Μπούμερανγκ για τα δημόσια έσοδα, το Ασφαλιστικό και την ελληνική οικονομία γενικότερα θα γυρίσει η στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης, η οποία προκειμένου να διασώσει τους συνταξιούχους από περικοπές συντάξεων -χωρίς τελικά όμως να τις αποφύγει και να τις ψηφίσει φέτος- προτίμησε πέρυσι τον Μάιο να επιβάλει αυξήσεις φόρων και εισφορών σε εργαζομένους, αγρότες και αυτοαπασχολούμενους.
Εναν χρόνο μετά την ψήφιση του νόμου 4387 τον Μάιο του 2016 και επτά μήνες από την έναρξη εφαρμογής της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης Κατρούγκαλου, το αποτέλεσμα είναι ότι έχει ανοίξει μια τεράστια τρύπα 1,3 δισ. στα έσοδα για τα κρατικά και τα ασφαλιστικά ταμεία, φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο τον κόφτη ή την εφαρμογή των μειώσεων σε συντάξεις και αφορολόγητο νωρίτερα (από το 2018 αντί για το 2019 ή το 2020).
Η υστέρηση εκτιμάται σε 1,1 δισ. για τα φορολογικά έσοδα του 2017 και τουλάχιστον 200 εκατ. ευρώ για τα έσοδα του ΕΦΚΑ, ενώ βάζει νάρκη και στον Προϋπολογισμό του 2018.
Οι συνέπειες του νόμου που ψήφισε πέρυσι η κυβέρνηση αποτυπώνονται πλέον ως εξής:
* Με όλες τις αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος, τις μειώσεις στο αφορολόγητο, τις αλλαγές στην έκτακτη εισφορά, τις προκαταβολές φόρου κ.λπ. που ψηφίστηκαν μεσούσης της χρονιάς πέρυσι τον Μάιο (άρθρο 114 του ν.4387/16) και ίσχυσαν αναδρομικά από την αρχή του 2016, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και οι πιστωτές υπολόγιζαν ότι έως το 2017 τα φορολογικά έσοδα θα αυξηθούν σε ετήσια βάση κατά 1,7 δισ. ευρώ.
* Από τα 1,7 δισ. επιπλέον φόρους εισοδήματος που υπολόγιζε η κυβέρνηση, τα 700 εκατ. τα προεισέπραξε μέσα στο 2016 ως προκαταβολή φόρου. Μαζί με αυτά τα 700 εκατ., οι φορολογούμενοι (μισθωτοί, συνταξιούχοι, αυτοαπασχολούμενοι κ.λπ.) πλήρωσαν πέρυσι συνολικά 8,171 δισ. ευρώ σε φόρους εισοδήματος. Στην κυβέρνηση, ωστόσο, ανέμεναν ότι φέτος, μετά την εκκαθάριση των δηλώσεων Ε1, το Δημόσιο θα εισέπραττε και το υπόλοιπο 1 δισ. ευρώ από τους 1,7 δισ. επιπλέον φόρους που επέβαλε. Για τον φετινό Δεκέμβριο προέβλεπε πέρυσι στον Προϋπολογισμό του 2017 ότι οι φορολογούμενοι θα πληρώσουν φόρους εισοδήματος 9,172 δισ. ευρώ.
* Διαψεύδοντας όμως τις προσδοκίες, με βάση τα εισοδήματα που δήλωσαν ότι είχαν το 2016 οι φορολογούμενοι, οι φόροι εισοδήματος που βεβαιώθηκαν κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων Ε1 φέτος δεν ήταν περισσότεροι, αλλά κατά 40 εκατ. ευρώ λιγότεροι από πέρυσι!
* Αυτό φαίνεται ήδη και από τα στοιχεία των εισπράξεων άμεσων φόρων έως τον Ιούλιο, μετά δηλαδή και την πληρωμή της πρώτης δόσης του φόρου εισοδήματος. Ενώ από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Ιούλιο του 2016 είχαν εισπραχθεί φόροι εισοδήματος 6,108 δισ., για το ίδιο διάστημα φέτος εισπράχθηκαν 6,058 εκατ., δηλαδή 50 εκατ. λιγότερα από πέρυσι – και περίπου 350 εκατ. λιγότερα σε σχέση με όσα υπολόγιζε το υπουργείο Οικονομικών.
* Ακόμα χειρότερα, ο στόχος που μπήκε στον κρατικό προϋπολογισμό όταν ψηφίστηκε τον Δεκέμβριο, ότι -με βάση τα νέα φορολογικά μέτρα- το 2017 θα εισπραχθούν άμεσοι φόροι εισοδήματος φυσικών προσώπων 9,172 δισ. ευρώ, άλλαξε τον Μάιο που κατατέθηκε το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα. Και αντί με βάση τις ενδείξεις να αναθεωρηθεί προς τα κάτω ή να παραμείνει ίδιος, ο στόχος είσπραξης αυξήθηκε προς τα πάνω! Το Μεσοπρόθεσμο 2018-2021 στηρίζεται στην πρόβλεψη ότι φέτος θα εισπραχθούν 9,265 δισ. ευρώ από φόρους εισοδήματος, δηλαδή περισσότερα και από όσα προέβλεπε ο Προϋπολογισμός τον Δεκέμβριο.
* Καθώς όμως εισπράττονται λιγότεροι φόροι σε σχέση με πέρυσι, ανοίγει τρύπα 1,1 δισ. ευρώ στα φορολογικά έσοδα, αφού πέρυσι είχαν εισπραχθεί 8,171 δισ. έναντι 9,265 δισ. που αναμένει φέτος το υπουργείο Οικονομικών.
Νάρκη στον ΕΦΚΑ
Στο υπουργείο Οικονομικών στοχοποιούν τώρα τους ελεύθερους επαγγελματίες επειδή δήλωσαν φέτος 900 εκατ. ευρώ μικρότερο εισόδημα (3,8 δισ. για το 2016 έναντι 4,7 δισ. για το 2015). Ωστόσο αυτό δεν μπορεί να δικαιολογήσει το ότι λείπουν έσοδα από φόρους 1,1 δισ. ευρώ. Με συντελεστές φορολόγησης κάτω του 30% που ισχύουν για τους αυτοαπασχολούμενους, οι φόροι που χάνει το Δημόσιο δεν ξεπερνούν τα 300 εκατ. ευρώ.
Και αν είχαν αντίστοιχα εισοδήματα και τους πλήρωναν, θα βεβαιώνονταν μεν φέτος φόροι εισοδήματος 3,7 δισ. (αντί 3,4 δισ. που έδειξαν τα εκκαθαριστικά), αλλά η τρύπα θα παρέμενε – και θα περιοριζόταν απλώς στα 800 εκατ. αντί για 1,1 δισ. που φαίνεται ότι θα φτάσει φέτος.
Αντιθέτως, τα πρώτα στοιχεία εκκαθάρισης δείχνουν ότι τουλάχιστον 100.000 αυτοαπασχολούμενοι έβαλαν λουκέτο ή έκλεισαν το μπλοκάκι μέσα στο 2016. Η διακοπή εργασιών γνώρισε εκρηκτική άνοδο στα τέλη του 2016, λόγω της επέλασης του αντιασφαλιστικού νόμου Κατρούγκαλου που οδηγούσε σε δήμευση του 60% ή και του 80% των εισοδημάτων τους. Προκειμένου να μην πληρώνουν όσα βγάζουν σε Εφορία και ασφαλιστικά ταμεία, οι αυτοαπασχολούμενοι διέκοψαν κατά χιλιάδες τις δραστηριότητές τους προτιμώντας να ζουν από τα έτοιμα ή με επιδόματα – ή ενδεχομένως να δουλεύουν μαύρα ή να μετανάστευσαν σε άλλη χώρα.
Εκτός από τη διάλυση της αγοράς (με χαράτσια, ασάφεια νόμων, απουσία εγκυκλίων κ.λπ.), η πτώση των εισοδημάτων προκαλεί διπλή ζημιά στο Δημόσιο. Εφορία και ασφαλιστικά ταμεία θα χάσουν έσοδα όχι μόνο το 2017, αλλά και το 2018, καθώς τα φετινά εκκαθαριστικά αποτελούν τη βάση υπολογισμού και των εισφορών ΕΦΚΑ της επόμενης χρονιάς.
Ειδικά για τις ασφαλιστικές εισφορές, η απώλεια των Ταμείων υπολογίζεται σε τουλάχιστον 250 εκατ. ευρώ (900 εκατ. ευρώ μικρότερο εισόδημα x 26,95% για εισφορές ΕΦΚΑ). Και η απώλεια αυτή θεωρείται επαναλαμβανόμενη, γεγονός που έχουν επισημάνει ήδη οι ελεγκτές των θεσμών.
Κόφτης ή μέτρα το 2018
Oλα αυτά ξυπνούν εφιάλτες στο οικονομικό επιτελείο, ιδιαίτερα για το 2018, επειδή ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα διπλασιάζεται και φτάνει στο 3,5% έναντι 1,75% το 2017. Οι φοροδοτικές ικανότητες των πολιτών εξαντλούνται και στην κυβέρνηση ήδη έχει αρχίσει το blame gaming, καθώς αναζητούν εξιλαστήρια θύματα για την περίπτωση που θα απαιτηθούν έκτακτα νέα μέτρα.
Στην περίπτωση αυτή οι έτοιμες λύσεις που προβλέπει το μνημόνιο είναι δύο: είτε οριζόντιος κόφτης στις συντάξεις, είτε να εφαρμοστούν νωρίτερα, ήδη από το 2018, μέτρα που έχουν ήδη ψηφιστεί για να ισχύσουν από το 2019 και μετά, όπως η περικοπή των κύριων συντάξεων, η δημοσιονομική απόδοση της οποίας καλύπτει ακριβώς τα 1,3 δισ. ευρώ της διαφαινόμενης υστέρησης στα κρατικά έσοδα.