Ο κ. Αλέξης Τσίπρας και οι κατά Ευάγγελο Βενιζέλο «άτυποι εταίροι» του δεν «αγωνίζονται» για να εξέλθει η Ελλάδα από τα μνημόνια και την επιτροπεία, αλλά αγωνιούν μήπως και εμπεδωθεί στον κόσμο η αντίληψη της φιλελεύθερης λύσης
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Όταν τούς προέκυψε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κτύπησαν καμπανάκια. «Λέτε να γίνει καμμιά πλάκα ρε παιδιά και να βλέπει φιλελεύθερα η ΝΔ; Θα την πατήσουμε άσχημα. Ο Τσίπρας θα τον βαφτίσει νεοφιλελεύθερο τον Κυριάκο και πάει, χαθήκαμε».
Το σχόλιο δεν είναι τυχαίο. Ανήκει σε ακροφυές καραμανλικό στέλεχος της ΝΔ, από αυτά που είχαν προσχωρήσει στην σαμαρική ομάδα του «άκρατου λαϊκισμού» και που σήμερα μετράνε κουκιά. Αρκετά από τα στελέχη αυτά δεν γνωρίζουν επακριβώς τις θέσεις και προθέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά φοβούνται ότι, αν τελικά ακολουθήσει την απαιτούμενη για την χώρα μεταρρυθμιστική πορεία, δεν θα έχουν θέση μέσα στην Νέα Δημοκρατία.
Τις ίδιες σκέψεις όμως κάνουν και οι επικεφαλής του κ. Αλέξη Τσίπρα. Γνωρίζουν ότι, έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, η ΝΔ θα είναι πρώτο κόμμα στις προσεχείς εκλογές αλλά χωρίς επαρκές ποσοστό για να δημιουργήσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αναζητήσει συμμάχους στον ευρύτερο φιλοευρωπαϊκό κεντροαριστερό χώρο, ο οποίος σήμερα επίσης προβληματίζεται.
Στο πλαίσιο αυτό, στόχος του κ. Τσίπρα είναι να περιοριστεί όσο γίνεται στην χώρα η επιρροή φιλελεύθερων απόψεων, ιδεών και προτάσεων. Και, όπως δείχνουν τα πράγματα, αυτό θα επιδιώξει να το πετύχει με δύο πρωτοβουλίες του. Πρώτον, με μία έξαλλη αντιφιλελεύθερη πολιτική προπαγάνδα και, δεύτερον, με έναν νέο εκλογικό νόμο, που θα ανατρέπει αισθητά το πολιτικό σκεπτικό.
Δεδομένων των προδιαγραφών της νεομνημονιακής συμφωνίας, η σωστή εφαρμογή και υλοποίησή της μετατρέπεται (για όσους καταλαβαίνουν) σε δαμόκλειο σπάθη τόσον από οικονομικής όσο και από κοινωνικο-πολιτικής σκοπιάς. Στην περίοδο που θα ακολουθήσει, οποιαδήποτε υστέρηση σε έσοδα ή δημοσιονομικούς στόχους εν γένει θα θέτει σε εφαρμογή με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς συζητήσεις και αξιολογήσεις την αυτόματη περικοπή, και αυτό θα προξενεί ολοένα και μεγαλύτερη πίεση. Με πιο απλά λόγια, ο περίφημος «κόφτης» και η επιτροπεία που συνεπάγεται είναι κομμάτια μιας νέας πραγματικότητας για την χώρα, αγνώστου χρονικής διάρκειας.
Σύμφωνα με σαφείς ενδείξεις, οι επιλογές που έχουν γίνει από το Μέγαρο Μαξίμου είναι μονοδιάστατες. Σε πρώτη φάση, είναι σαφές ότι ο κ. Τσίπρας και το επικοινωνιακό επιτελείο του θα κλιμακώσουν την στρατηγική της πολιτικής έντασης και πόλωσης. Κατά τον τρόπο αυτόν θα επιχειρούν διαρκώς να αποσαφηνίζουν τις διαχωριστικές γραμμές από την ΝΔ και με κλασσικούς όρους προπαγάνδας θα εντείνουν την πίεση προς τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου, κυρίως προς το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι. Στο ίδιο πλαίσιο, και καθώς διαφαίνεται ότι η πολιτική ένταση αποτελεί βασική προτεραιότητα του Μεγάρου Μαξίμου, κάποια πολιτικά «τεχνάσματα» έχουν ήδη αρχίσει να συζητούνται.
Θα έχουν να κάνουν με τις γνωστές πρακτικές των φαιοκόκκινων δυνάμεων εν γένει, αλλά ιδιαίτερα της εθνικολαϊκιστικής αριστεράς.
Πέρα, όμως, από την επίπεδη και κίτρινη προπαγάνδα, οι πληροφορίες λένε ότι ο υπουργός Εσωτερικών κ. Π. Κουρουμπλής έχει έτοιμο προς κατάθεση και συζήτηση ένα νέο σχέδιο εκλογικού νόμου, στο οποίο θα υπάρχει μία επίφαση αναλογικότητας και μία απόπειρα να αποσπαστεί συναίνεση της αντιπολίτευσης με τον περιορισμό του μπόνους εδρών. Όπως ανέφερε ο Νίκος Χασαπόπουλος στο Βήμα της Κυριακής, ο νόμος θα προβλέπει
*Σπάσιμο των μεγάλων περιφερειών. Καμμία εκλογική περιφέρεια δεν θα έχει εφεξής περισσότερους από δέκα βουλευτές. Ειδικά η Β’ Αθηνών, η μεγαλύτερη εκλογική περιφέρεια της χώρας, σπάει σε τέσσερα κομμάτια. Διατηρούνται όμως όλες οι μονοεδρικές περιφέρειες.
*Την προγραμματική προεκλογική συνεργασία των κομμάτων, κάτι που ο ισχύων εκλογικός νόμος δεν προβλέπει.
*Την καθιέρωση απλής αναλογικής για 270 βουλευτές, αλλά με διατήρηση του 3% για είσοδο στην Βουλή.
*Την καθιέρωση ψήφου στα 17, πράγμα που μπορεί να γίνει με νόμο, χωρίς να υπάρχει ανάγκη αναθεώρησης του Συντάγματος.
Παρόλα αυτά, πληροφορίες μας αναφέρουν ότι, στο πλαίσιο των τεχνασμάτων του, ο κ.Τσίπρας θα επιχειρήσει να σύρει την αντιπολίτευση σε συνταγματική αναθεώρηση.
Οι επόμενοι μήνες, λοιπόν, θα είναι αποφασιστικοί για το μέλλον της χώρας, το οποίο δεν εξαρτάται πλέον από τεχνικές μεταρρυθμίσεις αλλά από βαθύτατες πνευματικές προδιαθέσεις.