Από την 20η Ιανουαρίου και μετά, το λιγότερο για τέσσερα χρόνια, μία νέα εποχή ξεκινά για την ευρωπαϊκή οντότητα, που θα ξεφεύγει από τις συνήθειές της
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Αδίστακτος λαϊκιστής και άσσος στο πολιτικό μάρκετινγκ, ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ κ. Ντόναλντ Τραμπ έχει και πολύτιμη τηλεοπτική πείρα από την συμμετοχή του σε reality show. Όλα αυτά οδηγούν στο βάσιμο συμπέρασμα ότι, αναλαμβάνοντας και επισήμως τα ηνία της εξουσίας, θα προσπαθήσει αμέσως και με θεαματικό τρόπο να αποδείξει ότι αυτά που έλεγε και υποσχόταν στην διάρκεια της πολύμηνης προεκλογικής του καμπάνιας δεν ήσαν έπεα πτερόεντα. Επίσης, θα επιδιώξει να δείξει σε ποιον βαθμό είναι και αντισυστημικός πρόεδρος της αμερικανικής υπερδύναμης, την οποία υποσχέθηκε να τονώσει και να κάνει μεγαλύτερη από ό,τι ήδη είναι.
Ένα πρώτο δείγμα της τακτικής του, από την άποψη αυτή, είναι οι «λογαριασμοί» που άνοιξε με την CIA και οι απειλές του κατά του Μεξικού και της Κίνας. Απειλές φραστικές για την ώρα, οι οποίες όμως σε κάποια φάση θα χρειαστεί να αποκτήσουν και ουσιαστικό περιεχόμενο –και ποιο θα είναι αυτό, παραμένει άγνωστος Χ αυτή την στιγμή.
Θα πρέπει, επίσης, να θεωρείται βέβαιο ότι ο κ. Ντόναλντ Τραμπ θα χρειαστεί να δείξει τα χαρτιά του και στις σχέσεις της χώρας του με την Ευρώπη. Ποιες θα είναι αυτές και πάνω σε ποια λογική θα κινούνται; Θα έχουν τον ατλαντικό χαρακτήρα που είχαν τα 70 τελευταία χρόνια ή θα αρχίσουν να μεταβάλλονται ανάλογα με τις προθέσεις του νέου προέδρου έναντι της Ρωσίας;
Αν κρίνουμε από την συνέντευξή του σε αγγλο-γερμανικά μέσα επικοινωνίας, ο νέος Αμερικανός πρόεδρος έχει άγριες διαθέσεις κατά της Ευρώπης, όσο και αν πίσω από αυτά που λέει υπάρχει αρκετή θεατρική ύλη.
«Ήταν εξόχως καταστροφικό λάθος το άνοιγμα των συνόρων της Γερμανίας κατά την προσφυγική κρίση», είπε. Η Γερμανία άφησε «όλους αυτούς τους ανθρώπους» να μπουν στην χώρα ανεξάρτητα από το πού προέρχονται. «Γνωρίζετε ότι αγαπώ την Γερμανία, διότι ο πατέρας μου κατάγεται από την Γερμανία και δεν θα ήθελα να βρεθώ σε αυτή την θέση». Γι αυτό, τόνισε, και οι ΗΠΑ θα ακολουθήσουν μία πολιτική ασφαλών συνόρων από την πρώτη μέρα της ανάληψης της προεδρίας από τον ίδιον. Είπε επίσης ότι το να αφήσει όλους αυτούς τους παράνομους στην χώρα «ήταν ένα τεράστιο λάθος». Η Γερμανία πήρε μία «σαφή ιδέα» για τις συνέπειές του από την επίθεση στην χριστουγεννιάτικη αγορά του Βερολίνου με τους 12 νεκρούς.
Αντί να δεχθεί πρόσφυγες στο έδαφός της, θα ήταν προτιμότερο να είχε δραστηριοποιηθεί περισσότερο για την δημιουργία ζωνών ασφαλείας στην Συρία. «Οι χώρες του Κόλπου θα έπρεπε να πληρώσουν γι αυτό, αφού σε τελική ανάλυση έχουν τόσα λεφτά όσο κανένας άλλος», είπε χαρακτηριστικά ο Ντ. Τραμπ. Προσέθεσε, πάντως, ότι είχε πάντα «μεγάλο σεβασμό» για την καγκελάριο Α. Μέρκελ –αλλά αυτό ήταν το μοναδικό θετικό που είπε για την Γερμανία. Όπως παρατηρεί η Deutsche Welle, όλα τα άλλα μπορούν να χαρακτηριστούν ως λεκτικά χαστούκια.
Κατά τον Ντ. Τραμπ, η γερμανική προσφυγική κρίση ήταν εκείνη που οδήγησε στην έξοδο της Μεγάλης Βρεταννίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). «Εάν δεν εξαναγκαζόταν να δεχτεί όλους αυτούς τους πρόσφυγες, τόσο πολλούς, με όλα τα προβλήματα που συνεπάγεται αυτό, δεν θα είχε γίνει το Brexit. Οι πολίτες, οι χώρες, επιθυμούν να διατηρήσουν την ταυτότητά τους, η Μεγ. Βρεταννία ήθελε [να διατηρήσει] την δική της. Οι πολίτες δεν θέλουν να έλθουν άλλοι στην χώρα τους και να την καταστρέψουν». Η έξοδος της Μεγ. Βρεταννίας θα αποδειχτεί μάλιστα ότι ήταν μία «θαυμάσια υπόθεση», είπε. «Κοιτάξτε την ΕΕ, αυτή είναι [στην ουσία] η Γερμανία. Κατά βάση η ΕΕ είναι εργαλείο για την Γερμανία και από αυτή την άποψη η Μεγ. Βρεταννία καλά έκανε και έφυγε…».
Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος μίλησε επίσης για την «απαξίωση του ΝΑΤΟ», την ολέθρια επέμβαση στο Ιράκ, την εμπιστοσύνη του στον πρόεδρο Βλαδίμηρο Πούτιν και την πρόθεσή του να επανεξετάσει τις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες.
Από αυτά που προηγούνται γίνεται ολοφάνερο ότι είναι επείγον η ΕΕ να επεξεργαστεί πολιτικές και οικονομικές απαντήσεις σε προβλήματα που έχουν ήδη κτυπήσει την πόρτα της. Ασφαλώς δε αυτές οι απαντήσεις δεν αφορούν την αντιστάθμιση της επιρροής των ΗΠΑ –κάτι που, σε κάθε περίπτωση, θα ήταν αδύνατο. Αφορούν στην κατανόηση τού γιατί και πώς η ΕΕ πρέπει να γίνει ένας σοβαρός παίκτης από μόνη της και να σταματήσει να θέλει τις ΗΠΑ να τής φτιάχνουν τα πράγματα. Είναι ώρα η Ευρώπη να αρχίσει να διορθώνει τα του οίκου της και όχι, ως συνήθως, αργά-αργά και με μπόλικο μπλα-μπλα.
Πρώτα είναι η άμυνα και η ασφάλεια. Επειδή η ΕΕ δεν πρόκειται να έχει τις δικές της βιώσιμες δομές άμυνας στο εγγύς μέλλον, τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ θα πρέπει να δαπανήσουν περισσότερα για την άμυνα. Αφορά την προστασία των δικών τους πολιτών και των δικών τους δημοκρατιών. Αυτό δεν μπορεί να υπερεκτιμηθεί. Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι πρέπει να είναι σε θέση να υπερασπιστούν τα ανατολικά και νότια σύνορα του ΝΑΤΟ –όχι απλώς να χρησιμοποιούν την ρητορική των διαβεβαιώσεων. Είτε είναι εναντίον του ρωσικού υβριδικού πολέμου είτε των κυβερνοεπιθέσεων, οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ, μαζί με την ΕΕ, πρέπει να εντείνουν την συνεργασία και τις δυνατότητές τους.
Δεύτερον, η ΕΕ και το ΝΑΤΟ πρέπει να θέσουν τους στόχους τους για τους ανατολικούς τους γείτονες. Η οικονομική στήριξη στην Ουκρανία και οι στενότεροι δεσμοί με την Μολδαβία και την Γεωργία δεν είναι αρκετά. Αυτές οι κινήσεις πρέπει να υποστηρίζονται από μία πολιτική δέσμευση που καθορίζει τον στόχο της σχέσης της ΕΕ με αυτούς τους γείτονες. Η αναβολή του θέματος θα οδηγήσει σε ένα κενό –το οποίο η Ρωσία είναι πολύ πρόθυμη να αξιοποιήσει και να «γεμίσει», για να διασφαλίσει ότι αυτή η περιοχή θα είναι στην σφαίρα επιρροής της Ρωσίας και όχι της Ευρώπης.
Τρίτον, εάν ο Ντ. Τραμπ είναι ειλικρινής όταν μιλάει για το να μεταφέρει την αμερικανική πρεσβεία στο Ισραήλ, από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, και να υποστηρίξει την πολιτική εποικισμών του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπ. Νετανιάχου, μπορεί κανείς να μαντέψει πώς θα αντιδράσουν οι Παλαιστίνιοι. Η ΕΕ –η οποία, χωρίς πολλή σκέψη, έχει δώσει δισεκατομμύρια ευρώ βοήθειας στους Παλαιστίνιους χωρίς μεγάλη πολιτική επίδραση ή στρατηγική– θα πρέπει να περιορίσει τις ζημιές. Στην πράξη αυτό σημαίνει την προώθηση των πολιτικών σταθεροποίησης που θα εστιάζουν σε οικονομικά, κοινωνικά και δικαστικά θέματα. Η επιρροή της ΕΕ θα συνεχίσει να είναι εξαιρετικά περιορισμένη, με κίνδυνο να καταστεί μηδενική.
Το τέταρτο ζήτημα είναι το εμπόριο. Η ΕΕ δεν είναι σε θέση να εφαρμόσει πολιτικές προστατευτισμού, παρόλο που έχει υπάρξει η αντανάκλαση των λαϊκιστικών και κατά της παγκοσμιοποίησης κινημάτων. Πολλά κράτη μέλη αντιτίθενται στην επικύρωση σημαντικών εμπορικών συμφωνιών με τον Καναδά, την Ιαπωνία, την Σιγκαπούρη και, στο μέλλον, την Νέα Ζηλανδία. Θέλουν να προστατεύσουν τις δικές τους αγορές, αγνοώντας ότι η ΕΕ παραμένει πρώτη εμπορική δύναμη στον κόσμο έχοντας υπό τον έλεγχό της το 21% του διεθνούς εμπορίου.
Εάν ο νέος Αμερικανός πρόεδρος θέλει να ακολουθήσει πολιτικές προστατευτισμού, η ΕΕ θα πρέπει να το εκμεταλλευτεί με την επίσπευση των εμπορικών συμφωνιών. Ναι, τα εθνικά κοινοβούλια θα είναι σε θέση να ασκήσουν βέτο σε τέτοιες συμφωνίες εάν βρίσκονται εκτός των εξουσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία έχει και το αποκλειστικό δικαίωμα να διαπραγματεύεται και να εφαρμόζει εμπορικές συμφωνίες με την προϋπόθεση ότι συνδέονται μόνον με το πετρέλαιο.
Αλλά η Κομισιόν έχει την τάση να μένει προσκολλημένη στις εξουσίες της αντί να επιδιώκει τις λεγόμενες μεικτές συμφωνίες, που απαιτούν την εμπλοκή των κρατών μελών. Αυτή είναι μία μεγάλη ευκαιρία για την Ένωση να αντιμετωπίσει τον αμερικανικό προστατευτισμό. Είναι μία μεγάλη ευκαιρία για να χτίσει συμμαχίες.
Τέλος, είναι ώρα οι ηγέτες της ΕΕ να υπενθυμίσουν σε όλα τα κράτη μέλη γιατί ιδρύθηκε η ΕΕ και σε τί βασίζεται. Είναι μία κοινότητα αξιών βασισμένη, πάνω απ’ όλα, στην αλληλεγγύη και στην ανοχή, στην ελευθερία των ΜΜΕ, στην αξιοπρέπεια και στα ανθρώπινα δικαιώματα. Γι αυτό, οι χώρες που γνώρισαν δικτατορίες και τον κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό έγιναν μέλη της.
Κλείνοντας, τονίζουμε ότι τα χρόνια που έρχονται η ΕΕ, πέρα από την ισλαμική απειλή, θα γνωρίσει και μία φοβερή εθνικολαϊκιστική προπαγάνδα, με αφετηρία το Κρεμλίνο, αμερικανικά δίκτυα και ισλαμικούς ιστότοπους. Με άλλα λόγια, η Ευρώπη θα δεχθεί μαζική πνευματική επίθεση, με το ψέμμα και την παραπληροφόρηση να πηγαίνουν σύννεφο. Είναι καιρός, λοιπόν, κάποιοι να ξυπνήσουν –και για τα καλά, θα λέγαμε.