Αντιπολίτευση, με ακραίες κορώνες και με το μάτι στραμμένο στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε ο κ. Τσίπρας με αφορμή την κακοστημένη, σχεδόν αυτοκτονική, υπόθεση της τηλεκπαίδευσης των επιστημόνων στην ποία προχώρησε, άγνωστο με εισηγήσεις ποιων, το Υπουργείο Εργασίας.
Toυ Χρήστου Υφαντή
Το διαχειριστικό φιάσκο της «υπόθεσης voucher», που θύμιζε από το ξεκίνημα της έντονα «χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου», αποτέλεσε βούτυρο στο ψωμί του Αλέξη και του έδωσε το δικαίωμα να παίξει στο γήπεδο της επικοινωνίας απέναντι στην κυβέρνηση.
Ταυτόχρονα, του επέτρεψε να χειριστεί το εσωκομματικό παιχνίδι των ισορροπιών στον Συνασπισμό με ασφάλεια και με όρους αρχηγού, σε μια περίοδο που ήταν χαμένος στο διάστημα και πόσταρε φωτογραφίες και βίντεο με σκυλάκια.
Ο πρώην πρωθυπουργός σήκωσε στη δημόσια σφαίρα της πολιτικής αντιπαράθεσης το θέμα μέχρι εκεί που πήγαινε. Ο λόγος; Υπολόγιζε στο αυτονόητο. Στην αντίδραση, δηλαδή, του Κυριάκου Μητσοτάκη, που από την πλευρά του, εξαιρετικά έντεχνα, άφησε την υπόθεση να ξεχειλώσει έως εκεί που η προσωπική του παρέμβαση θα ανέτρεπε άρδην το σκηνικό σε βάρος της κυβέρνησης και θα του προσέδιδε και πάλι την εικόνα του απόλυτου ηγέτη και του φανατικού μεταρρυθμιστή.
Έτσι και έγινε, με την έννοια πως ο πρωθυπουργός κίνησε τα νήματα όταν ο ίδιος έκρινε πως ήρθε η ώρα. Με την κίνηση του αυτή απέσπασε τη γενική επιδοκιμασία, ενίσχυσε την επιλογή του επιτελικού κράτους και διαφύλαξε το μεταρρυθμιστικό του προφίλ και την ηγετική του παρουσία. Η σχεδόν βέβαιη θυσία του κ. Βρούτση είναι παράπλευρη απώλεια.
Ο κ.Τσίπρας από την πλευρά του δεν έμεινε με άδεια χέρια. Σε μια περίοδο που γνωρίζει άριστα πως υπολείπεται σε ακραίο βαθμό όλων των χαρακτηριστικών της κυβερνησιμότητας από τον Μητσοτάκη κι έχει κορυφαία ζητήματα ανοιχτά στον κομματικό του οργανισμό κέρδισε στη μάχη των εσωτερικών ισορροπιών στέλνοντας στο εδώλιο την κυρία Αχτσιόγλου.
Η φέρελπις πρώην Υπουργός Εργασίας είδε, ξαφνικά και χωρίς να μπορεί να αντιδράσει, ένα δικό της προνομιακό πεδίο άσκησης αντιπολίτευσης να χάνεται μέσα από τα χέρια της. Βρέθηκε, σιωπηλή και ανήμπορη να αντιδράσει, να παρακολουθεί τις δημόσιες παρεμβάσεις «κάθε πικραμένου», από τον Πολάκη μέχρι τον Σκουρλέτη, για ένα θέμα αποκλειστικά δικό της κι έναν Τσίπρα να της παίρνει τη μπουκιά από το στόμα και «να τη βγάζει στη σέντρα» εντελώς κυνικά.
Η κυρία Αχτσιόγλου, σε πολύ καλή θέση., αν όχι στην πρώτη θέση, στον πίνακα των διαδόχων του Τσίπρα στο κόμμα, πρόσωπο που συγκεντρώνει σημαντικό ποσοστό σε θετικές γνώμες στην ευρύτερη κοινωνία τέθηκε, με απόφαση και επιλογή Τσίπρα, εκτός παιχνιδιού.
Στην ουσία περιμένει άπραγη την μέρα της σύγκρουσης στη Βουλή μεταξύ Μητσοτάκη και Τσίπρα γνωρίζοντας ήδη πως θα είναι ένα από τα κεντρικά πρόσωπα της συζήτησης.
Η κυβέρνηση είναι – και το δείχνει – διατεθειμένη να της επιτεθεί με εξαιρετική σφοδρότητα, να αναδείξει τις δικές της ευθύνες στην αδειοδότηση και στην πιστοποίηση των ΚΕΚ στη διάρκεια της θητείας της, να αναφερθεί στα εκατομμύρια που διατέθηκαν από το Υπουργείο Εργασίας επί θητείας της στο, προ των εκλογών του Ιουλίου 2019, χρονικό διάστημα.
Μπορεί να αντέξει πολιτικά την επίθεση αυτή η κυρία Αχτσιόγλου. Δεν είναι η πρώτη φορά που θα βρεθεί στο στόχαστρο.
Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν μπορεί να ξεπεράσει την βάσιμη πιθανότητα «να την δώσει» ο Τσίπρας στο επικοινωνιακό παιχνίδι και να τελειώσει έτσι τις φιλοδοξίες της να διατηρηθεί πολύ ψηλά στη λίστα διαδοχής για τη θέση του αρχηγού στον ΣΥΡΙΖΑ.
Η σιωπή της όλο αυτό το διάστημα της κρίσης είναι ενδεικτική του προβληματισμού της. Γνωρίζει άριστα τι την περιμένει και μαζεύει το κομματικά κομμάτια της.
Ο γύρος αυτός στο εσωκομματικό παιχνίδι πήγε στον Τσίπρα και στους δικούς του, δηλαδή στους Πολάκηδες.