Κατατέθηκε στη Βουλή το πολυνομοσχέδιο, που περιλαμβάνει τη ρύθμιση σε έως 120 δόσεις των οφειλών σε εφορίες, ασφαλιστικά ταμεία και δήμους.
Σύμφωνα με την απόφαση της διάσκεψης των προέδρων, η επεξεργασία του νομοσχεδίου θα ξεκινήσει στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής την ερχόμενη Τετάρτη 8 Μαίου και θα ολοκληρωθεί σε δύο συνεδριάσεις την Πέμπτη 9 Μαίου.
Η συζήτηση του στην Ολομέλεια της Βουλής αναμένεται να διεξαχθεί την επόμενη εβδομάδα και ειδικότερα την Τρίτη 14 Μαίου και να ψηφιστεί την Τετάρτη 15Μαίου, αναφέρει το in.gr.
Ρύθμιση χρεών στην Εφορία
Εντός τριών εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση των 120 δόσεων, οι φορολογούμενοι θα πρέπει να καταβάλλουν την πρώτη δόση προκειμένου αυτή να είναι ενεργή.
Αυτό ορίζουν οι διατάξεις για το νέο πλαίσιο σταδιακής εξόφλησης οφειλών φορολογουμένων προς τις Δ.Ο.Υ , τα ελεγκτικά κέντρα και τα τελωνεία οι οποίες κατατέθηκαν στη Βουλή.
Το πλήθος των δόσεων ορίζεται σε έως 120 για φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
Για τις επιχειρήσεις ορίζεται μέγιστο πλήθος 18 δόσεων για τακτικές φορολογικές υποχρεώσεις και 30 δόσεων για έκτακτες.
Η ένταξη στη ρύθμιση οδηγεί σε απαλλαγή ποσοστού 10% από τους τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή, ενώ σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης προβλέπεται πλήρης διαγραφή.
Οι ρυθμίσεις αφορούν υποχρεώσεις οι οποίες έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες έως και την 31.12.2018 και έχουν καταχωριστεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./ Ελεγκτικών Κέντρων/ Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση.
Το εισοδηματικό κριτήριο – Πώς ορίζεται ο αριθμός των δόσεων
Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα με συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως 120 δόσεις, με την κάθε δόση να μην μπορεί όμως να είναι μικρότερη από 30 ευρώ.
Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα με εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) του οφειλέτη κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής, με την εφαρμογή προοδευτικά κλιμακωτών συντελεστών.
Συγκεκριμένα ορίζονται συντελεστές για τμήμα εισοδήματος :
* από 10.000,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%),
* από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%),
* από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%),
* από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),
· από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%),
· από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),
· από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%),
· πάνω από 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
Οι παραπάνω συντελεστές μειώνονται κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη ως εξής:
- κατά μία μονάδα για ένα παιδί,
- κατά δύο μονάδες για δύο παιδιά και
- κατά τρεις μονάδες για τρία παιδιά και πάνω.
Το προκύπτον άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής.
Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης που έχει οριστεί στα 30 ευρώ.
Προϋποθέσεις
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017.
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος 2017, χορηγείται το μέγιστο πλήθος δόσεων, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης των 30 ευρώ.
Στην αίτηση υπαγωγής αναγράφονται το έτος ή τα έτη εντός της ανωτέρω πενταετίας για τα οποία ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης.
Εκπτώσεις
Εάν ο οφειλέτης επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δικαιούται μείωσης των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε συνάρτηση με το ποσοστό απομείωσης του πλήθους δόσεων που επιλέγεται από τον φορολογούμενο, το οποίο υπολογίζεται στην πλησιέστερη ακέραιη μονάδα, ως εξής:
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 20% χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 15%,
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 30% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 25%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 40% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 35%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 50% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 45%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 60% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 55%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 70% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 75%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 80% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 85%
· για ποσοστό απομείωσης δόσεων 90% χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά 90%
· σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό 100%.
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.
Ο αριθμός των δόσεων που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δεν μπορεί να είναι μικρότερος των 18.
Επιβαρύνσεις
Η ένταξη οφειλών στη νέα ρύθμιση συνεπάγεται μηνιαία επιβάρυνση με τόκους ύψους 5% σε ετήσια βάση.
Εξαιρούνται βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 3.000 ευρώ ανά υπηρεσία εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ.
Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση με μηνιαία προσαύξηση 2%.
Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα
Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με συνολικό εισόδημα (φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο,) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι 10.000 ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και 120 δόσεις, υπό του περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης.
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017.
Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα
Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους, σε έως 18 μηνιαίες δόσεις και κατ’ εξαίρεση σε έως 30 μηνιαίες δόσεις εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από έκτακτη αιτία ή φόρους που καταβάλλονται εφάπαξ, με ταυτόχρονη απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, σε συνάρτηση με το πλήθος των δόσεων που επιλέγονται, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης.
Ειδικότερα:
– Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως δεκαοκτώ δόσεις:
α) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 100%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
β) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 80%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 2 έως 6 μηνιαίες δόσεις,
Υ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 50%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 7 έως 12 μηνιαίες δόσεις,
δ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 30%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 13 έως 16 μηνιαίες δόσεις,
– Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως τριάντα δόσεις:
α) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 100%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
β) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 85%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 2 έως 6 μηνιαίες δόσεις,
γ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 70%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 7 έως 12 μηνιαίες δόσεις,
δ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 50%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε 13 έως 18 μηνιαίες δόσεις,
ε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό 30%, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται 19 έως 24 μηνιαίες δόσεις.
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017.
Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης ορίζεται σε τριάντα (30) ευρώ.
Με την υπαγωγή στο πρόγραμμα ρύθμισης, συμπεριλαμβανομένης και της εφάπαξ καταβολής και υπό την προϋπόθεση της τήρησης αυτού, δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα των άρθρων 57 του Κ.Φ.Δ. και 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.
Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος μέρους και είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου ή Τελωνείου, αυτές ρυθμίζονται ανά υπηρεσία.
Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων έως και 31.12.2018 οφειλών που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων και Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.
Βασικές οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής τους σε ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε 5%, ετησίως.
Κατ’ εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 3.000 ευρώ ανά Υπηρεσία που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ.
Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση της με μηνιαία προσαύξηση που ανέρχεται σε 2%.
Ηλεκτρονικά υποβάλλεται η αίτηση
Η αίτηση για την υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την 28.6.2019. Μόνο σε περιπτώσεις που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η υποβολή αίτησης διενεργείται στην υπηρεσία (Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικό Κέντρο/Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης/Τελωνείο) ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής. Η ανωτέρω προθεσμία δύναται να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Καταβολή πρώτης δόσης
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος μέρους πρέπει να καταβληθεί η πρώτη δόση εντός 3 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.
Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.
Απώλεια ρύθμισης
Η ρύθμιση χάνεται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
– δεν καταβάλει 2 συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των 2 τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα,
– δεν υποβάλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της, εντός 3 μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός 3 μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.
γ) δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του, καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος μέρους, εντός διμήνου από τη λήξη προθεσμίας καταβολής τους ή εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία καταβολής τους έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.
δ) υποπέσει σε σοβαρές φορολογικές παραβάσεις
Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 4174/2013,
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα και
γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
Εξαιρέσεις
Εξαιρούνται και δεν υπάγονται στη ρύθμιση:
α) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015 (Α’ 32) ή του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (Α’ 237), η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.
β) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (Α’ 62) και η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.
γ) Οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία.
δ) Οφειλές, οι οποίες δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4002/2011 (Α’ 180) και αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή που δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με άλλες διατάξεις
Ρύθμιση χρεών στα Ταμεία
Τη διαδικασία ρύθμισης των οφειλών σε έως 120 δόσεις προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, καθορίζει μεταξύ άλλων, το σχέδιο νόμου των υπουργείων Εσωτερικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών, με τίτλο «Ρύθμιση οφειλών προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, τη φορολογική διοίκηση και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) α’ βαθμού. Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων και άλλες διατάξεις».
Συγκεκριμένα, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη (φυσικό ή νομικό πρόσωπο), παρέχεται η δυνατότητα υπαγωγής σε ρύθμιση του συνόλου των οφειλών που δημιουργήθηκαν έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2018 προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένων και οφειλών που υπάγονται στη ρύθμιση του ν. 4469/2017, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους, λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής.
Από τη ρύθμιση αυτή εξαιρούνται:
– Μη μισθωτοί ασφαλισμένοι. Στους εν λόγω οφειλέτες παρέχεται έκπτωση 85% επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων, λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής.
– Ασφαλισμένοι του πρώην ΟΓΑ, στους οποίους παρέχεται έκπτωση 100% επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων, λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση.
– Εργοδότες από την απασχόληση εργαζομένων. Στους εν λόγω οφειλέτες παρέχεται έκπτωση επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και τόκων, λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, όπως έχουν διαμορφωθεί έως την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, ποσοστού 100% σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής της κύριας οφειλής και ποσοστού 50% σε περίπτωση τμηματικής καταβολής της κύριας οφειλής.
Επίσης, ορίζεται σε 120 κατ’ ανώτατο όριο ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων καταβολής του συνόλου της οφειλής που προκύπτει, μετά την υπαγωγή των οφειλετών στη ρύθμιση.
Τα ελάχιστα ποσά της οριζόμενης μηνιαίας δόσης ορίζονται τα 50 ευρώ για τους μη μισθωτούς και εργοδότες και τα 30 ευρώ για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ.
Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, στο εν λόγω καθεστώς δύναται να υπαχθούν, με επιλογή του οφειλέτη, οφειλές που έχουν δημιουργηθεί έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2018 και οι οποίες, κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, τελούν σε αναστολή είσπραξης.
Όπως διευκρινίζεται στο σχέδιο νόμου, οφειλές από κάθε είδους παροχές που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως σε ασφαλισμένο ή συνταξιούχο έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2018, δύναται να υπαχθούν στην προτεινόμενη ρύθμιση, εφόσον δεν έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου σε βάρος του οφειλέτη, λόγω των οφειλών αυτών.
Παράλληλα προβλέπεται ότι, εάν η οφειλή που υπάγεται σε ρύθμιση, όπως αυτή προκύπτει μετά τον υπολογισμό της, είναι κάτω από το προβλεπόμενο όριο (4.000 ευρώ για τους δικαιούχους σύνταξης του πρώην ΟΓΑ και 20.000 ευρώ για τους δικαιούχους σύνταξης του πρώην ΟΑΕΕ), ο οφειλέτης δικαιούται απονομής σύνταξης, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις.
Ειδικότερα, για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ που συμπληρώνουν το 67ο έτος της ηλικίας τους, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2019, το προβλεπόμενο όριο οφειλής διαμορφώνεται στο ποσό των 6.000 ευρώ.
Στις 30 Σεπτεμβρίου του 2019 ορίζεται η καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής στο προτεινόμενο μέτρο.
Συντάξεις χηρείας
Με το σχέδιο νόμου, τροποποιείται το άρθρο 12 του ν. 4387/2016 αναφορικά με τη χορήγηση σύνταξης, λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, στα επιζώντα μέλη.
Ειδικότερα:
– Καταργούνται οι ηλικιακοί περιορισμοί που τίθενται στον επιζώντα σύζυγο, προκειμένου να του χορηγηθεί η σύνταξη, λόγω θανάτου. Οι συντάξεις, λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου, καταβάλλονται εφεξής στους επιζώντες συζύγους, ανεξάρτητα από την ηλικία τους, ακόμα και μετά την παρέλευση τριετίας.
– Παρατείνεται η καταβολή σύνταξης, λόγω θανάτου, για τα δικαιοδόχα άγαμα τέκνα, μέχρι το 24ο έτος της ηλικίας τους, αντί μέχρι το 18ο που ισχύει, ανεξαρτήτως φοίτησής τους ή μη σε αναγνωρισμένες ανώτερες ή ανώτατες σχολές του εσωτερικού ή εξωτερικού ή ΙΕΚ.
– Μειώνεται σε τρία έτη από πέντε έτη που ισχύει, η ελάχιστη διάρκεια γάμου μεταξύ θανόντος συνταξιούχου/ασφαλισμένου και επιζώντος συζύγου για την απόκτηση δικαιώματος σύνταξης από τον επιζώντα σύζυγο.
– Αυξάνεται σε 70% από 50% που ισχύει, το ποσοστό επί του ποσού της σύνταξης που δικαιούται ή που έχει δικαιωθεί ο θανών σύζυγος, το οποίο δικαιούται να λάβει ο επιζών σύζυγος.
– Ορίζεται ότι το 50% της σύνταξης που λαμβάνει ο επιζών σύζυγος, μετά την παρέλευση της τριετίας, εφόσον εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, δεν μπορεί να υπολείπεται των κατώτατων προβλεπόμενων ορίων (του ποσού της εθνικής σύνταξης, ήτοι 384 ευρώ ή των 360 ευρώ).
– Οι παραπάνω ρυθμίσεις εφαρμόζονται από την έναρξη ισχύος του υπό ψήφιση νομοσχεδίου και σε όσες αποφάσεις συνταξιοδότησης έχουν ήδη εκδοθεί, κατ’ εφαρμογή του ν. 4387/2016.
– Χορηγείται, ειδικά στα δικαιούχα σύνταξης τέκνα θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, ασφαλιστική ικανότητα και παροχές υγειονομικής περίθαλψης σε είδος, ακόμα και μετά το 24ο έτος της ηλικίας τους και όχι αργότερα από τη συμπλήρωση του 35ου.
Θεσμικές παρεμβάσεις για την επέκταση των δικαιώματων των εργαζομένων και την ενδυνάμωση του πλαισίου προστασίας τους
– Παρέχεται η δυνατότητα πρόσβασης των εργαζομένων στο πληροφοριακό σύστημα του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, «ΕΡΓΑΝΗ» για την ανάκτηση δεδομένων που αφορούν την εργασιακή σχέση τους. Επίσης, στο εν λόγω πληροφοριακό σύστημα αναγγέλλεται από τους εργοδότες ο αριθμός κυκλοφορίας μοτοποδηλάτου ή μοτοσυκλέτας που χρησιμοποιούν οι εργαζόμενοί τους, κατά την εκτέλεση της εργασίας τους για τη μεταφορά ή διανομή προϊόντων και αντικειμένων.
Προβλέπεται εφεξής από πλευράς του εργοδότη:
– Η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων, όταν οι εργαζόμενοι, κατά την εκτέλεση της εργασίας τους, χρησιμοποιούν μοτοποδήλατο ή μοτοσυκλέτα, ιδιοκτησίας, νομής ή κατοχής του εργοδότη, για τη μεταφορά ή διανομή προϊόντων και αντικειμένων, ώστε τα οχήματα να είναι κατάλληλα, προσαρμοσμένα και συντηρημένα, προκειμένου να διασφαλίζονται η ασφάλεια και η υγεία τους.
– Ο εφοδιασμός με τον κατάλληλο εξοπλισμό προστασίας των εργαζομένων που χρησιμοποιούν μοτοποδήλατο ή μοτοσυκλέτα, ιδιοκτησίας, νομής ή κατοχής δικής του ή των εργαζομένων, κατά την εκτέλεση της εργασίας τους για τη μεταφορά ή διανομή προϊόντων και αντικειμένων.
– Η καταβολή πρόσθετης μηνιαίας αποζημίωσης χρήσης και συντήρησης του οχήματος που ισούται τουλάχιστον με το 15% του νόμιμου κατώτατου μηνιαίου μισθού ή της αντίστοιχης προκύπτουσας αναλογίας σε περίπτωση μερικής απασχόλησης, όταν ο εργαζόμενος χρησιμοποιεί μεταφορικό μέσο δικής του ιδιοκτησίας, νομής ή κατοχής. Η αποζημίωση αυτή δεν υπόκειται σε κρατήσεις ασφαλιστικών εισφορών και καταβάλλεται από τους εργοδότες, μέσω λογαριασμού πληρωμών.
– Σε περίπτωση που ο εργοδότης δεν τηρεί τα προβλεπόμενα αναφορικά με την ασφάλεια των ως άνω εργαζομένων, καθώς και την καταβολή πρόσθετης μηνιαίας αποζημίωσης χρήσης και συντήρησης του οχήματος, τιμωρείται με τις προβλεπόμενες κυρώσεις της κείμενης νομοθεσίας (επιβολή χρηματικού προστίμου, φυλάκιση, κλπ).
– Ο εργοδότης που εκτελεί οικοδομική εργασία ή τεχνικό έργο, υποχρεούται να αναγγέλλει ηλεκτρονικά το απασχολούμενο προσωπικό, πριν από την έναρξη κάθε ημερήσιας απασχόλησης. Η αναγγελία θα πρέπει να γίνεται στο πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», αντί στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΟΠΣ-ΣΕΠΕ), που ισχύει σήμερα. Επανακαθορίζεται το νομοθετικό πλαίσιο των διοικητικών κυρώσεων που επιβάλλονται στον εργοδότη, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.