Απαντηση στην αντιπολιτευτική κριτική σχετικά με την ενεργειακη κριση δίνει ο υπουργός Επικρατείας Α. Σκέρτσος με άρθρο του στο liberal.gr, με το οποίο εξηγεί την πρωτοβουλία της κυβέρνησης στο ανώτατο ευρωπαϊκό επίπεδο για μια άμεση και προσωρινή παρέμβαση στις χονδρεμπορικές τιμές φυσικού αερίου που έχουν υπερ-δεκαπλασιαστεί το τελευταίο διάστημα λόγω της ρωσικής εισβολής η οποία κατα τον κ. Σκέρτσο αποτελεί πρόσχημα για κερδοσκοπική εκτόξευση των τιμών.
Λέει συγκεκριμένα ο υπουργός Επικρατείας: "....δυο λόγια για κάποιους βολικούς μύθους που κυκλοφορούν με ιδιαίτερη ευκολία χάριν λαϊκισμού. Ο εθνικός πόρος λιγνίτης είναι ένα 'βρώμικο' και ακριβό καύσιμο που δεν θα έριχνε τις τελικές τιμές καταναλωτή χαμηλότερα ακόμη και σήμερα σε συνθήκες πολέμου. Προκαλεί απορία λοιπόν γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει στον λιγνίτη και όχι πχ στις πολύ φθηνότερες πλέον ΑΠΕ αλλά και γιατί επέτρεψε από το 2015 έως το 2019 να μειωθεί η παραγωγή λιγνίτη στη χώρα μας κατα 50% ή σχεδόν 10Twh. Ας απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα.
Όσο για τη μείωση των ειδικών φόρων καυσίμου που με περισσή επιπολαιότητα ζητούν άλλα κόμματα μεταξύ των οποίων και το ΚΙΝΑΛ, η αλήθεια είναι η εξής: πράγματι η φορολογία καυσίμων είναι υψηλή στη χώρα μας, όμως αυτό συμβαίνει διότι έτσι καλύπτεται ένα μεγάλο κενό δημοσίων εσόδων της τάξης των 5-6 δισ. ευρώ που χρηματοδοτούν κρίσιμα δημόσια αγαθά, τα νοσοκομεία, τα σχολεία, την ασφάλεια κοκ.
Μια μείωση της φορολογίας καυσίμων θα οδηγούσε σε εξωτερικό δανεισμό για την κάλυψη της τρύπας εσόδων, δλδ σε διόγκωση χρέους για όλους τους πολίτες, ενώ το όφελος από τη μείωση στην τελική τιμή καυσίμων θα ήταν οριακό για τους οικονομικά ευάλωτους και πολύ μεγαλύτερο για τους πιο πλούσιους. Συνολικά θα ήταν μια ατελής πολιτική με πολλές δυσάρεστες παρενέργειες."