Υπό αυστηρή εποπτεία των δανειστών θα τελεί η Ελλάδα έως έως το 2050.
«Και μετά το τέλος του μνημονίου η Ελλάδα θα παραμένει για πολλές δεκαετίες σε καθεστώς εποπτείας», σημειώνει η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, όπως μεταδίδει η Deutche Welle.
“Όπου βρεθεί κι όπου σταθεί ο Αλέξης Τσίπρας μιλά για «καθαρή έξοδο». Στις 20 Αυγούστου ο Έλληνας πρωθυπουργός θέλει να σπάσει τις αλυσίδες”, γράφει η Handesblatt σε άρθρο με τίτλο «Η Ελλάδα σε αυστηρή επιτήρηση για δεκαετίες».
H οικονομική εφημερίδα παρατηρεί ότι «όσο περνά ο χρόνος γίνεται όλο και πιo σαφές πως η ολοκλήρωση του προγράμματος δεν σημαίνει και το τέλος των όρων που θέτουν οι δανειστές.
Και μετά την εκπνοή του προγράμματος στήριξης η Αθήνα θα παραμείνει σε καθεστώς εποπτείας, όπως προκύπτει από το κείμενο του ‘Συμπληρωματικού Μνημονίου‘ της Κομισιόν.
Στις 40 σελίδες του κειμένου αναφέρονται οι λεπτομέρειες των ελέγχων που θα κληθούν να διασφαλίσουν ότι και μετά τις 20 Αυγούστου διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και δημοσιονομική πειθαρχία θα συνεχιστούν.
Ως προς τις περικοπές και τους στόχους του προϋπολογισμού η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη δεσμευθεί.
«Δεν αποκλείονται νέοι όροι»
Ωστόσο, το κείμενο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κάνει λόγο για τη δυνατότητα φορολογικών αυξήσεων ήδη από την 1η Ιανουαρίου του 2019 σε περίπτωση που κριθεί αναγκαίο.
Μια κακή είδηση για τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος θέλει να νικήσει στις επόμενες βουλευτικές εκλογές.
Η επιτήρηση μετά το τέλος του προγράμματος στην Ελλάδα θα ξεπερνά το πλαίσιο μια κανονικής εποπτείας, όπως εκείνη που βίωσαν άλλες χώρες της κρίσης (Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Κύπρος) όταν εξήλθαν από το πρόγραμμα, συνεχίζει η εφημερίδα του Ντίσελντορφ.
Την ίδια στιγμή δεν αποκλείεται να προστεθούν και άλλοι όροι σε περίπτωση που ο Αλέξης Τσίπρας λάβει την πολυπόθητη ελάφρυνση χρέους. Το ζήτημα θα συζητηθεί στο επόμενο Eurogroup στις 21 Ιουνίου.
Ως γνωστόν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ζητά ελαφρύνσεις για να καταστεί βιώσιμο το χρέος. Όμως, ήδη ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), Κλάους Ρέγκλινγκ έχει δηλώσει ότι χορήγηση ελαφρύνσεων σημαίνει επιπλέον αξιολογήσεις καθώς και αυστηρότερους ελέγχους.
Ούτως ή άλλως η Ελλάδα θα πρέπει να μάθει να ζει με τους τακτικούς ελέγχους των δανειστών για πολλές ακόμα δεκαετίες. Μέχρι το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο η Ελλάδα θα έχει λάβει συνολικά 273 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σύμφωνα με τους κανόνες του ΕΜΣ μια χώρα θα βρίσκεται σε καθεστώς επιτήρησης μέχρι να αποπληρώσει το 75% του χρέους της. Στην περίπτωση της Ελλάδας αυτό σημαίνει ότι οι έλεγχοι θα συνεχιστούν το νωρίτερο μέχρι το 2050».
Πηγές Ε.Ε.: Με ενισχυμένη εποπτεία η Ελλάδα μετά το πρόγραμμα
Την πεποίθηση ότι η ελληνική κυβέρνηση θα έχει ολοκληρώσει την εφαρμογή των 88 προαπαιτούμενων της τέταρτης αξιολόγησης μέχρι τα μέσα Ιουνίου εξέφρασε Ευρωπαίος αξιωματούχος που ενημέρωσε τον Τύπο στις Βρυξέλλες σχετικά με την τεχνική συμφωνία που επιτεύχθηκε στην Αθήνα.
Όπως ανέφερε, το χρονοδιάγραμμα είναι «στενό», καθώς αμέσως μετά την ολοκλήρωση της εφαρμογής των προαπαιτούμενων θα πρέπει οι θεσμοί να συντάξουν την καθιερωμένη έκθεση συμμόρφωσης, η οποία θα περιλαμβάνει και την επικαιροποιημένη έκθεση βιωσιμότητας του χρέους. Αυτή αναμένεται να είναι έτοιμη περί τις 18-19 Ιουνίου προκειμένου να λάβει την έγκριση και του EuroWorking Group πριν πάει στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης στις 21 Ιουνίου.
Ο ίδιος αξιωματούχος εκτίμησε ότι ήδη έχουν προχωρήσει οι διαδικασίες εφαρμογής των προαπαιτούμενων και δεν θα υπάρξουν καθυστερήσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, στις 21 Ιουνίου στόχος είναι να έχει ετοιμαστεί και ένα «αξιόπιστο» πακέτο μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, σημείωσε ο ίδιος αξιωματούχος, συμπληρώνοντας ότι αυτό δεν πρέπει να συνδέεται με την ενεργοποίηση ή όχι του προγράμματος του ΔΝΤ.
Υπογράμμισε, επίσης ότι το ενδεχόμενο να εφαρμοστεί το μέτρο της μείωσης του αφορολόγητου το 2019 αντί για το 2020 «έχει φύγει οριστικά από το τραπέζι», καθώς όλοι συμφωνούν ότι η Ελλάδα θα πετύχει το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% τόσο το 2018 όσο και το 2019, ενώ από το 2020 θα έχει αυξητική τροχιά, καθώς θα αυξάνεται η παραγωγικότητα. Ως εκ τούτου, είπε πως δεν αναμένεται να χρειαστεί κανένα νέο δημοσιονομικό μέτρο.
Σε ό,τι αφορά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, ο αξιωματούχος σημείωσε ότι θα επανεκκινήσουν από το 2019 και ότι αυτό δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση ανατροπή ήδη εφαρμοσμένων μεταρρυθμίσεων, καθώς έχει ήδη συμφωνηθεί ότι είχαν ανασταλεί μόνο για την περίοδο του μνημονίου. Επίσης, επιβεβαίωσε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα είναι αυτή που θα καθορίσει τον κατώτατο μισθό μετά το τέλος του προγράμματος, επισημαίνοντας ότι μετά από μια κρίση τέτοιου βαθμού, κατά την οποία μειώθηκαν οι μισθοί κατά 25%, είναι λογικό να πάρει αυξητική πορεία. Ωστόσο, τόνισε ότι αυτό πρέπει να γίνει στο σωστό χρόνο, με δεδομένο ότι η ανεργία στην Ελλάδα είναι ακόμα υψηλή και ο κατώτατος μισθός της είναι ήδη στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αναφορικά με το πλαίσιο επιτήρησης στη μεταμνημονιακή περίοδο, ο Ευρωπαίος αξιωματούχος σημείωσε ότι «όλες οι χώρες έχουν δεσμεύσεις, στόχους και επιτήρηση» και εξήγησε ότι το πλαίσιο αυτό για την Ελλάδα δεν θα είναι και δε θα μοιάζει με τέταρτο πρόγραμμα. Ωστόσο, επισήμανε ότι εφόσον η Ελλάδα θα λάβει ελάφρυνση χρέους, είναι λογικό να έχει μια πιο αυστηρή εποπτεία και πως η Επιτροπή έχει προτείνει να χρησιμοποιηθεί το εργαλείο της «ενισχυμένης εποπτείας» που προβλέπεται από το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ, ερωτηθείς σχετικά με το εναπομείναν ένα δισ. της τρίτης αξιολόγησης (που έχει συνδεθεί με τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου) εκτίμησε ότι η έκθεση των θεσμών θα είναι θετική ως προς τη λειτουργία του συστήματος των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, ενώ για την αποπληρωμή οφειλών τα στοιχεία θα κατατεθούν στις 4 Ιουνίου.
Τέλος, κληθείς να σχολιάσει τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα στη μετά-μνημόνιο εποχή, είπε ότι το επιχειρηματικό περιβάλλον παραμένει περίπλοκο και κοστοβόρο για τους επενδυτές, ενώ η δημόσια διοίκηση έχει ακόμα περιθώρια βελτίωσης.