικό διάγγελμα Τσίπρα από την Ιθάκη δεν ήταν καθόλου τυχαίο ότι συνέπεσε με την κατρακύλα του ελληνικού Χρησματιστηρίου ούτε με τα απανωτά «χαστούκια» των ξένων ΜΜΕ και την «παγωμάρα» των αγορών.
Άλλωστε, το ίδιο το διάγγελμα, που ήταν γεμάτο ευφάνταστους λογοτεχνικούς παραλληλισμούς αλλά όχι συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής, δεν έδινε κάποιο ιδιαίτερο μήνυμα στις αγορές για μια πραγματικά «νέα σελίδα» ως προς την αναπτυξιακή δυναμική.
Αυτό ήταν αναμενόμενο αφού τις προηγούμενες μέρες οι «θεσμοί» είχαν φροντίσει να καταστήσουν σαφές ότι το τυπικό τέλος του «ελληνικού προγράμματος» δεν σημαίνει και τέλος των σκληρών μνημονιακών μέτρων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το γεγονός ότι ο αγαπημένος επίτροπος της κυβέρνησης, ο Μοσκοβισί αυτός που στη συνέντευξη τύπου επέμεινε ότι «πρέπει να τηρηθούν οι δεσμεύσεις» αναφερόμενος στα μέτρα για τις συντάξεις και το αφορολόγητο, διαψεύδοντας ουσιαστικά την επικοινωνιακή προσπάθεια της κυβέρνησης για το ενδεχόμενο να μην εφαρμοστούν τα μέτρα για τις συντάξεις.
Παρότι -σύμφωνα με τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ- φύγαμε τυπικά από τα μνημόνια, ορισμένες συνήθειες φαίνεται ότι δεν κόβονται.
Έτσι λοιπόν στις 10 Σεπτεμβρίου τα τεχνικά κλιμάκια επιστρέφουν στην Αθήνα και στις 14 Σεπτεμβρίου ξαναπιάνουν δουλειά οι επικεφαλής της Τρόικας. Η άφιξη αυτή δεν είναι στο πλαίσιο κάποιας αξιολόγησης, αλλά στο πλαίσιο της «ενισχυμένης εποπτείας» στην οποία θα βρίσκεται για το επόμενο εξάμηνο η ελληνική οικονομία.
Η «ενισχυμένη εποπτεία» είναι μια διαδικασία που προβλέπεται για τις χώρες που έχουν περάσει από «πρόγραμμα». Προβλέπεται από τον Κανονισμό 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την «για την ενίσχυση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας των κρατών μελών στη ζώνη του ευρώ τα οποία αντιμετωπίζουν ή απειλούνται με σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα».
Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 2: «Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να θέσει υπό ενισχυμένη εποπτεία ένα κράτος μέλος το οποίο αντιμετωπίζει ή απειλείται από σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική του σταθερότητα, που ενδέχεται να έχουν δυσμενείς δευτερογενείς επιπτώσεις σε άλλα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ.»
Στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας οι ευρωπαϊκοί θεσμοί όπως και το ΔΝΤ παρακολουθούν συστηματικά, κάνουν συστάσεις και ελέγχουν την πρόοδο των χωρών, παρεμβαίνοντας λίγο πολύ με τον τρόπο που έκανε και η Τρόικα τα προηγούμενα χρόνια.
Τυπικά, ο μεγάλος εκβιασμός που μπορούσε να ασκήσει η Τρόικα τα προηγούμενα 8 χρόνια ήταν ότι από τη θετική ή αρνητική αξιολόγηση κρινόταν το θα εκταμιευόταν η εκάστοτε δόση των δανείων.
Στο βαθμό που ήταν η βασικότερος τρόπος χρηματοδότησης του δημοσίου ήταν ένας αποτελεσματικός εκβιασμός.
Υποτίθεται ότι με το τέλος του προγράμματος και την εκταμίευση και της τελευταίας δόσης, αυτός ο μηχανισμός πλέον δεν λειτουργεί.
Όμως, η Ελλάδα θα συνεχίσει να περνάει από αξιολόγηση από την οποία θα εξαρτάται η εκταμίευση χρημάτων μέχρι το 2022!
Μία από τις αποφάσεις του Eurogroup της 21ης Ιουνίου 2018 ήταν η επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών (SMPs, ANFAs) από τα ελληνικά ομόλογα του 2014, όπως και η κατάργηση του από το 2018 του step-up επιτοκίου που σχετίζεται με τα δάνεια του δεύτερου ελληνικού προγράμματος. Η εφαρμογή αυτής της απόφασης θα εξαρτάται από την τήρηση των δεσμεύσεων από τη μεριά των ελληνικών κυβερνήσεων.
Τα χρήματα αυτά θα δίνονται σε εξαμηνιαία βάση μέχρι το 2022 στη βάση επιτυχών αξιολογήσεων εντός της μεταμνημονιακής επιτήρησης.
Όμως ακόμη και ως «κανονική ευρωπαϊκή χώρα», πάλι υπό επιτήρηση θα βρισκόμαστε.
Ο βασικός μηχανισμός είναι το «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο», που αφορά τον συντονισμό της οικονομικής πολιτικής εντός της ΕΕ. Αφορά τις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», τη «δημοσιονομική σταθερότητα» και την αποφυγή «μακροοικονομικών ανισορροπιών».
Ουσιαστικά, αντιπροσωπεύει την αυστηροποίηση των όρων επιτήρησης των ευρωπαϊκών οικονομιών που συμφωνήθηκαν στη δεκαετία του 2010.
Εμείς δεν περάσαμε τέτοιες διαδικασίες, γιατί ούτως ή άλλως ήμασταν στην ακόμη πιο αυστηρή μνημονιακή επιτήρηση, αλλά πλέον εντασσόμαστε κανονικά.
Ουσιαστικά, το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο θα είναι ως μία διαδικασία αξιολόγησης. Συντάσσονται εκθέσεις αξιολόγησης και σε αυτή τη βάση γίνονται συστάσεις αλλά και ελέγχεται ο βαθμός που αυτές τηρήθηκαν. Σε περίπτωση παρεκκλίσεων υπάρχουν οι τιμωρητικοί μηχανισμοί που προβλέπονται για χώρες που δεν κινούνται εντός των προβλεπόμενων δημοσιονομικών στόχων.
Η διαρκής ανάγκη να λένε οι θεσμοί μια «καλή κουβέντα».
Όμως, πέραν των τυπικών μηχανισμών επιτήρησης, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα για όλο το επόμενο διάστημα θα χρειάζεται να έχει τη θετική γνώμη των ευρωπαϊκών θεσμών (όπως και του ΔΝΤ).
Ο λόγος είναι η διαβόητη «έξοδος στις αγορές». Για να μην χρειαστεί να επιστρέψουμε στα μνημόνια χρειάζεται να μπορούμε να δανειζόμαστε από τις αγορές με επιτόκια που να μην είναι υπερβολικά. Όμως, οι αγορές είναι υπερβολικά ευαίσθητες σε κάθε σημάδι που μπορεί να παραπέμπει σε οικονομικά προβλήματα, ιδίως σε εποχές όπου υπάρχει μεγάλη αστάθεια και αβεβαιότητα στο διεθνές σύστημα.
Αυτό θα αποτελεί για αρκετό ακόμη καιρό έναν παράγοντα συνεχούς πίεσης η ελληνική κυβέρνηση να επιδιώκει τα εύσημα των «θεσμών», που με τη σειρά τους θα τα συναρτούν με πολύ συγκεκριμένες απαιτήσεις ως προς τις εφαρμοζόμενες πολιτικές.
Η «ώρα της αλήθειας» το… 2032
Σε όλα αυτά ας προσθέσουμε και μία ακόμη παράμετρο: τα μέτρα «ελάφρυνσης» για το χρέος, έχουν ως ορίζοντα το 2032. Τότε, όπως έδειξε και η σχετική ανάλυση βιωσιμότητας από το ΔΝΤ ανοίγει μια περίοδος όπου εάν δεν ληφθούν μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους, σύντομα η χώρα θα βρεθεί αντιμέτωπη με πολύ μεγάλες υποχρεώσεις ως προς ην αποπληρωμή του χρέους.
Σε εκείνη την περίοδο, η Ελλάδα θα χρειαστεί και πάλι μια ευμενή απόφαση από τη μεριά των ευρωπαϊκών θεσμών, κάτι που με τη σειρά του θα εξαρτηθεί από την αποτίμηση που θα έχει γίνει μέχρι τότε ως προς την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας αλλά και τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Πώς μας «έδεσε» για δεκαετίες το μνημόνιο Τσίπρα
Με βάση το μνημόνιο που συμφωνήθηκε τον Αύγουστο του 2015 και ολοκληρώνεται σήμερα, 20 Αυγούστου του 2018, δεν υλοποιήθηκαν μόνο τα μέτρα της «πρότασης Γιούνκερ» που καταψηφίστηκαν με 62% στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου του 2015 αλλά και μια σειρά πρόσθετων διαρθρωτικών παρεμβάσεων και μέτρων λιτότητας συνολικού ύψους πάνω από 15 δισ. ευρώ.
Στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος ψηφίστηκαν επίσης νέα μέτρα για τη διετία 2019-2020 και εγκρίθηκαν δεσμεύσεις που εκτείνονται σε βάθος χρόνου, ως το 2060 αλλά και στον επόμενο αιώνα, το έτος 2115.
Τα πιο αξιοσημείωτα μέτρα και οι δεσμεύσεις που ψήφισε η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τα τρία τελευταία χρόνια έχουν ως εξής:
-Αύξηση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και μείωση συντάξεων, ακόμη και πάνω από 400 ευρώ, για τους νέους συνταξιούχους σε σύγκριση με αυτές που θα έπαιρναν οι ίδιοι με τις παλιές διατάξεις
-Κατάργηση του ΕΚΑΣ για όλους τους συνταξιούχους -θα ολοκληρωθεί τον Δεκέμβριο του 2019
-Σταδιακή κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων
-Πλειστηριασμοί ακινήτων (και της α’ κατοικίας) για χρέη από 500 ευρώ στο Δημόσιο
-Αύξηση του ανώτατου συντελεστή ΦΠΑ από το 23% στο 24%
-Αύξηση του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις από το 26% στο 29%
-Κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά (από 1.1.2020 και σε Λέσβο, τη Χίο, τη Σάμο, την Κω και Λέρο)
-Αύξηση των φόρων (μεταξύ άλλων) στα αυτοκίνητα, στα έσοδα από ενοίκια, στο πετρέλαιο θέρμανσης, το ντίζελ και τη βενζίνη, στα τσιγάρα και τον καφέ, στη σταθερή τηλεφωνία και στα μακαρόνια
-Αύξηση του εισιτηρίου από το 1,20 στο 1,40 ευρώ για όλα τα μέσα μαζικης μεταφοράς
-Αύξηση φόρου από 6,5% στο 13% για ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια και κάμπινγκ
-Πρώτη φάση μείωσης του αφορολόγητου και αύξηση φορολογικών συντελεστών για τα φυσικά πρόσωπα
Οι πολυετείς δεσμεύσεις περιλαμβάνουν:
-Δέσμευση για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ ως το 2022 και 2,2% ως το 2060
-Ιδρυση του Υπερταμείου ιδιωτικοποιήσεων με διάρκεια ζωής 99 έτη, από το 2016 ως το 2115
Ψηφισμένα μέτρα που δεν έχουν εφαρμοστεί ακόμη:
-Μείωση συντάξεων ως 18% για τους υφιστάμενους συνταξιούχους (2019)
-Μείωση του αφορολόγητου ορίου από τα 8.700 στα 5.700 ευρώ για τον άγαμο (2020)