Ο βρετανικός όμιλος Currys ανακοίνωσε ότι βάζει πωλητήριο στην Κωτσόβολος.
Με μία λιτή ανακοίνωση προς τις χρηματιστηριακές Αρχές του LSE γνωστοποίησε πως «προχωρά σε μία στρατηγική αναθεώρηση της στρατηγικής της στην θυγατρική και ηγέτιδα δύναμη της ελληνικής αγοράς Κωτσόβολος, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πώληση των δραστηριοτήτων της».
Σύμφωνα με το ανακοινωθέν «Το Διοικητικό Συμβούλιο εξετάζει τακτικά τη δομή του Ομίλου μέσα από το πρίσμα της κινητήριας αξίας των μετόχων και πιστεύει ότι η ισχύς της επωνυμίας Κωτσόβολος, το μακροπρόθεσμο ιστορικό κερδοφόρων παραδόσεων και η ηγετική θέση στην αγορά δεν αντικατοπτρίζονται επί του παρόντος στην αποτίμηση του Ομίλου. Δεδομένων των ισχυρών οικονομικών προοπτικών για την Ελλάδα και των μελλοντικών ευκαιριών ανάπτυξης για την επιχείρηση, το Διοικητικό Συμβούλιο πιστεύει ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να διερευνηθούν όλες οι επιλογές για την Κωτσόβολος».
Σε τοποθέτηση του ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου κ. Άλεξ Μπάλντοκ (φωτό επάνω), αναφέρει: «Η απόδοση της Currys είναι ισχυρή στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, όπου ο μετασχηματισμός μας λειτουργεί, και επίσης έχουμε λάβει μέτρα για να οδηγήσουμε σε μια κερδοφόρα ανάκαμψη στην Σκανδιναβία. Η Κωτσόβολος είναι μια εξαιρετική επιχείρηση με λαμπρό μέλλον και τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να αξιολογήσουμε τον καλύτερο τρόπο για να προωθήσουμε την Κωτσόβολος για να μεγιστοποιήσουμε την αξία για τους μετόχους μας», καταλήγει.
Σύμφωνα με πηγές κοντά στην «Κωτσόβολος» η Currys εξετάζει τρία πιθανά σενάρια: την πώληση 100% της «Κωτσόβολος», την πώληση πλειοψηφικού πακέτου μετοχών, ή τελικά τη διατήρηση του ελέγχου της εταιρείας. Μέχρι το τέλος του 2023, πάντως, αναμένεται να έχουν ληφθεί οι σχετικές αποφάσεις.
Στην πραγματικότητα, ο όμιλος θεωρεί την «Κωτσόβολος» το καλύτερο «ασημικό» αυτή τη στιγμή και για αυτό θεωρεί ότι μπορεί να ενισχύσει τη ρευστότητά του μέσα από την πώληση της ελληνικής θυγατρικής. Συγκεκριμένα, οι πωλήσεις της «Κωτσόβολος» αποτελούν το 20% των συνολικών εσόδων του ομίλου Currys. Το έργο της αξιολόγησης των επιλογών και της αναζήτησης αγοραστών έχουν αναλάβει σύμβουλοι που σύμφωνα με πληροφορίες είναι η JP Morgan και η Citigroup.