Πολιτική αυτοκτονία χαρακτηρίζουν στον ΣΥΡΙΖΑ το θέμα των ρουσφετιών, καθώς σε μια χρονική στιγμή που το Μέγαρο Μαξίμου είχε επικεντρωθεί στην προσπάθεια αλλαγής του κλίματος με πολιτική αντεπίθεση έναντι της ΝΔ, στο πλαίσιο της... «προγραμματικής πόλωσης», οι κεραυνοί των διορισμών και αποσπάσεων έπληξαν καίρια το κυβερνητικό οικοδόμημα.
Μάλιστα, ο Πρωθυπουργός έσπευσε να ζητήσει την ακύρωση των μετατάξεων ώστε να μην επιβαρυνθεί περισσότερο η πολιτική ατμόσφαιρα κατά του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά όπως πάντα αυτό έγινε κατόπιν εορτής...
Παρά τις προσπάθειες και του πρωθυπουργικού επιτελείου να δοθεί το μήνυμα ότι η ΝΔ που καταγγέλλει τις μετατάξεις, είχε συναινέσει στη διαδικασία των μετατάξεων, στη λογική να εναρμονιστεί και η Βουλή με το νομοθετικό πλαίσιο περί κινητικότητας, στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει πολύ μεγάλη γκρίνια για τη συγκεκριμένη υπόθεση.
Πάρα πολλοί σημειώνουν, παρασκηνιακά, καθώς ουδείς θέλει παραμονές των εκλογών να εκτεθεί δημόσια, ότι αν και όλα όσα έγιναν ήταν νόμιμα, εντούτοις δεν έχουν ηθική νομιμοποίηση υπό την έννοια ότι γίνονται κυριολεκτικά λίγες ώρες πριν προκηρυχθούν οι εκλογές και διαλυθεί η Βουλή.
«Δίνουμε την εντύπωση, ότι είμαστε το ίδιο με το παλαιό που καταγγέλλουμε» λένε πολλοί που δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τα λάθη που έχουν γίνει τις τελευταίες ημέρες.
Οι χαριστικές μετατάξεις και οι «φωτογραφικές» τροπολογίες, απλώς ήρθαν να προστεθούν στα πολλαπλά σημάδια ότι το «ηθικό πλεονέκτημα» είχε χαθεί εδώ και καιρό.
Όμως, η όλη εικόνα απλώς επέτεινε ένα συναίσθημα αποκαρδίωσης σε ένα τμήμα του ακροατηρίου του ΣΥΡΙΖΑ, ακριβώς γιατί παρέπεμπε στην εικόνα ενός κόμματος που γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να κερδίσει τις εκλογές.
Μόνο που αυτός είναι ο χειρότερος τρόπος να ξεκινήσει μια προεκλογική εκστρατεία.
Την ίδια στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ ετοιμάζεται για τη μάχη των εθνικών εκλογών με κύριο χαρακτηριστικό ότι πολλά στελέχη και άλλα πρόσωπα στα οποία απευθύνθηκε το κόμμα, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στα ψηφοδέλτια.
Ηδη, υπάρχει μια μαζική εικόνα αποχωρήσεων, ενώ στις εκλογές δεν θα συμμετάσχει ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου (σ.σ. εδώ και δυόμισι μήνες είχε ανακοινώσει ότι αποχωρεί από την πολιτική), ενώ δεν θα είναι υποψήφιοι τόσο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης όσο και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στέργιος Πιτσιόρλας.
Ταυτόχρονα στο παρασκήνιο υπάρχει μεγάλη ένταση και πολλοί μιλάνε για σχέσεις οργής, αλλά λόγω του γεγονότος ότι σε ένα μήνα γίνονται εκλογές, τα μαχαίρια είναι στα θηκάρια. Εξάλλου, ο Πρωθυπουργός αποφάσισε να συγκροτηθεί ένα επταμελές όργανο που αποτελείται, εκτός από τον ίδιο, από τους Πάνο Σκουρλέτη, Δημήτρη Τζανακόπουλο, Ευκλείδη Τσακαλώτο, Νίκο Παππά, Αλέξη Χαρίτση και Εφη Αχτσιόγλου.
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση δεν είχε ένα σχέδιο για τη διαχείριση του αποτελέσματος των ευρωεκλογών. Προσανατολισμένη σε πρόωρες εκλογές υπό το βάρος θετικού αποτελέσματος, δηλαδή μιας συνθήκης όπου π.χ. με το θετικό momentum μιας μικρής διαφοράς θα δοκίμαζε να πάει να πολώσει και να κερδίσει τις εκλογές, δεν μπορούσε να χειριστεί την ήττα.
Η κοινή λογική όντως επέβαλε την άμεση προσφυγή στις κάλπες, εφόσον η μεγάλη διαφορά για μια κυβέρνηση που ούτως ή άλλως κυβερνά με μια οριακή πλειοψηφία η οποία διαμορφώθηκε… στη διαδρομή και αφού είχε χάσει τον κυβερνητικό της εταίρο.
Όμως, αντί για αυτό είδαμε να εξαγγέλλονται εκλογές και μετά να υπάρχουν ταλαντεύσεις και για την ημερομηνία ακόμη και για το εάν έπρεπε να γίνουν πρόωρες εκλογές. Και αυτό γιατί παρότι ήταν σαφές ότι πήγαιναν για ήττα, η λογική ήταν «να δοκιμάσουν να γυρίσουν το παιχνίδι», αγνοώντας ότι σε τέτοιες πολιτικές μάχες κανένα παιχνίδι δεν κρίνεται στην παράταση.
Επιπλέον, όπως και σε άλλες στιγμές, υποτίμησαν την ικανότητα του εκλογικού σώματος να αντιλαμβάνεται πότε μια κυβέρνηση κάνει πολιτική και πότε κάνει χειρισμούς. Και οι χειρισμοί συνήθως δημιουργούν κακή εικόνα, γιατί το εκλογικό ακροατήριο, ακόμη και το στενά κομματικό, θέλει να βλέπει ότι «τηρούνται οι κανόνες του παιχνιδιού».