Μπορούν οι χρηματοπιστωτικές αγορές να υποτιμήσουν για άλλη μια φορά τον κίνδυνο μιας παγκόσμιας σύγκρουσης; Την απάντηση δίνει ανάλυση του Economist που αναφέρει ότι η σύγκρουση του Ισραήλ εναντίον της Χαμάς έχει την τρομακτική δυνατότητα να διαχυθεί πέρα από τα σύνορά του.
Όπως επισημαίνεται, η αμερικανική στρατιωτική υποστήριξη είναι ζωτικής σημασίας τόσο για την Ουκρανία όσο και για το Ισραήλ, ενώ στο Ιράκ και τη Συρία οι βάσεις της υπερδύναμης έχουν δεχθεί πυρά, πιθανώς από «δορυφόρους» του Ιράν. Εάν η Κίνα αποφασίσει ότι είναι καιρός να εισβάλει στην Ταϊβάν, η Αμερική θα μπορούσε πολύ εύκολα να καταλήξει να παρασυρθεί σε τρεις πολέμους ταυτόχρονα. Με λίγα λόγια ο υπόλοιπος κόσμος κινδυνεύει να αλληλεπιδράσουν αυτοί οι πόλεμοι και να μετατραπούν σε κάτι ακόμα πιο καταστροφικό.
Κραδασμοί στις αγορές
Αυτό το σενάριο θα τοποθετούσε φυσικά τις οικονομικές απώλειες πολύ πιο κάτω στον κατάλογο των φρικαλεοτήτων που συμβαίνουν και θα συμβούν. Ακόμα κι έτσι, όμως, είναι μέρος της δουλειάς ενός επενδυτή, αναφέρει το Economist, να εξετάσει τι ακριβώς θα σήμαινε αυτό. Μέχρι στιγμής η πιθανότητα ενός παγκόσμιου πολέμου έχει μόλις και μετά βίας προκαλέσει κραδασμούς στις αγορές.
Είναι αλήθεια ότι εδώ και αρκετό καιρό οι επενδυτές, καταλαμβάνονται περισσότερο από φόβο παρά από απληστία. Οι τιμές των ομολόγων ήταν ταραχώδεις, ακόμη και για τα υποτιθέμενα «χωρίς κινδύνους» αμερικανικά ομόλογα, και οι αποδόσεις ανεβαίνουν για το μεγαλύτερο μέρος του τρέχοντος έτους. Οι χρηματιστηριακοί δείκτες στην Αμερική, την Κίνα και την Ευρώπη καταγράφουν πτώση για τρεις συνεχόμενους μήνες. παρά τα διαλείμματα. Ωστόσο, αυτή η κατάστασημπορεί να εξηγηθεί εύλογα από παράγοντες εν καιρώ ειρήνης, συμπεριλαμβανομένου του υπερμεγέθους κρατικού δανεισμού, των προσδοκιών για τα επιτόκια και των μετόχων των οποίων η προηγούμενη αισιοδοξία τους είχε ξεπεράσει.
Δεν μοιάζει καθόλου με τον πανικό που θα περίμενε κανείς αν οι πιθανότητες να βυθιστεί ο κόσμος σε πόλεμο αυξάνονταν. Το συμπέρασμα είναι ότι τέτοιες πιθανότητες είναι πραγματικά κοντά στο μηδέν. Όμως ένα πιο σκοτεινό συμπέρασμα είναι ότι, όπως οι επενδυτές του 1914, οι σημερινοί μπορεί να τυφλωθούν. Η ιστορία δείχνει μια τρίτη πιθανότητα: ότι ακόμα κι αν οι επενδυτές αναμένουν έναν μεγάλο πόλεμο, λίγα μπορούν να κάνουν για να επωφεληθούν από αυτόν.
Για να το κατανοήσουμε ας φανταστούμε ότι βρισκόμαστε στο 1914, γνωρίζοντας ότι ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος είναι έτοιμος να ξεσπάσει. Τι θα έπρεπε να γίνει;
Θα έπρεπε να επανατοποθετηθούν οι επενδύσεις γρήγορα – μέσα σε λίγες εβδομάδες- καθώς τα χρηματιστήρια στο Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη και την ηπειρωτική Ευρώπη θα έκλειναν και θα παρέμεναν έτσι για μήνες. Επίσης, με την σχετική σύνεση, θα μπορούσαν να μειωθούν οι τοποθετήσεις σε κρατικό χρέος.
Οι…αβεβαιότητες
Θα ήταν όμως δυνατόν να προβλεφθεί πως τα ρωσικά ομόλογα, θα αντιμετώπιζαν την κομμουνιστική επανάσταση και τη χρεοκοπία που θα προκαλούσαν οι Μπολσεβίκοι; Ο πόλεμος, ενέχει ακραίες αβεβαιότητες που ξεπερνούν τους υπολογίσιμους κινδύνους στους οποίους έχουν συνηθίσει οι περισσότεροι επενδυτές.
Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και οι προηγούμενοι παγκόσμιοι πόλεμοι έχουν περιορισμένα διδάγματα για τους μεταγενέστερους, αφού κανένας δεν είναι ίδιος με τον άλλον. Στο άρθρο του ο Φέργκιουσον ανέλυσε γιατί το ιδανικό εγχειρίδιο για το 1914 – αγοράστε εμπορεύματα και αμερικανικές μετοχές, πουλήστε ευρωπαϊκά ομόλογα, μετοχές και νομίσματα – ήταν ελάχιστα χρήσιμο στα τέλη της δεκαετίας του 1930.
Οι επενδυτές εκείνη τη δεκαετία προσπάθησαν να μάθουν από την ιστορία. Προβλέποντας έναν άλλο παγκόσμιο πόλεμο, πούλησαν μετοχές και νομίσματα της ηπειρωτικής Ευρώπης. Αλλά αυτός ο διαφορετικός πόλεμος είχε διαφορετικές κερδοφόρες επενδύσεις. Οι βρετανικές μετοχές ξεπέρασαν τις αμερικανικές, όπως και τα βρετανικά κρατικά ομόλογα.
Καλύτερα…στρατηγός παρά επενδυτής
Σήμερα υπάρχει μια μεγαλύτερη και πιο τρομερή πηγή αβεβαιότητας, καθώς πολλές από τις δυνάμει εμπόλεμες δυνάμεις χρησιμοποιούν πυρηνικά όπλα. Ωστόσο, κατά μία έννοια, αυτό έχει μικρή οικονομική σημασία, δεδομένου ότι σε μια πυρηνική πυρκαγιά η απόδοση του χαρτοφυλακίου σας είναι… απίθανο να κατατάσσεται στις προτεραιότητές σας, λέει ο Economist.
Το συμπέρασμα όλων αυτών; Ότι η ομίχλη του πολέμου είναι ακόμη πιο πυκνή για τους επενδυτές απ’ ό,τι για τους στρατηγούς, οι οποίοι τουλάχιστον έχουν εικόνα της δράσης. Αν συμβεί το χειρότερο, οι ιστορικοί του μέλλοντος θα αναρωτηθούν για τη φαινομενική αδιαφορία των σημερινών επενδυτών. Θα είναι σε θέση να το κάνουν όμως μόνο επειδή, γι’ αυτούς, η τωρινή ομίχλη θα έχει διαλυθεί.