«ABCD» είναι το ακρωνύμιο των Archer Daniels Midland, Bunge, Cargill και Louis Dreyfus. Πρόκειται για τους τέσσερις γίγαντες των γεωργικών τροφίμων. Τους πανίσχυρους αλλά σχετικά «άγνωστους» ομίλους που ελέγχουν εδώ και δεκαετίες την παγκόσμια αλυσίδα προμηθειών γεωργικών προϊόντων και εγγράφουν στα βιβλία τους απροσδόκητα κέρδη από το 2021 χάρη στην εκτίναξη των τιμών χονδρικής των δημητριακών, κυρίως του σιταριού, του καλαμποκιού και των σπορέλαιων.
Το Μάιο του 2022, τρεις μόλις μήνες μετά την έκρηξη του πολέμου στο «σιτοβολώνα της Ευρώπης», οι τιμές του σιταριού, του καλαμποκιού και των φυτικών ελαίων έφτασαν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Αλλά τα διεθνή μέσα ενημέρωσης δεν ασχολήθηκαν με τις τέσσερις αυτές εταιρείες, «τόσο ισχυρές όσο και τα κράτη», όπως σημειώνει στον «Figaro» ο μηχανικός και οικονομολόγος, ειδικός σε θέματα τροφίμων Μπρουνό Παρμαντιέ. Έμειναν στην σκιά της επικαιρότητας διότι, όπως εξηγεί, «οι ίδιες φροντίζουν να είναι πολύ διακριτικές και να κρατούν καλά κρυμμένη τη δύναμή τους».
Τα τελευταία χρόνια στην αγορά έχουν μπει κάποιοι νέοι παίκτες από την Ασία για να ανταγωνιστούν το ιστορικό αυτό ολοιγοπώλιο – χαρακτηριστικό παράδειγμα η κινεζική COFCO. Αλλά «το ‘κουαρτέτο ABCD’ ελέγχει το 70% έως 90% του παγκόσμιου εμπορίου σιτηρών», τονίζει η Τζένιφερ Κλαπ, ειδική σε θέματα επισιτιστικής ασφάλειας οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο Waterloo στον Καναδά. «Είναι αδύνατο να γνωρίζουμε τα ακριβή μερίδια αγοράς που μοιράζονται αυτοί οι τέσσερις γίγαντες. Δύο εξ αυτών εξάλλου δεν είναι εισηγμένοι στο χρηματιστήριο και δεν κοινοποιούν δημόσια λεπτομερή στοιχεία για τις οικονομικές τους αποδόσεις», προσθέτει η καναδή καθηγήτρια.
Η αμερικανική Cargill είναι, κατά το περιοδικό Forbes, ο μεγαλύτερος έμπορος γεωργικών προϊόντων στον κόσμο. Οι αποδόσεις της εκτινάχθηκαν στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 157 ετών, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που συγκεντρώνει το Bloomberg. Το οικονομικό έτος 2021-2022 που έληξε στις 31 Μαΐου της περασμένης χρονιάς, τα καθαρά κέρδη της Cargill έφθασαν στα 6,68 δισ. δολάρια – έκαναν ένα άλμα 35% συγκριτικά με αυτά του οικονομικού έτους 2020-2021.
Το 2022 ήταν μια εξαιρετική χρονιά και για την επίσης αμερικανική Archer Daniels Midland (ADM), που σημείωσε καθαρά κέρδη-ρεκόρ 4,34 δισ. δολαρίων, αυξημένα κατά 60% συγκριτικά με το 2021.
«Την ώρα που η επισιτιστική και ενεργειακή ασφάλεια εκατομμυρίων ανθρώπων τίθεται εν αμφιβόλω εξαιτίας της αύξησης των τιμών των τροφίμων και των εμπορευμάτων, οι κολοσσιαίοι όμιλοι του διεθνούς αγροτικού τομέα καταγράφουν κέρδη-ρεκόρ», κατήγγειλε στα μέσα Ιανουαρίου η Public Eye, μια Μη Κυβερνητική Οργάνωση που εδρεύει στην Ελβετία.
Χάνουν την κάλυψη
«Αν αγόραζαν σιτάρι τον Ιανουάριο του 2022 για παράδοση σε τρεις μήνες, αν πλήρωναν δηλαδή προτού εισβάλει η Ρωσία στην Ουκρανία και εκτοξευθούν οι τιμές του προϊόντος στα ύψη, θα μπορούσαν να το πουλήσουν αργότερα σε αστρονομικά υψηλό επίπεδο», εξηγεί η Τζένιφερ Κλαπ. Οι ABCD το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν μπει στο στόχαστρο ΜΚΟ και ανεξάρτητων επιστημόνων. Σε βαθμό που αναγκάζονται να απαντήσουν στις καταγγελίες κινδυνεύοντας έτσι να απολέσουν τη «διακριτική κυριαρχία» που απολάμβαναν στον παγκόσμιο αγρο-διατροφικό κλάδο.
«Η ζήτηση για δημητριακά δεν έχει αποδυναμωθεί μετά το ξέσπασμα του πολέμου και παραμένουμε σε καλή θέση για να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες κέρδους που μας προσφέρονται», είχε παραδεχθεί το Φεβρουάριο ο διευθύνων σύμβουλος της εδρεύουσας στο Μιζούρι των ΗΠΑ Bunge, Γκρεγκ Χέκμαν. Η Cargill αντικρούοντας τις κατηγορίες περί «αδιαφανών υπερ-κερδών» υπενθύμισε ότι δεν είναι εκείνη που καθορίζει τις τιμές των τροφίμων.
Σε αντίθεση με την Bunge, η Cargill αρνείται ότι ωφελήθηκε από την κρίση. Η εταιρεία ισχυρίζεται ότι συνέβαλε στη σταθερότητα του παγκόσμιου συστήματος τροφίμων, υπογραμμίζοντας ότι εκταμίευσε σχεδόν 162 εκατ. δολάρια για να βοηθήσει ανθρωπιστικές οργανώσεις. Το «κουαρτέτο ABCD» διατυμπανίζει εξάλλου εν χορώ την έκρηξη στα λειτουργικά του κόστη. Μιλά για μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των αζωτούχων λιπασμάτων, στις θαλάσσιες μεταφορές και στα καύσιμα.
«Από το Ντάλας στο Δελχί»
«Αυτοί οι άγνωστοι στο ευρύ κοινό δεινόσαυροι δεν είναι απλοί μεσάζοντες στην παγκόσμια αγορά και την εφοδιαστική αλυσίδα των τροφίμων. Κατέχουν και εκμεταλλεύονται καλλιεργήσιμες εκτάσεις, προμηθεύουν με σπόρους και λιπάσματα τους αγρότες, αγοράζουν οι ίδιες την παραγωγή τους σε δημητριακά, τη μεταφέρουν με πλοία, την αποθηκεύουν, τη μεταπωλούν», γράφει ο Ρισάρ Φλιρέν του «Figaro».
Ο ρεπόρτερ της εφημερίδας θυμίζει το «μότο» της ADM, που είναι «Από το Ντάλας στο Δελχί».
«Είναι αδύνατον να πει κανείς ‘δεν θα συνεργαστώ με την Cargill ή με την ADM’», δηλώνει στην παριζιάνικη εφημερίδα ο Πατ Μούνι, ιδρυτής της καναδικής Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης ETC. Ο Μούνι θεωρεί ότι «οι ABCD δεν εκπληρώνουν τη βασική τους αποστολή, που είναι να διασφαλίζουν ότι τα τρόφιμα θα φθάνουν στους ανθρώπους που τα χρειάζονται σε σταθερή τιμή, ιδιαιτέρως σε μια συγκυρία κατά την οποία τα δημόσια και ιδιωτικά αποθέματα δημητριακών είναι άφθονα».
Θα παρατηρούσε κανείς ο ιδρυτής της ETC παραβλέπει τον οντολογικό χαρακτήρα όλων των εμπορικών επιχειρήσεων – και κεντρικό υπαρξιακό τους σκοπό εξάλλου – που είναι το κέρδος. Οι «ABCD» δεν είναι ΜΚΟ. Δεν έχουν, έστω και θεωρητικά, μη-κερδοσκοπικό χαρακτήρα.