Είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει μικρής έντασης στρατηγική εμπλοκή…
Επειδή τελευταία υπάρχει σωρεία παραπληροφόρησης και διάφοροι «αναλυτές», αντί να ενημερώνουν τον κόσμο, τον παραπληροφορούν, κρίνω σκόπιμο να γράψω δύο αράδες απευθυνόμενος στον μέσο Έλληνα, ο οποίος μπορεί να μην έχει γνώσεις υψηλής στρατηγικής αλλά έχει τον κοινό νου.
Tου Νίκου Καρατουλιώτη*
Τί είναι λοιπόν ένα «θερμό επεισόδιο»; Από στρατιωτικής άποψης, δεν υπάρχει συγκεκριμένος ορισμός της φράσης αυτής, σε κανένα στρατιωτικό εγχειρίδιο. Αλλά στην πράξη και στην καθομιλουμένη όταν λέμε θερμό επεισόδιο εννοούμε μία στρατιωτική εμπλοκή μικρής σχετικά έντασης, και όχι πόλεμο. Ουσιαστικά λειτουργεί σαν βαλβίδα ασφαλείας εκτόνωσης σε μία περιοχή όπου έχουμε υπερσυσσώρευση στρατιωτικών δυνάμεων. Σε πολλές δε περιπτώσεις, επέρχεται η νηνεμία και λειτουργεί λυτρωτικά προς αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να πανικοβάλλεται ο ελληνικός λαός στο άκουσμα της φράσης «θερμό επεισόδιο», καθ’ όσον δεν σημαίνει πόλεμος αλλά μία μικρή στρατιωτική εμπλοκή ολίγων ωρών ή και ημερών, με λίγες στρατιωτικές δυνάμεις.
Τί επιδιώκει η Τουρκία με την δημιουργία θερμού επεισοδίου; Απλά, η Τουρκία προσπαθεί να «γκριζάρει» την ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου και της Μεσογείου προκειμένου, σε βάθος χρόνου, να επιτύχει επεκτατικές γεωστρατηγικές βλέψεις και ενδεχομένως ακρωτηριασμό σε βάρος της Ελλάδος. Απ’ ό,τι συμπεραίνεται, στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι η διχοτόμηση του Αιγαίου και της Μεσογείου στον 25ο μεσημβρινό –ο οποίος πρακτικά υλοποιείται αν χαράξουμε μία ευθεία Καβάλα-Κρήτη-Κύπρος.
Διαχρονικά το Αιγαίο, αλλά και τμήμα της Ανατολικής Μεσογείου, εθεωρείτο μία ελληνική λίμνη όπου οι Έλληνες συνωστίζονταν σαν τα βατράχια στα παράλια (κατά τον Πλάτωνα). Μετά τα γεγονότα τού 1974 στην Κύπρο, η Τουρκία αρχίζει τις παραβιάσεις τόσο στον εναέριο χώρο όσο και στον θαλάσσιο. Στην συνέχεια οι παραβιάσεις μετατράπηκαν σε αμφισβητήσεις της εθνικής κυριαρχίας μας και με τα γεγονότα των Ιμίων σε διεκδικήσεις προσάρτησης πλήθους ελληνικών νησιών σε πρώτη φάση και την διχοτόμηση του Αιγαίου σε δεύτερη φάση. Ουσιαστικά η Τουρκία με το «πες, πες, όλο και κάτι θα μείνει», πέτυχε τον αντικειμενικό σκοπό της –δηλαδή, το «γκριζάρισμα» της περιοχής.
Όσο για τις ανακοινώσεις των Ελλήνων πολιτικών ότι τα Ίμια είναι και θα παραμείνουν ελληνικά, είναι λόγια άνευ περιεχομένου και, για του λόγου του αληθές, ας τολμήσει αυτός που τα λέει, ή ακόμα και ένας απλός Έλληνας πολίτης, να πάει ακόμη και για ολιγόλεπτη παραμονή.
Ελληνικός ενδοτισμός
Ο ενδοτισμός του ελληνικού πολιτικού σκηνικού είναι διαχρονικός, με κορυφαίες αποτρόπαιες πράξεις:
1. Το 1974, όπου ο εξωμότης Ιωαννίδης διέπραξε το ολέθριο λάθος του πραξικοπήματος στην Κύπρο και, όταν εισέβαλαν οι Τούρκοι, έδωσε εντολή της μη αντίστασης (παρά την συντριπτική υπεροχή του ελληνικού στρατού).
2. Την περίφημη φράση από τον «εθνάρχη» Κωνσταντίνο Καραμανλή: «Η Κύπρος κείται μακράν» όταν οι Τούρκοι πραγματοποιούσαν τον Αττίλα-2 και, από 2% του προγεφυρώματος, το μετέτρεψαν σε 38% με αποτέλεσμα την δημιουργία ψευδοκράτους
3. Το 1996, όταν κυβέρνηση του Σημίτη υπέστειλε την σημαία από τα Ίμια με το αχαρακτήριστο «πέστε ότι την σημαία την πήρε ο αέρας».
4. Στις 8 Ιουλίου 1997, όπου στην Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Μαδρίτη, οι πρωθυπουργοί Ελλάδος και Τουρκίας (κ.κ. Σημίτης και Οζάλ) συμφώνησαν ότι η Τουρκία έχει ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο, με αποτέλεσμα να ανοίξει η κερκόπορτα των τουρκικών διεκδικήσεων στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή.
5. Έτσι, με αυτά και τούτα, φτάσαμε στο σήμερα, στις 23.40 της 12ης Φεβρουαρίου, όπου ένα παλαιάς τεχνολογίας (πλην όμως ογκώδες και οπλισμένο) τουρκικό πλοίο, το «Umut», εμβόλισε την ναυαρχίδα «Γαύδος» της ελληνικής ακτοφυλακής –πλοίο τελευταίας τεχνολογίας, πλην όμως άοπλο.
Στο περιστατικό αυτό πρέπει να καταλογιστούν οι τεράστιες ευθύνες της πολιτικής, αλλά και της λιμενικής ηγεσίας, γιατί άφησαν αυτό το υπερσύγχρονο σκάφος εντελώς άοπλο ενώ θα μπορούσαν να το είχαν εξοπλίσει τουλάχιστον στοιχειωδώς και άνευ κόστους, μιας και υπάρχει πληθώρα πυργίσκων και πυροβόλων στον ναύσταθμο από πολεμικά πλοία που έχουν αποσυρθεί. Είναι αδιανόητο να στέλνεις την ναυαρχίδα του Λιμενικού να περιπολεί την περιοχή των Ιμίων εντελώς άοπλη, εκτός και αν λειτούργησαν με το γνωστό φοβικό σύνδρομο της …«αυτοσυγκράτησης» και της …«ψυχραιμίας».
Παρούσα κατάσταση
Προς το παρόν δεν υπάρχει κίνδυνος γενικής σύρραξης μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, καθ’ όσον οι συσχετισμοί είναι υπέρ της Ελλάδος για τους παρακάτω λόγους:
1) Από γεωστρατηγικής άποψης, το νησιωτικό σύμπλεγμα με την πληθώρα των νήσων και βραχονησίδων δίνουν έναν σοβαρό πολλαπλασιαστή ισχύος στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας μας. Περιληπτικά και απλοϊκά θα μπορούσα να πω ότι λειτουργούν σαν αβύθιστα αεροπλανοφόρα και μπορούν εύκολα, με την τοποθέτηση των οπλικών συστημάτων, να επιφέρουν τεράστιες απώλειες στον επιτιθέμενο.
2) Η Τουρκία στερείται παντελώς αντιαεροπορικής άμυνας μεγάλου και μεσαίου βεληνεκούς –σε αντίθεση με την Ελλάδα (Patriot, S300, TOR M1, κλπ).
3) Η Ελλάδα διαθέτει τα πλέον σύγχρονα υποβρύχια και υπερτερεί σε ναυτική ισχύ. Η Τουρκία γνωρίζει ότι τυχόν πολεμικές επιχειρήσεις στον θαλάσσιο χώρο θα έχουν αποτέλεσμα να γίνει ο υγρός της τάφος.
4) Η Ελλάδα διαθέτει πυραύλους Exocet οι οποίοι, σε συνδυασμό με τα Μιράζ 2000, μπορούν να καταστρέψουν την όποια αποβατική τουρκική επιχείρηση. Υπ’ όψιν ότι στον πόλεμο των Φώκλαντς το 1982, ο συγκεκριμένος πύραυλος βύθισε δύο από τα έξι πλοία των Άγγλων.
Προβλέψεις για το άμεσο μέλλον
Στην παρούσα φάση και σε βάθος επταετίας, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις εξοπλίζονται πυρετωδώς με ένα κολοσσιαίο πρόγραμμα 120 δισεκατομμυρίων δολλαρίων. Περιληπτικά θα μπορούσα να αναφέρω:
*100 με 150 F-35, τα οποία θα τής εξασφαλίσουν συντριπτική αεροπορική υπεροχή.
*Μεγάλο αριθμό υποβρυχίων ιδίου τύπου με τα δικά μας, αλλά πιο σύγχρονα και βελτιωμένα, εξασφαλίζοντας υποθαλάσσια υπεροχή.
*Κατασκευή «μίνι» αεροπλανοφόρου.
*Μεγάλο αριθμό επιφανειακών θαλάσσιων πολεμικών πλοίων (φρεγάτες, κορβέτες, κλπ).
*Κατασκευή δικού τους πολεμικού αεροπλάνου προκειμένου να μην εξαρτώνται από ξένες αγορές.
*Πληθώρα πυραυλικών συστημάτων, κλπ.
Κατόπιν των ανωτέρων, εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι, μόλις οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις αποκτήσουν την κατάλληλη –αλλά και συντριπτική– υπεροχή, θα επανέλθουν για να διεκδικήσουν με δυναμικό τρόπο τις περιοχές που σήμερα γκριζάρουν.
Επίλογος
Το παρόν γιγαντιαίο τουρκικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, ύψους 120 δισεκατομμυρίων δολλαρίων, το οποίο είναι εν εξελίξει και αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2025, θα ανατρέψει τους συσχετισμούς στρατιωτικής ισχύος δραματικά υπέρ της Τουρκίας.
Το «δεν διεκδικούμε τίποτε και δεν παραχωρούμε τίποτε» είναι άνευ ουσίας όταν δεν μπορούμε να διασφαλίσουμε τα υπάρχοντα. Τίποτε δεν χαρίζεται και τίποτε δεν κρατιέται αν δεν μπορείς να το κρατήσεις.
Το γεωπολιτικό παίγνιο είναι σκληρό και ο πλέον αδύναμος θα υποστεί τις συνέπειες του αδήριτου νόμου της εξέλιξης. Στην γεωπολιτική τα κράτη αντιμετωπίζονται ως ζώντες οργανισμοί: τα κράτη ιδρύονται (γεννώνται), εξελίσσονται και ακμάζουν (ζουν), παρακμάζουν (γερνούν) και διαλύονται (πεθαίνουν). Τα σύνορα είναι προσωρινά στην φυσική κίνηση των κρατών.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε μία από τις κρισιμότερες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας της, ακέφαλη από ισχυρή πολιτική, οικονομική και στρατιωτική ηγεσία. Σε αυτή την κρίσιμη περίοδο, όταν όλα στην περιοχή μας επαναπροσδιορίζονται γεωπολιτικά, η χώρα μας βρίσκεται στην χειρότερη οικονομική κατάσταση, με καταλυτικές συνέπειες στο κύρος και στην ισχύ της. Η άμυνα της χώρας απαιτεί ακμαία εθνική οικονομία. Το λεχθέν από τον Δημοσθένη «δει δε χρημάτων και άνευ τούτων ουδέν έστι γενέσθαι των δεόντων» είναι διαχρονικό. Η οικονομική κατάσταση της χώρας μας και το σημερινό ΑΕΠ είναι γνωστά. Το σημερινό ΑΕΠ της Τουρκίας είναι εικοσαπλάσιο του ελληνικού.
Εκτός των παραπάνω, πώς να συνεγείρεις έναν λαό όταν η πολιτική ηγεσία περιφρονεί τα σύμβολά της, λέγοντας «πέστε ότι την σημαία την πήρε ο αέρας»;
Πράγματι, το σημερινό δίλημμα είναι αντικειμενικά τρομακτικό και ψυχολογικά αφόρητο: για την Ελλάδα, ειρήνη σημαίνει δορυφοροποίηση και πόλεμος συντριβή.
Οι μετριότητες και ανθυπομετριότητες που απαρτίζουν την συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού πολιτικού συστήματος, καθώς και των όσων διαμορφώνουν την κοινή γνώμη, δεν έχουν το ανάστημα να θέσουν και να λύσουν ιστορικά προβλήματα τέτοιας έκτασης και τέτοιου βάθους –ίσως να καταρρεύσουν ακόμα και στην περίπτωση που θα βρεθούν μπροστά στην μεγάλη απόφαση να διεξαγάγουν έναν πόλεμο. Γιατί, αν ο πόλεμος είναι συνέχεια της πολιτικής, ποιος πόλεμος θα συνεχίσει μία σπασμωδική πολιτική;
* Υποστράτηγος ε.α., συγγραφέας του βιβλίου «Γεωπολιτική Σκακιέρα, η Ελλάδα στο επίκεντρο γεωπολιτικών συγκρούσεων» (εδκόσεις Ηρόδοτος)