Το μετα-πανδημικό κύμα κρατικών χρεοκοπιών έχει επιτέλους κορυφωθεί, με χώρες όπως η Γκάνα, η Σρι Λάνκα και η Ζάμπια να ολοκληρώνουν χρόνια επώδυνων αναδιαρθρώσεων του χρέους τους.
Ωστόσο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλοι ανησυχούν ότι μια επικίνδυνη έλλειψη ρευστότητας θα μπορούσε να πάρει τη θέση του φαινομένου αυτού σε πολλές αναδυόμενες οικονομίες – ανακόπτοντας την ανάπτυξη, εμποδίζοντας την προσπάθεια αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και τροφοδοτώντας τη δυσπιστία προς τις κυβερνήσεις και τους δυτικούς θεσμούς.
Το ζήτημα και τι πρέπει να γίνει για αυτό, όταν οι δυτικές χώρες είναι όλο και πιο απρόθυμες να στείλουν χρήματα στο εξωτερικό, αποτελεί βασικό θέμα στις ετήσιες συνεδριάσεις του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας που πραγματοποιούνται αυτή την εβδομάδα στην Ουάσινγκτον.
«Είναι μια πρόκληση υπό την έννοια ότι για πολλούς, η εξυπηρέτηση του χρέους έχει αυξηθεί, ο δανεισμός έχει γίνει πιο ακριβός και οι εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης έχουν γίνει λιγότερο σίγουρες», δήλωσε ο Κρίστιαν Λιμπραλάτο, διαχειριστής χαρτοφυλακίου της RBC BlueBay.
Κορυφαίος οικονομικός διπλωμάτης του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών έχει ζητήσει νέους τρόπους για την παροχή βραχυπρόθεσμης στήριξης της ρευστότητας σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος για την αποτροπή κρίσεων χρέους.
Το Global Sovereign Debt Roundtable – μια πρωτοβουλία που συγκεντρώνει εκπροσώπους χωρών, ιδιωτών δανειστών, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του γκρουπ των G20 – έχει επίσης προσπαθήσει να αντιμετωπίσει το ζήτημα.
Αλλά με περιορισμένους προϋπολογισμούς και κρίσεις σε κάθε γωνιά του κόσμου, η Βέρα Σόνγκουε, πρόεδρος της Liquidity and Sustainability Facility – μιας ομάδας που στοχεύει στη μείωση του κόστους του χρέους για την Αφρική – δήλωσε ότι οι τρέχουσες λύσεις δεν έχουν την κλίμακα και την ταχύτητα που απαιτείται.
«Οι χώρες αποφεύγουν τις δαπάνες για την εκπαίδευση, την υγεία και τις υποδομές για να εξυπηρετήσουν το χρέος τους», δήλωσε η ίδια. «Ακόμη και στις ανεπτυγμένες οικονομίες υπάρχουν πιέσεις στο σύστημα».
Τα στοιχεία της ONE Campaign δείχνουν ότι το 2022, 26 χώρες – συμπεριλαμβανομένων της Αγκόλα, της Βραζιλίας, της Νιγηρίας και του Πακιστάν – πλήρωσαν περισσότερα για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους από όσα έλαβαν σε νέα εξωτερική χρηματοδότηση.
Πολλές από αυτές απέκτησαν για πρώτη φορά πρόσβαση σε ομολογιακό δανεισμό πριν από περίπου μια δεκαετία, κάτι που σημαίνει ότι οι πληρωμές έγιναν ληξιπρόθεσμες ακριβώς όταν τα παγκόσμια επιτόκια αυξήθηκαν, θέτοντας την προσιτή αναχρηματοδότηση εκτός εμβέλειας.
Η ONE εκτιμά ότι οι ροές αυτές έγιναν καθαρά αρνητικές για τις αναπτυσσόμενες χώρες στο σύνολό τους το 2023, εκτιμήσεις που υποστηρίζονται από τους εμπειρογνώμονες του Finance for Development Lab.
«Το παγκόσμιο κοινωνικό δίχτυ χρηματοοικονομικής ασφάλειας υπό την ηγεσία του ΔΝΤ απλά δεν είναι πλέον αρκετά βαθύ», δήλωσε στο Reuters ο Ισάκ Ντιγουάν, διευθυντής ερευνών στο Finance for Development Lab.
Ο ίδιος, ο οποίος θήτευσε για δύο δεκαετίες στην Παγκόσμια Τράπεζα, δήλωσε ότι ενώ δεν υπάρχουν ακόμη πλήρη επίσημα στοιχεία, οι καθαρές αρνητικές μεταβιβάσεις για το 2023 και το 2024 είναι πιθανότατα χειρότερες.
Η νέα χρηματοδότηση από το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα και άλλους πολυμερείς οργανισμούς δεν κατάφερε να αντισταθμίσει το αυξανόμενο κόστος, συμπλήρωσε.
Οι αξιωματούχοι της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ φαίνεται να συμφωνούν. Η Παγκόσμια Τράπεζα στοχεύει να ενισχύσει τη δανειοδοτική της ικανότητα κατά 30 δισεκατομμύρια δολάρια σε διάστημα 10 ετών. Το ΔΝΤ μείωσε τις προσαυξήσεις, περιορίζοντας το κόστος για τους πιο καταπονημένους δανειολήπτες κατά 1,2 δισ. δολάρια ετησίως.
Οι τραπεζίτες υποστηρίζουν ότι πολλές από τις χώρες είναι πλέον σε θέση να αξιοποιήσουν και πάλι τις αγορές, ανακουφίζοντας τις ανησυχίες για τη ρευστότητα.
«Δεν νομίζω ότι υπάρχει περιορισμός στην πρόσβαση», δήλωσε ο Στεφάν Βάιλερ, της JPMorgan. «Η αγορά είναι πραγματικά ορθάνοιχτη».
Ο ίδιος αναμένει ότι οι εκδόσεις ομολόγων στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική θα φτάσουν το ρεκόρ των 275-300 δισ. δολαρίων με περισσότερες χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Νιγηρίας και της Αγκόλα, να εκδίδουν ενδεχομένως ομόλογα το επόμενο έτος.
Αλλά το κόστος παραμένει υψηλό. Η Κένυα, που προσπαθεί να αποπληρώσει ένα ομόλογο σε δολάρια, δανείστηκε με επιτόκιο πάνω από 10%, ένα όριο που θεωρείται ευρέως ως μη βιώσιμο.
Ο υπουργός Οικονομικών της χώρας, Τζον Μπάντι, δήλωσε ότι η Κένυα δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει επενδύσεις σε υποδομές μέσω του προϋπολογισμού.
«Οι Κενυάτες συνεχίζουν να παραπονιούνται ότι δεν έχουν χρήματα. Αυτό κατά μία έννοια σημαίνει απλώς ότι αντιμετωπίζουμε προκλήσεις με τη ρευστότητα στην οικονομία», δήλωσε ο ίδιος κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Η μείωση του δανεισμού από την Κίνα έχει επίσης πλήξει σκληρά τις αναδυόμενες χώρες, μετατρέποντας αυτό που είχε γίνει μια μεγάλη πηγή εισερχόμενων μετρητών σε καθαρή αρνητική ροή για όσους αποπληρώνουν παλαιά χρέη.
Οι τράπεζες ανάπτυξης προσπαθούν ήδη να συνεργαστούν για να μεγιστοποιήσουν τον δανεισμό. Η Inter-American Development Bank και η Africa Development Bank βρίσκονται στη μέση μιας παγκόσμιας εκστρατείας για να πείσουν τις χώρες να προσφέρουν τα αποθεματικά τους στο ΔΝΤ, τα λεγόμενα «ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα», τα οποία, όπως λένε, θα μπορούσαν να μετατρέψουν κάθε 1 δολάριο που προσφέρεται σε 8 δολάρια δανεισμού.
Όμως η Παγκόσμια Τράπεζα και άλλες τράπεζες εξακολουθούν να αγωνίζονται για να πείσουν τις δυτικές χώρες να προσφέρουν περισσότερα μετρητά για να ενισχύσουν τον δανεισμό τους.
Σημειωτέον πως η υπερχρεωμένη Γαλλία σχεδιάζει να περικόψει 1,3 δισεκατομμύρια ευρώ, ακολουθώντας τις αντίστοιχες περικοπές της προηγούμενης κυβέρνησης της Βρετανίας.
Το ισχυρό δολάριο σημαίνει ότι η Ιαπωνία θα πρέπει να αυξήσει σημαντικά τις συνεισφορές της για να παραμείνει στο ίδιο επίπεδο.
Το μείγμα είναι τοξικό για τις αναπτυσσόμενες χώρες. «Βλέπουμε διαμαρτυρίες από την Κένυα έως τη Νιγηρία και αλλού. Είναι μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση», δήλωσε ο Ντιγουάν, προσθέτοντας πως «χάνουμε ολόκληρο τον παγκόσμιο Νότο σε αυτό το στάδιο».