Τις ολέθριες συνέπειες των ενεργειών της κυβέρνησης κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015 επισήμανε ο κ. Γιάννης Στουρνάρας στη Βουλή, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι οδήγησαν στο 3ο Μνημόνιο, «που δεν το ήθελε κανείς», και σε κόστος για τους Έλληνες φορολογουμένους, που με «ήπιες προσεγγίσεις» φθάνουν τα 86 δισ. ευρώ.
«Όταν μίλησα για τα 86 δισ. ευρώ κόστος έκανα ήπια προσέγγιση» είπε χαρακτηριστικά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο πραγματικός λογαριασμός είναι ακόμα μεγαλύτερος.
Στην πράξη, ο κ. Στουρνάρας είπε ότι η πολιτική της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ εξανέμισε τις δημοσιονομικές θυσίες των Ελλήνων και οδήγησε τη χώρα τουλάχιστον δύο χρόνια πίσω.
«Το 2014 είχαμε μπει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, πρωτογενές πλεόνασμα και έξοδο στις αγορές» ανέφερε χαρακτηριστικά, για να προσθέσει ότι «σήμερα οι προϋποθέσεις αρχίζουν να γίνονται και πάλι θετικές. Υπήρξε το πρώτο εξάμηνο του 2015, που δοκιμάστηκε διαφορετική μορφή διαπραγμάτευσης, που δεν απέδωσε και είχαμε αυτά τα αποτελέσματα. Είναι θετικό ότι η κυβέρνηση έκανε αυτή την στροφή».
Ειδικότερα για το κόστος της πρώτης διαπραγμάτευσης, είπε: «Έκανα ήπια προσέγγιση όταν είπα για 86 δισ. ευρώ. Το 3ο Μνημόνιο δεν το ήθελε κανείς. Ότι οδηγηθήκαμε σε 3ο Μνημόνιο, capital controls και εκροή καταθέσεων αποτελεί μεγάλο κόστος».
Παράλληλα, επικαλέστηκε έκθεση του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του χρέους, στην οποία, όπως είπε, οι καμπύλες μείωσης του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα απείχαν κατά 30% μεταξύ 2015 και 2016.
Πρόσθεσε, δε, ότι «ότι το κόστος δεν είναι μόνιμο και θεωρώ ότι η προσπάθεια που γίνεται τώρα είναι θετική. Χαίρομαι ότι η κυβέρνηση σταμάτησε αυτή τη διαπραγμάτευση που έκανε το 2015. Τα 86 δισ. ευρώ του 3ου Μνημονίου προσεγγίζουν το πραγματικό κόστος… Αυτό που κάνουμε σήμερα είναι πως στην πάροδο των ετών θα μειώσουμε αυτό το κόστος. Πρέπει να ακολουθήσουμε προοπτικές για αύξηση της ανάπτυξης».
Πάντως, ο κ. Στουρνάρας εκτίμησε ότι δεν θα υπάρξει ενεργοποίηση του «κόφτη» εντός του 2017, εκτιμώντας μάλιστα ότι το πρωτογενές πλεόνασμα ίσως είναι και διπλάσιο του στόχου.
«Η ΤτΕ εκτιμά πως όχι μόνο θα φτάσουμε το στόχο πλεονάσματος του 0,5%, αλλά ίσως το διπλασιάσουμε, αρκεί να μην καθυστερήσουμε το κλείσιμο αξιολόγησης» είπε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, ο κεντρικός τραπεζίτης, απαντώντας σε ερώτηση του κ. Χρήστου Μαντά (ΣΥΡΙΖΑ) που εκφράζει και τις ανησυχίες της κυβέρνησης περι κινδύνου αφελληνισμού των τραπεζών , υπογράμμισε: «Δεν συμμερίζομαι καθόλου όσα λέγονται περι αφελληνισμού των τραπεζών.
Είναι ευκαιρία να μπουν καλύτερα στελέχη. Με τις αλλαγές θωρακίζεται ο τραπεζικός κλάδος και ενισχύονται οι προοπτικές ανάπτυξης του χρηματοπιστωτικού συστήματος», για να προσθέσει σε άλλο σημείο, αναφερόμενος και στην υπόθεση Μαρινόπουλου: «Οι τράπεζες και οι επιχειρηματίες πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Φυσικά υπήρχε κρίση. Όμως, τόσο οι τράπεζες όσο και οι επιχειρηματίες πρέπει να δουν σοβαρά αυτό το πρόβλημα».
»Ένας από τους λόγους που οι τράπεζες χρειάζονται καλούς επαγγελματίες είναι και αυτός και πρέπει να σπάσει ο ομφάλιος λώρος. Δεν αντιλαμβάνομαι τα περι αφελληνισμού. Αντί να μιλάμε περι αφελληνισμού πρέπει να δούμε πως μπορούμε να αξιοποιήσουμε τα ξένα funds να έρθουν να βάλουν ρευστότητα, να βάλουν τα χρήματά τους και μαζί να εξυγιάνουμε τις επιχειρήσεις.
Αν πετύχει, θα κερδίσουμε όλοι. Αυτό πρέπει να μας απασχολήσει και όχι ο αφελληνισμός που δεν υπάρχει. Σε μια επιχείρηση που χρειάζεται εξυγίανση και οι τράπεζες και επενδυτές κρίνουν ότι μπορεί να σωθεί και βάζουν χρήματα ο επιχειρηματίας θα πρέπει να συναινέσει ή να φύγει».