Η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να υπερ-αποδίδει έναντι της υπόλοιπης Ευρωζώνης τα επόμενα δύο χρόνια, παρά τις δομικές αδυναμίες της, προβλέπει η Bank of America, καθώς ο ισχυρός τουρισμός, η συνεχιζόμενη ανάκαμψη των επενδύσεων και η πολιτική σταθερότητα διαμορφώνουν επιτέλους μια ενθαρρυντική εικόνα.
Ο αμερικανικός επενδυτικός οίκος διαπιστώνει ότι οι προκλήσεις παραμένουν στο μέτωπο του ελλείμματος και του χρέους, όμως οι συνθήκες για δημοσιονομική προσαρμογή αναμένεται να διατηρηθούν. Στο πλαίσιο αυτό, «βλέπει» περιθώρια για περαιτέρω συρρίκνωση του spread κατά 20 μονάδες βάσης, με την πιθανή αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα να φέρνει μεγάλες ροές.
Ανάπτυξη 1,7% φέτος και 1,2% το 2024
Έπειτα από αρκετά δύσκολα χρόνια, η ελληνική οικονομία φαίνεται επιτέλους να βρίσκεται σε καλύτερο δρόμο, σημειώνουν οι αναλυτές της BofA και προβλέπουν ανάπτυξη υψηλότερη της Ευρωζώνης, καθώς η ζήτηση στον τομέα των υπηρεσιών είναι ισχυρή (ειδικά στις δραστηριότητες που σχετίζονται με τον τουρισμό) και οι επενδύσεις που χρηματοδοτούνται με κοινοτικά κονδύλια αναμένεται να δώσουν μεγάλη ώθηση.
Ο τομέας της μεταποίησης, που λειτουργεί σαν «βαρίδι», αναμένεται να έχει περιορισμένες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία σε σχέση με άλλες που εξαρτώνται περισσότερο από τη βιομηχανία, όμως η BofA περιμένει κάποια αρνητική επίδραση μέσω της ναυτιλίας.
Έτσι, με την οικονομική δραστηριότητα να έχει επιστρέψει στα προ-κορωνοϊού επίπεδα, ο οίκος περιμένει τώρα μία επιβράδυνση σε πιο «κανονικούς» ρυθμούς, προβλέποντας αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,7% φέτος και 1,2% του χρόνου, έναντι 0,6% και 0,8% αντίστοιχα στην Ευρωζώνη.
Η απότομη νομισματική σύσφιγξη αναμένεται να έχει κάποιες επιπτώσεις στην ζήτηση, αλλά τα ελληνικά νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις δεν έχουν υψηλά επίπεδα δανείων, σημειώνει η BofA.
Τα 3 θετικά στοιχεία: Τουρισμός, επενδυτικές δαπάνες, πολιτική σταθερότητα
Η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει μεγάλη εξάρτηση από τον τουρισμό, με τα στοιχεία να δείχνουν ότι η καλοκαιρινή σεζόν θα είναι ισχυρή, αφού η ζήτηση παραμένει ανθεκτική σε όλη την Ευρώπη, παρά την κρίση ακρίβειας. Τα μέχρι στιγμής στοιχεία είναι ενθαρρυντικά, με τις κρατήσεις για πτήσεις και ξενοδοχεία να κινούνται πάνω από τα καλά επίπεδα του 2022.
Την ίδια στιγμή, η BofA μιλά για ενθαρρυντικά στοιχεία και στο μέτωπο των επενδύσεων, έπειτα από το μεγάλο επενδυτικό χάσμα έναντι της Ευρωζώνης που άνοιξε στα χρόνια της κρίσης. Με τη βοήθεια των μεταρρυθμίσεων και των κοινοτικών κονδυλίων, ο οίκος βλέπει αναβίωση των εισροών από το εξωτερικό.
Άλλωστε, οι αναλυτές θεωρούν ότι η πολιτική συνέχεια και σταθερότητα είναι το πιθανότερο αποτέλεσμα των εκλογών. «Η επόμενη κυβέρνηση αναμένεται να επιμείνει στις φιλικές προς τις αγορές πολιτικές, διατηρώντας μια εποικοδομητική σχέση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τις αγορές», σημειώνουν.
Η επενδυτική βαθμίδα
Οι αναλυτές χαρακτηρίζουν τις δημοσιονομικές προοπτικές της Ελλάδας εύθραυστες, αλλά δηλώνουν ότι δεν ανησυχούν βραχυπρόθεσμα. Έπειτα από το πρωτογενές πλεόνασμα του 2022 και τη σαφή δέσμευση της κυβέρνησης να διατηρήσει μια συνετή στάση, ακόμα και σε μια εκλογική χρονιά, η υψηλή ανάπτυξη και η άρση των μέτρων στήριξης της ενεργειακής κρίσης αναμένεται να βοηθήσουν στα βραχυπρόθεσμα σχέδια προσαρμογής.
Στο μέτωπο του χρέους, η Ελλάδα ωφελείται από το γεγονός ότι το 80% των υποχρεώσεών της βρίσκεται στα χέρια του επίσημου τομέα, με μέση ωρίμανση κοντά στα 20 χρόνια και σταθερό κόστος εξυπηρέτησης.
Αν και η BofA θεωρεί ενδεχομένως αισιόδοξους τους δημοσιονομικούς στόχους του Προγράμματος Σταθερότητας, εντούτοις πιστεύει ότι η γενική πορεία είναι ενθαρρυντική. Εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διατηρηθεί το 2023/24, με το δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω από το 2% του χρόνου. Εάν δεν υπάρξουν περαιτέρω σοκ, ο οίκος βλέπει το χρέος κάτω από το 160% του ΑΕΠ έως το τέλος του 2024.
Στο πλαίσιο αυτό, περιμένει την πρώτη αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα στις 20 Οκτωβρίου από την S&P.
Οι εισροές επενδυτικών κεφαλαίων στα ελληνικά ομόλογα, από funds που ακολουθούν τους δείκτες, υπολογίζονται από την BofA στα 16 δισ. ευρώ, ποσό που χαρακτηρίζεται σημαντικό, εάν αναλογιστεί κανείς ότι υπάρχουν μόνο 74 δισ. ευρώ ελληνικών τίτλων σε κυκλοφορία, εκ των οποίων τα 35 δισ. ευρώ βρίσκονται στα χέρια του Ευρωσυστήματος.
Η επίδραση των εισροών αυτών στην αγορά θα εξαρτηθεί από την ταχύτητα με την οποία θα γίνει το rebalancing αλλά και από τις συνθήκες που θα επικρατούν στις αγορές. Βέβαια, η BofA περιμένει κάποια διάχυσης τις εισροές, ανάλογα με το πόσο γρήγορα θα αναβαθμίσουν τις αξιολογήσεις τους οι τρεις μεγάλοι οίκοι (καθώς με την αναβάθμιση από την S&P στις 20 Οκτωβρίου, η μέση αξιολόγηση της Ελλάδας δεν θα βρεθείς την επενδυτική βαθμίδα). Συνεπώς, οι ροές αυτές αναμένονται περισσότερο μέσα στο 2024, εφόσον βέβαια δεν υπάρξει κάποια απότομη προσγείωση της ευρωπαϊκής οικονομίας.