Θα συνεχίσουν να απασχολούν τους καταναλωτές και τους πρώτους μήνες του 2024 οι υψηλές τιμές των τροφίμων.
Αν και οι ανατιμήσεις, στο σύνολό τους, αναμένονται μικρότερης έντασης σε σχέση με ένα χρόνο πριν και ενώ σε ορισμένα προϊόντα παρατηρείται αποκλιμάκωση, την ίδια στιγμή σε συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων, το ανοδικό ράλι των τιμών συνεχίζεται με τους ίδιους ρυθμούς. Σε κάθε περίπτωση, παρότι στελέχη του λιανεμπορίου και της αγοράς τροφίμων περιγράφουν μία καλύτερη εικόνα ως προς την πορεία των τιμών το επόμενο διάστημα, συγκριτικά μάλιστα με τους πρώτους μήνες του 2023, εντούτοις, όπως διευκρινίζουν, οι καταναλωτές, δεν θα πρέπει να αναμένουν επιστροφή των τιμών στα επίπεδα προ ενεργειακής κρίσης.
Προβληματισμός για τις τιμές σε ελαιόλαδο, φρούτα και λαχανικά
Στις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης που οδήγησαν σε έκρηξη των τιμών στα τρόφιμα κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας – και ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις δεν έχει έρθει ακόμα η πλήρης αποκατάσταση – ήρθε να προστεθεί και ο παράγοντας της κλιματικής κρίσης.
Ήδη τους τελευταίους μήνες του 2023 η επίδρασή της στη διαμόρφωση των τιμών είναι εμφανής, σε προϊόντα όπως το ελαιόλαδο, τα φρούτα και τα λαχανικά. Η εικόνα μάλιστα, σε αυτές τις κατηγορίες, τουλάχιστον για τους πρώτους μήνες του νέου έτους δεν αναμένεται να αλλάξει. Προϊόντα όπως ελαιόλαδο, πορτοκάλια, μήλα αλλά και κρασί, στα οποία η παραγωγή διεθνώς εμφανίζεται σημαντικά μειωμένη λόγω της κλιματικής αλλαγής και παράλληλα η ζήτηση παραμένει αυξημένη, φαίνεται πως θα συνεχίσουν να απασχολούν τους καταναλωτές με τις υψηλές τιμές τους και το επόμενο διάστημα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι συνολικά, σε ό,τι αφορά τα αγροτικά προϊόντα, τα στοιχεία της Eurostat για το γ΄ τρίμηνο του έτους κατέτασσαν τη χώρα μας στην πρώτη θέση μεταξύ των χωρών που εμφάνισαν αυξήσεις των τιμών στο χωράφι. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη Eurostat οι 21 από τις 27 χώρες της ΕΕ κατέγραψαν μείωση στις τιμές των γεωργικών προϊόντων. Αντίθετα, όπως επισημαίνει, οι τιμές αυξήθηκαν σε 6 χώρες του νότου: Ελλάδα (+22%), Κύπρο (+11%), Πορτογαλία (8%), Ισπανία και Μάλτα (και οι δύο +5%) και Ιταλία (+1%). Όπως εξηγεί η Εurostat, ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν στις αυξήσεις ήταν η απότομη άνοδος της τιμής του ελαιολάδου, οι οποίες στη χώρα μας άγγιξε το +101%. Σημαντική αύξηση ωστόσο καταγράφηκε και στα φρούτα (+30%) όπως και στα λαχανικά (σχεδόν 35%).
Την ίδια στιγμή, οι αυξήσεις αυτές στις παραπάνω κατηγορίες συμπαρασύρουν προς τα πάνω και τις τιμές σε μία σειρά από προϊόντα των οποίων αποτελούν την πρώτη ύλη. Όπως για παράδειγμα στους χυμούς και τα αναψυκτικά, μία κατηγορία η οποία σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Νοέμβριο του 2023 βρίσκεται μεταξύ εκείνων που οδηγούν την κούρσα των ανατιμήσεων, με άνοδο 13,3% σε ετήσια βάση.
Σε ό,τι αφορά, τέλος, στις εκτιμήσεις για την πορεία των τιμών των τροφίμων στα σούπερ μάρκετ το 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η εταιρεία μετρήσεων Circana στο πρόσφατο συνέδριο του ΙΕΛΚΑ, οι ανατιμήσεις αναμένεται να κυμανθούν μεσοσταθμικά στο 4,6%. Παρότι το ποσοστό αυτό είναι σαφώς πολύ χαμηλότερο σε σχέση με τις ανατιμήσεις που είδαν οι καταναλωτές την τελευταία διετία, συνιστά ωστόσο μία νέα επιβάρυνση για τον ήδη πιεσμένο οικογενειακό προϋπολογισμό των ελληνικών νοικοκυριών.