Σε αναβάθμιση της Ελλάδας από ΒΒ σε ΒΒ (high) προχώρησε το βράδυ της Παρασκευής ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS.
Ο καναδικός οίκος αναθεώρησε σε σταθερό το trend από θετικό.
Ο Οίκος επισημαίνει, ότι η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει την εκτίμηση της ότι η Ελλάδα συνεχίζει να προχωρά τις μεταρρυθμίσεις και παραμένει πλήρως προσηλωμένη στη δημοσιονομική εξυγίανση.
Αναφορικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία και το κατά πόσο θα επηρεάσει την ελληνική οικονομία, η DBRS επισημαίνει ότι θα περιορίσει κατά περίπου μία ποσοστιαία μονάδα το ΑΕΠ του 2022.
Οι ελληνικές τράπεζες συνεχίζουν να σημειώνουν σημαντική πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) σε μονοψήφια επίπεδα, ακόμη και με κάποια νέα επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων.
Τι οδήγησε στην αναβάθμιση
Η ανάκαμψη θα συνεχιστεί παρά τους κινδύνους για τον πληθωρισμό και την αποδυνάμωση του κλίματος εμπιστοσύνης στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Η πανδημία του κορωνοϊού και τα περιοριστικά μέτρα οδήγησαν σε σοβαρή οικονομική συρρίκνωση το 2020, σημειώνει ο καναδικός οίκος και συνεχίζει: Το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας συρρικνώθηκε κατά 9% λόγω της απότομης μείωσης της ιδιωτικής κατανάλωσης και των εξαγωγών υπηρεσιών. Το 2021, ο ηπιότερος αντίκτυπος των περιορισμών, η διανομή εμβολίων κατά του κορωνοϊού και οι καλύτερες από το αναμενόμενο επιδόσεις του τουριστικού κλάδου οδήγησαν σε ισχυρή ανάκαμψη.
Η Κομισιόν στις προοπτικές της για το χειμώνα του 2022 προέβλεψε ανάπτυξη 4,9% το 2022, με κινητήρια δύναμη τις επενδύσεις και την ιδιωτική κατανάλωση και περαιτέρω βελτιώσεις στις εξαγωγές υπηρεσιών, καθώς συνεχίζεται η ανάκαμψη των τουριστικών ροών. Οι κυριότεροι κίνδυνοι για τις προοπτικές συνδέονται με την αυξανόμενη πληθωριστική πίεση, η οποία αναμένεται να επηρεάσει την κατανάλωση και τις επενδύσεις που επιδεινώνονται επίσης από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Παρά τον περιορισμένο άμεσο αντίκτυπο από τη ρωσική αγορά, η οποία αντιπροσώπευε μόνο το 2% των συνολικών αφίξεων το 2019, η ανάκαμψη του τουριστικού κλάδου θα μπορούσε να αναβληθεί περαιτέρω λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων και του υψηλού ενεργειακού κόστους, τα οποία θολώνουν κάπως τις προοπτικές για το 2022.
Τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης αναμένεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία. Κατά την άποψη της DBRS, η επιτυχής εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης της Ελλάδας (Ελλάδα 2.0) αποτελεί ανοδικό “κίνδυνο” για την ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2022, οι δαπάνες του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, συμπεριλαμβανομένων των επιχορηγήσεων και των δανείων, αναμένεται να φθάσουν σε επίπεδο άνω των 5 δισ. ευρώ ετησίως μέχρι το τέλος του προγράμματος. Μαζί με τα διαρθρωτικά ταμεία από τον προϋπολογισμό της ΕΕ του 2021-2017, η Ελλάδα θα λάβει περίπου 70 δισ. ευρώ τα επόμενα επτά χρόνια.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, τα κεφάλαια ανάκαμψης της ΕΕ, αν συνδυαστούν με μεταρρυθμίσεις, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 7% έως το 2026, κυρίως λόγω της αύξησης των επενδύσεων και της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής. Η εφαρμογή του προγράμματος “Ελλάδα 2.0” θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε 180.000-200.000 νέες μόνιμες θέσεις εργασίας. Σύμφωνα με την DBRS, η αξιοποίηση των κονδυλίων της ΕΕ, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη συνέχιση της εφαρμογής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα βελτιώσει πιθανότατα τις προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας.