Μη συνεργάσιμοι απειλούνται να χαρακτηριστούν 400.000 περίπου δανειολήπτες, που παρότι έχουν μη εξυπηρετούμενες οφειλές, αποφεύγουν κάθε επαφή και συνεννόηση με τις τράπεζες.
Πρόκειται για το 30% με 40% (ανάλογα με την τράπεζα) περίπου αυτών που έχουν λάβει ήδη τις δύο επιστολές στο πλαίσιο του Κώδικα Δεοντολογίας και δεν έχουν ανταποκριθεί.
Σημειώνεται ότι η διαδικασία των επιστολών που προβλέπει ο Κώδικας Δεοντολογίας των τραπεζών, μέσω των οποίων τους έχει ζητηθεί να απευθυνθούν στην τράπεζα για να ρυθμίσουν το δάνειό τους, έχει ξεκινήσει από το 2015 και βρίσκεται πλέον στην τελική φάση.
Η τελική φάση είναι η 3η επιστολή, μέσω της οποίας η τράπεζα τους ενημερώνει ότι χαρακτηρίζονται μη συνεργάσιμοι.
Επόμενο βήμα είναι η καταγγελία της σύμβασης και η έναρξη εκτέλεσης αναγκαστικών μέτρων που μπορούν να φτάσουν έως την κατάσχεση ή τον πλειστηριασμό.
Η προοπτική των πλειστηριασμών για σημαντική μερίδα αυτών των δανειοληπτών είναι ορατή. Οι τράπεζες, καθώς έχουν ήδη ξεκινήσει να αποστέλλουν την τρίτη και τελική επιστολή, επιχειρούν να σταθμίσουν τα δεδομένα και να δουν πόσοι από αυτούς ανήκουν στην κατηγορία των στρατηγικών κακοπληρωτών, δηλαδή πόσοι έχουν δυνατότητα να ρυθμίσουν την οφειλή τους αλλά δεν το κάνουν.
Οι εκτιμήσεις ανεβάζουν το ποσοστό των στρατηγικών κακοπληρωτών στο 20% περίπου των δανειοληπτών και πλέον είναι η κατηγορία από την οποία θα ξεκινήσουν τα πρώτα αναγκαστικά μέτρα.
Σημειώνεται ότι μεταξύ των 400.000 οφειλετών που ουσιαστικά αγνοούνται δεν περιλαμβάνονται όσοι έχουν κάνει αίτηση ένταξης στον νόμο Κατσέλη, ο αριθμός των οποίων υπολογίζεται σε περίπου 180.000-200.000.
Για την κατηγορία αυτή οι τράπεζες, σύμφωνα με την Καθημερινή, δεν όφειλαν να ακολουθήσουν τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας, καθώς απολάμβαναν την προστασία του νόμου σε μακροχρόνιο μάλιστα ορίζοντα, αφού οι δικάσιμες ημερομηνίες εκτείνονται ακόμη και μέχρι το 2030.
Από τις επιστολές, πάντως, που έχουν ήδη αποσταλεί με το διακριτικό μη συνεργάσιμος δεν λείπουν και εκείνοι που κινητοποιούνται και επιδιώκουν έστω και την τελευταία στιγμή συνεννόηση με την τράπεζα. Χαρακτηριστικές είναι και περιπτώσεις ορισμένων οφειλετών που ενώ δεν έχουν πληρώσει εδώ και πάνω από ένα χρόνο τη μηνιαία δόση των 500 ή των 1.000 ευρώ για το στεγαστικό τους δάνειο, προσέρχονται στην τράπεζα και εμφανίζονται πρόθυμοι, διαθέτοντας μάλιστα ένα μεγάλο ποσό, να αποπληρώσουν το σύνολο της οφειλής τους.
Ο όρος που «θέτουν» είναι να τους «κουρευτεί» το δάνειο. Πίσω από παρόμοια περιστατικά, που δεν συνθέτουν κατ’ ανάγκη και την εικόνα για την πλειονότητα των οφειλετών, μπορεί κανείς σύμφωνα με τους επικεφαλής των τραπεζών να διακρίνει τις στρεβλώσεις που έχουν δημιουργηθεί είτε για το ότι οι τράπεζες πρόκειται να «κουρέψουν» τα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται είτε ότι η αθέτηση των υποχρεώσεων δεν έχει επιπτώσεις.
Από τα στοιχεία που έχουν αναλύσει μέχρι σήμερα οι τράπεζες, μεγάλο ποσοστό όσων χαρακτηρίζονται και επίσημα πλέον μη συνεργάσιμοι, έχουν δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις, δηλαδή οφειλές από καταναλωτικά δάνεια και κάρτες. Το γεγονός ότι δεν απειλείται άμεσα η ακίνητη περιουσία τους, στον βαθμό που δεν είναι υποθηκευμένη, τους καθιστά πιο αδιάφορους σε ό,τι αφορά την προσπάθειά τους να διευθετήσουν την οφειλή τους.
Ένα σημαντικό ποσοστό από αυτούς δεν έχει μάλιστα καθόλου ακίνητη περιουσία στο όνομά του – είτε γιατί ποτέ δεν είχε είτε γιατί τη μεταβίβασε σε μέλος της οικογένειας που δεν είναι εγγυητής στο δάνειο. Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που είναι πραγματικά φτωχοί και δεν έχουν τίποτε να χάσουν.
Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, το εντυπωσιακό είναι ότι η αμέσως επόμενη κατηγορία από την οποία προκύπτει μεγάλος αριθμός μη συνεργάσιμων δανειοληπτών είναι τα στεγαστικά δάνεια. Παρατηρείται έτσι το παράδοξο φαινόμενο ότι παρά το γεγονός είναι η πιο ευάλωτη κατηγορία που απειλείται με πλειστηριασμό, εντούτοις να μην εμφανίζει ικανοποιητικό ποσοστό ανταπόκρισης. Επιχειρώντας να αναλύσουν αυτό το φαινόμενο, οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι εκεί εντοπίζεται σε μεγάλο βαθμό η διαμόρφωση κουλτούρας αδράνειας και η οποία αποδίδεται στο πολυετές οριζόντιο επίπεδο προστασίας που υπήρχε και στο πάγωμα των πλειστηριασμών.
Η κουλτούρα αυτή εδραιώνεται περαιτέρω όσο οι πλειστηριασμοί αναστέλλονται μέσα από απεργίες, αντιδράσεις και εν τέλει απαξίωση των διαδικασιών των αναγκαστικών εκτελέσεων.
Τελευταία κατηγορία είναι όσοι έχουν οφειλές από μικρά επιχειρηματικά δάνεια, που εμφανίζουν μεγαλύτερο βαθμό ανταπόκρισης και οι οποίοι συνδέουν τη συνέχιση της εμπορικής ή επαγγελματικής τους δραστηριότητας με τη συνέπειά τους απέναντι στην τράπεζα.