Το τελευταίο διάστημα έχει ανοίξει διεθνώς ένας διάλογος σχετικά με την εφαρμογή νέων μοντέλων στην εργασία που περιλαμβάνουν περισσότερη ευελιξία για τους εργαζομένους, ακόμα και λιγότερες ώρες εργασίας, χωρίς όμως περικοπή αποδοχών. Τα νέα δεδομένα που δημιούργησε η πανδημία, η ανάπτυξη της τηλεργασίας, η αύξηση του ενεργειακού κόστους, με ό,τι αυτό σημαίνει για επιχειρήσεις, εργαζομένους αλλά και το κράτος, θέτουν σε νέα βάση τη συζήτηση για το πώς τελικά θα διαμορφωθεί το εργασιακό περιβάλλον στο μέλλον και το πώς βλέπουν εργαζόμενοι και εργοδότες τις αλλαγές που έχουν ήδη ξεκινήσει να γίνονται.
Μέσα σε αυτές τις αλλαγές, η αύξηση της τηλεργασίας αλλά και η υιοθέτηση για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα της τετραήμερης εργασίας αποτελούν ήδη επιλογές από επιχειρήσεις και στην Ελλάδα, οι οποίες δεν αποκλείεται σύντομα να βρουν και άλλους μιμητές υπό την προϋπόθεση ότι δεν καταστρατηγείται η εργατική νομοθεσία. Το φετινό καλοκαίρι ήδη έχουν αποφασίσει πιλοτικά να υιοθετήσουν την τετραήμερη εργασία οι εταιρείες Grant Thornton, Terracom και Choose, ενώ και άλλες μεγάλες όπως τράπεζες αλλά και μικρότερες εταιρείες που το αντικείμενό τους το επιτρέπει εξετάζουν αυτή την πιθανότητα.
Tι έδειξε η έρευνα
Η παγκόσμια έρευνα που είχε πραγματοποιηθεί πέρυσι από την ΕΥ «Work Reimagined Employee Survey 2021» έδειξε ότι εννέα στους δέκα εργαζομένους αναζητούσαν ευελιξία στην εργασία τους, ενώ περισσότεροι από τους μισούς (54%) εργαζομένους που συμμετείχαν θα εξέταζαν το ενδεχόμενο να παραιτηθούν από τη δουλειά τους μετά την πανδημία του Covid-19, εάν δεν εξασφαλίσουν ένα επίπεδο ευελιξίας σχετικά με το πού και πότε θα εργάζονται. Μάλιστα, κατά μέσο όρο, οι εργαζόμενοι θα ήθελαν να εργάζονται από δύο έως τρεις ημέρες εξ αποστάσεως μετά το πέρας της πανδημίας, με το 33% να θέλει συνολικά μια συντομότερη εργασιακή εβδομάδα.
Το θέμα αυτό είχε απασχολήσει και τους συμμετέχοντες στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας, όπου οι ειδικοί συζήτησαν τα οφέλη μιας τετραήμερης εβδομάδας εργασίας, υπογραμμίζοντας πως η ευέλικτη εργασία μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση του ταλέντου και να οδηγήσει σε μεγαλύτερη παραγωγικότητα. Πολλές μάλιστα χώρες έχουν θεσμοθετήσει την τετραήμερη εργασία, ενώ σε άλλες εφαρμόζεται ήδη πιλοτικά. Για παράδειγμα, στη Βρετανία πάνω από 3.300 εργαζόμενοι σε 70 εταιρείες εργάζονται πιλοτικά τετραήμερο χωρίς περικοπές στους μισθούς τους, υπό την προϋπόθεση να διατηρήσουν το 100% της παραγωγικότητάς τους.
Είναι αποδεκτό ότι υβριδικά μοντέλα εργασίας θα μπορούσαν να αποφέρουν οφέλη σε πολλούς τομείς και σε όλους τους εμπλεκομένους. Περισσότερο ελεύθερο χρόνο, περιορισμό στα κόστη, ιδιαίτερα μετά τις ραγδαίες ανατιμήσεις στην ενέργεια και στο μεταφορικό κόστος εξαιτίας των καυσίμων, λιγότερη επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Ωστόσο ακόμα οι επιχειρήσεις κινούνται συντηρητικά στις όποιες αποφάσεις τους.
Tο ζητούμενο
Πάντως το βέβαιο είναι ότι η μεγαλύτερη ευελιξία στο ωράριο και οι επιλογές αναφορικά με την έναρξη και τη λήξη του αποτελούν ζητούμενο για τους εργαζομένους, κάτι που δείχνει η έρευνα που πραγματοποίησαν πρόσφατα η Manpower Group και η Thrive, με θέμα «Τι αναζητούν οι εργαζόμενοι: από την επιβίωση στην ευημερία στον χώρο εργασίας». Οπως προκύπτει, η πανδημία επανακαθόρισε τις ανάγκες αλλά και τις απαιτήσεις των εργαζομένων μετακινώντας τις οικονομικές απολαβές σε χαμηλότερη θέση σε σχέση με την ανάγκη για περισσότερο προσωπικό χρόνο εκτός δουλειάς. Είναι ενδεικτικό ότι το 64% των εργαζομένων που συμμετείχαν στην έρευνα επεσήμανε ότι θα ήθελε να έχει τη δυνατότητα σε τετραήμερη εβδομαδιαία εργασία, ενώ το 35% ότι θα ήθελε να επιλέγει πού θα εργάζεται (χώρος εργασίας ή σπίτι) με βάση τις καθημερινές ανάγκες. Ωστόσο, παρά τα θετικά στοιχεία που φέρνουν τα υβριδικά μοντέλα εργασίας, το μοντέλο της τετραήμερης εργασίας έχει ακόμα πολύ δρόμο μέχρι να υιοθετηθεί καθολικά, αφού, σύμφωνα με έρευνα της Adecco, η πλειονότητα των επιχειρήσεων διστάζει ακόμα να εφαρμόσει πλήρως το καθεστώς τετραήμερης εργασίας εξαιτίας του υψηλού κόστους μετάβασης σε ένα τέτοιο μοντέλο, του θέματος της αύξησης ή μη της παραγωγικότητας αλλά και της ανάγκης επαναξιολόγησης των προτεραιοτήτων από την πλευρά τους.