Μία από τις σημαντικότερες επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, τουλάχιστον όσον αφορά τη Δύση, αποτελεί η αύξηση των τιμών λιπασμάτων η οποία, σε συνδυασμό με πολλούς άλλους παράγοντες όπως η ενέργεια, έχει προκαλέσει κρίση στην αγορά τροφίμων και έχει οδηγήσει την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα σε κατάρρευση.
Τα καλά νέα είναι πως οι τιμές spot των λιπασμάτων έχουν καταγράψει σχετική πτώση από τα πρόσφατα ιστορικά υψηλά, όπως φαίνεται και στον παρακάτω δείκτη.
Τα άσχημα νέα, όμως, είναι πως αυτή η πτώση δεν είναι αρκετή. Σύμφωνα με το Bloomberg, η υπερπροσφορά λιπασμάτων που συσσωρεύεται στα λιμάνια της Βραζιλίας υποδεικνύει πως οι τιμές πρέπει να υποχωρήσουν κι άλλο πριν ξεκινήσουν οι αγορές από τους αγρότες.
Σύμφωνα με εμπιστευτικές πηγές του Bloomberg, τόσο οι αποθήκες της Paranagua των 3,5 εκατομμυρίων τόνων, όσο και οι τερματικοί σταθμοί στο λιμάνι τoυ Santos είναι γεμάτοι με λίπασμα.
Ο παρακάτω δείκτης υποδεικνύει την δραματική αύξηση των τιμών των λιπασμάτων το τελευταίο έτος.
Προφανώς, η κρίση στα λιπάσματα στην καθ’ όλα αγροτική οικονομία, και πηγή τροφίμων για τον μισό πλανήτη, Βραζιλία αποτελεί πρόβλημα, δεδομένου του ότι το 85% των εισαγωγών λιπασμάτων της χώρας προέρχονται από τη Ρωσία. Παρά την εξομάλυνση των εξαγωγών τις τελευταίες εβδομάδες, οι Βραζιλιάνοι αγρότες δεν έχουν αρχίσει τις αγορές, περιμένοντας περαιτέρω πτώση στις τιμές, σύμφωνα με την αναλυτή του Bloomberg, Marina Cavalcante.
Σε αυτό το σημείο εισερχόμαστε στο «παιχνίδι» της εξισορρόπησης της προσφοράς και της ζήτησης. Η Βραζιλία είναι η τρίτη μεγαλύτερη εξαγωγέας σιτηρών όπως η σόγια παγκοσμίως. Οι αγρότες θα μπορούσαν να καθυστερήσουν την αγορά λιπασμάτων μέχρι το ξεκίνημα της περιόδου σποράς τον Σεπτέμβριο. Αν, όμως, καθυστερήσουν υπερβολικά, η απότομη αύξηση της ζήτησης στην αγορά και οι καθυστερήσεις στην εγχώρια εφοδιαστική αλυσίδα ενδέχεται να προκαλέσουν εκτίναξη των τιμών.
Υπάρχει, επίσης, κι άλλο πρόβλημα, σύμφωνα με το zerohedge: οι εξαγωγές λιπασμάτων από τη Ρωσία μπορεί να μην είναι αρκετές, αφού η χώρα έχει αποφασίσει να «τιμωρήσει» τη Δύση και να δημιουργήσει κοινωνικές αναταραχές. Εξάλλου, ο κύριος λόγος για τις αυξημένες τιμές είναι η περιορισμένη ζήτηση. Όποιοι αγρότες ελπίζουν προς εξομάλυνση των τιμών σε προ-πανδημικά επίπεδα είναι γελασμένοι.
Αυτό μας οδηγεί και στο πρόβλημα της «καταστροφής της ζήτησης», σύμφωνα με τον Michael Every της Radobank, ιδιαίτερα σε φτωχότερες, «τριτοκοσμικές», όπως χαρακτηρίζονται, χώρες. Η καταστροφή της ζήτησης στα κράτη αυτά έχει και έναν πολύ πιο κοινό όρο: λιμός.
Ιδιαίτερα προβληματική αποδεικνύεται η κατάσταση στο Τσαντ, όπου -σύμφωνα με τη DW, η κυβέρνηση έχει κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω έλλειψης σιτηρών. Η αφρικανική χώρα προχώρησε σε εκκλήσεις για βοήθεια από τη διεθνή κοινότητα τη περασμένη Πέμπτη για αντιμετώπιση της κρίσης.
Παρόμοια είναι η κατάσταση και στη γείτονα χώρα του Τσαντ, το Νίγηρα, όπου οι τιμές των γαλακτοκομικών, της ζάχαρης, του λαδιού, των λιπασμάτων και του αλεύρου έχουν φτάσει σε δυσθεώρητα υψηλά.
Σε πρόσφατη συνάντησή του με τον Putin, ο επικεφαλής της Αφρικανικής Ένωσης Macky Sall τόνισε πως η «μαύρη ήπειρος» έχει επωμιστεί το μεγαλύτερο βάρος από την τρέχουσα κρίση στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με τον Every, το μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής βρίσκεται σε παρόμοια, δεινή κατάσταση. Το ειρωνικό της υπόθεσης είναι πως όλοι χρειάζονται λίπασμα για τα χωράφια τους αλλά οι περισσότεροι δεν μπορούν να το αγοράσουν στις τρέχουσες τιμές.
«Οι πλουσιότερες χώρες και επιχειρήσεις του κόσμου οι οποίες θέτουν και τις τιμές των λιπασμάτων, θα πρέπει να αποφασίσουν για το εάν θα θυσιάσουν τα κέρδη τους προς βοήθεια των φτωχών του πλανήτη», ανέφερε ο Every χαρακτηριστικά.
Οι αγορές μπορεί να μιλούν για «καταστροφή της ζήτησης», αλλά δεν τονίζουν πως αυτό μεταφράζεται σε «μαζικό λιμό». Πολλοί μιλούν για «στασιμοπληθωρισμό», κάτι το οποίο δεν μπορούσαν να κάνουν μέχρι πρότινος. Άλλοι μιλούν για «ύφεση» ελπίζοντας πως υπάρχει φως στο τούνελ.
Στο τέλος, όμως, η επόμενη «Αραβική Άνοιξη» μπορεί να αποδειχθεί παγκόσμια και να μη μοιάζει καθόλου με «άνοιξη».