Ο αγώνας της Ευρώπης να μετατραπεί σε μια «πολεμική οικονομία» οδηγεί σε δραστική περικοπή κονδυλίων που είχαν προγραμματιστεί για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, προκαλώντας ανησυχίες για οικονομικές και γεωπολιτικές επιπτώσεις.
Η ανακατεύθυνση δισεκατομμυρίων ευρώ από τη χρηματοδότηση έργων για την προστασία από πλημμύρες, ξηρασίες και κυκλώνες σε φτωχότερες χώρες ενδέχεται να τροφοδοτήσει τον πληθωρισμό, να αυξήσει τις μεταναστευτικές ροές και να αποδυναμώσει τη θέση της Ευρώπης στη διεθνή σκηνή.
«Εξαρτόμαστε αμοιβαία από αυτές τις χώρες», τονίζει ο Γκάρεθ Ρέντμοντ-Κινγκ, επικεφαλής διεθνών προγραμμάτων στο Energy and Climate Intelligence Unit.
Οικονομικές επιπτώσεις
Η απόφαση της Ευρώπης να μειώσει την αναπτυξιακή βοήθεια έχει ευρύτερες οικονομικές συνέπειες, καθώς πολλές χώρες που εξάγουν πρώτες ύλες στην ευρωπαϊκή αγορά θα μείνουν χωρίς προστασία από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. «Λιγότερη προστασία από φυσικές καταστροφές σημαίνει υψηλότερες τιμές για βασικά προϊόντα, από τον καφέ και το κακάο μέχρι τις μπανάνες», προειδοποιεί ο Ρέντμοντ-Κινγκ.
Το Ηνωμένο Βασίλειο εισάγει το 40% των τροφίμων του από το εξωτερικό, με το 50% αυτών να προέρχεται από περιοχές που πλήττονται από την κλιματική αλλαγή. Οι περικοπές χρηματοδότησης αναμένεται να επιδεινώσουν τη διαθεσιμότητα και τις τιμές βασικών αγαθών, δημιουργώντας πληθωριστικές πιέσεις.
Η μείωση της αναπτυξιακής βοήθειας από τις δυτικές κυβερνήσεις κινδυνεύει να αφήσει κενό σε στρατηγικά σημαντικές περιοχές, το οποίο θα μπορούσε να καλυφθεί από ανταγωνιστικές δυνάμεις, όπως η Ρωσία.
«Ο κόσμος έχει αλλάξει ριζικά τον τελευταίο μήνα και είναι σαφές ότι πρέπει να αυξήσουμε τις αμυντικές δαπάνες», επισημαίνει ο Ρέντμοντ-Κινγκ. «Όμως, με το να περικόπτουμε την κλιματική βοήθεια, αποσύρουμε ένα στοιχείο σταθερότητας από αναπτυσσόμενες χώρες, αφήνοντας περιθώρια για παρεμβάσεις από τη Ρωσία».
Αθέτηση δεσμεύσεων και επενδυτική στροφή
Η ανατροπή των κλιματικών προγραμμάτων έρχεται μόλις τρεις μήνες μετά τη Σύνοδο COP29 στο Μπακού, όπου οι πλούσιες χώρες δεσμεύτηκαν να παρέχουν 300 δισ. δολάρια ετησίως για την κλιματική προσαρμογή φτωχότερων κρατών. Τώρα, αυτή η υπόσχεση τίθεται εν αμφιβόλω.
«Θα είναι πολύ δύσκολο να τηρηθούν οι δεσμεύσεις που υπεγράφησαν στο Μπακού», δηλώνει ο Ρέντμοντ-Κινγκ. Παράλληλα, οι επενδυτές στρέφουν την πλάτη σε μετοχές που συνδέονται με την κλιματική χρηματοδότηση. Ο δείκτης S&P Global Clean Energy έχει σημειώσει πτώση 40% από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.
Σύμφωνα με το Bloomberg, οι επόμενοι μήνες θα είναι καθοριστικοί για το εάν οι κυβερνήσεις της Γηραιάς Ηπείρου θα καταφέρουν να βρουν ισορροπία μεταξύ των στρατιωτικών τους αναγκών και των δεσμεύσεών τους για ένα βιώσιμο μέλλον. Αυτό που φαίνεται σίγουρο, όμως, είναι ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες και η παγκόσμια οικονομία θα αισθανθούν άμεσα τις επιπτώσεις αυτής της μεταστροφής.