Μπορεί η υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου για το 2017 να είναι σχεδόν βέβαιη, ωστόσο, η επίτευξη του στόχου για το 2018 δεν θα είναι εύκολη. Αυτό υποστηρίζει η Alpha bank στο εβδομαδιαίο δελτίο της για την ελληνική οικονομία, υποστηρίζοντας ότι τα πλεονάσματα του 2016 και του 2017 στηρίζονται σε συγκυριακά κι όχι μόνιμα στοιχεία.
Πρώτον, στο πλεόνασμα του 2017 συνέβαλαν ορισμένα έκτακτα εφάπαξ μέτρα που ακολούθησαν τις παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό και το φορολογικό σύστημα (όπως τα αυξημένα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές που οφείλονται περισσότερο στη διπλή καταβολή εισφορών από ασφαλισμένους ορισμένων ταμείων παρά στην αύξηση της απασχολήσεως καθώς και τα έσοδα από τον αυξημένο συντελεστή προκαταβολής για ομόρρυθμες εταιρίες και αυτοαπασχολούμενους), αναφέρει το newmoney.
Δεύτερον, το 2017 ενισχύθηκε έτι περαιτέρω το φαινόμενο της καθυστερήσεως της απονομής συντάξεων, εξέλιξη που ενδέχεται να επιβαρύνει τους προϋπολογισμούς των επόμενων ετών.
Τι πρέπει συνεπώς να συμβεί για να αποφευχθεί η λήψη εκτάκτων μέτρων συσταλτικής δημοσιονομικής πολιτικής ή εφαρμογής ενωρίτερα όσων ήδη έχουν νομοθετηθεί και σχεδιαστεί για το 2019 και το 2020;
Το σημαντικότερο είναι η λήψη μέτρων περαιτέρω ενισχύσεως της φορολογικής συμμορφώσεως και επιταχύνσεως του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεως.
Επίσης, θα πρέπει να αποφευχθεί ο περιορισμός του προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων με σκοπό την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων υπονομεύοντας τις παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας.
Αντίθετα, σημαντική εξοικονόμηση πόρων μπορεί να προκύψει μέσω της περικοπής δαπανών χωρίς πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην οικονομία και ουσιώδη κοινωνική προστασία.
Τέλος, σημαντικό αποτέλεσμα τόσο για την εξοικονόμηση πόρων όσο και για την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοικήσεως θα προκύψει από την άμεση εφαρμογή του κανόνα προσλήψεων-αποχωρήσεων 1:3 που προβλέπει το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού.