Την ώρα που το lockdown παρατείνεται και οι κλάδοι της εστίασης και του λιανεμπορίου παραμένουν με κατεβασμένα ρολά, αδειάζει η κλεψύδρα για τις ηλεκτρονικές αποδείξεις στην Εφορία. Ο χρόνος μετράει αντίστροφα για τους φορολογουμένους καθώς στο διάστημα των επόμενων 24 ημερών, έως το τέλος του έτους, θα κριθεί εάν μπορέσουν φέτος να καλύψουν το 30% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματός τους με δαπάνες που θα έχουν πραγματοποιηθεί με ηλεκτρονικό χρήμα.
Οσοι δεν θα καταφέρουν να συγκεντρώσουν τις ηλεκτρονικές αποδείξεις που απαιτεί η Εφορία, θα κληθούν το 2021 να πληρώσουν έξτρα φόρο που υπολογίζεται με συντελεστή 22% επί του ποσού των αποδείξεων που θα λείπουν. Ετσι, οι φορολογούμενοι θα πρέπει να δουν τις αγορές τους και να υπολογίσουν αν έχουν και πόσο «έλλειμμα» στο απαιτούμενο όριο, το οποίο έχουν περιθώριο να καλύψουν, εφόσον μπορούν, έως το τέλος Δεκεμβρίου.
Φέτος η αξία των αποδείξεων με πλαστικό ή ηλεκτρονικό χρήμα έχει αυξηθεί αισθητά, κυρίως για τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, καθώς το ποσό δεν είναι κλιμακωτό όπως πέρυσι, αλλά οριζόντιο στο 30% του πραγματικού εισοδήματος, με το ανώτατο ποσό δαπανών να μην μπορεί να υπερβεί τις 20.000 ευρώ. Για εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτούς, συνταξιούχους, ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες και ιδιοκτήτες ακινήτων το μέτρο των e-αποδείξεων κρύβει παγίδες.
Μπορεί η κρίση της πανδημίας και τα δύο lockdown να έχουν αυξήσει σημαντικά τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, αλλά πολλά νοικοκυριά έχουν περιορίσει τις αγορές τους και οι συναλλαγές με πλαστικό ή ηλεκτρονικό χρήμα αφορούν κυρίως την αγορά τροφίμων και βασικών αγαθών, καθώς και την πληρωμή λογαριασμών ΔΕΚΟ και λιγότερο την αγορά διαρκών καταναλωτικών αγαθών. Ετσι, πολλοί φορολογούμενοι εκτιμάται ότι δεν θα καταφέρουν να καλύψουν το 30% του εισοδήματός τους με e-αποδείξεις και θα κληθούν το επόμενο έτος να πληρώσουν έξτρα φόρο 22% για τις αποδείξεις που θα λείπουν. Για παράδειγμα, φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα 20.000 ευρώ θα πρέπει να πραγματοποιήσει φέτος ηλεκτρονικές συναλλαγές ύψους 6.000 ευρώ. Στην περίπτωση που εμφανίσει λιγότερες, π.χ. 5.000 ευρώ, τότε στη διαφορά των 1.000 ευρώ θα επιβληθεί φόρος 22%, δηλαδή θα επιβαρυνθεί με έξτρα φόρο 220 ευρώ (1.000 Χ 22%).
Οι φορολογούμενοι θα πρέπει να γνωρίζουν ότι:
Για τον υπολογισμό του ύψους του εισοδήματος δεν λαμβάνεται υπόψη η ειδική εισφορά αλληλεγγύης και το ποσό της διατροφής που δίνεται από τον φορολογούμενο στον/στη διαζευγμένο/-η σύζυγο ή σε μέρος συμφώνου συμβίωσης ή/και σε εξαρτώμενο τέκνο του, εφόσον αυτό καταβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Επιπλέον, δεν περιλαμβάνεται το εισόδημα που προκύπτει από την προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων. Στις e-αποδείξεις που «μετρούν» περιλαμβάνονται τα περισσότερα από τα έξοδα κάθε νοικοκυριού, όπως οι δαπάνες για αγορές τροφίμων, ποτών, ρούχων, παπουτσιών, ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών συσκευών, επίπλων, λογαριασμοί κινητής και σταθερής τηλεφωνίας, ηλεκτρικού ρεύματος, ύδρευσης και κοινοχρήστων, ιατρικές επισκέψεις και εξετάσεις, νοσήλια και ασφάλιστρα. Εξαιρούνται οι πληρωμές για ενοίκια, δάνεια, φόρους και τέλη υπέρ του Δημοσίου, καθώς και οι δαπάνες για αγορές ακινήτων, αυτοκινήτων, δικύκλων (πλην ποδηλάτων), σκαφών, αεροπλάνων, αεροσκαφών, αποταμιευτικών και επενδυτικών προϊόντων (μετοχών, ομολόγων κ.λπ.).
Για φορολογουμένους με ληξιπρόθεσμα χρέη στο Δημόσιο στους οποίους έχουν κατασχεθεί ένας η περισσότεροι λογαριασμοί, πλην του ακατάσχετου λογαριασμού, το όριο των δαπανών με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής περιορίζεται σε 5.000 ευρώ.
Μειώνεται στο 20% το απαιτούμενο ποσό ηλεκτρονικών αποδείξεων για όσους καταβάλλουν πάνω από το 60% του πραγματικού εισοδήματός τους για την πληρωμή φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ΕΝΦΙΑ, δόσεις δανείων και για ενοίκια (κύριας ή/και δευτερεύουσας κατοικίας, επαγγελματικής στέγης.