Μετά από μια προβληματική δεκαετία, υπάρχει σήμερα μια νέα αίσθηση ευφορίας στην Αθήνα. Το χρηματιστήριο της ελληνικής πρωτεύουσας εμφανίζεται να είναι αυτό με την καλύτερη απόδοση σε παγκόσμιο επίπεδο φέτος, επειδή οι επενδυτές πιστεύουν ότι ο νέος πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα κάνει πράξη την δέσμευσή του να προσελκύσει ξένες επενδύσεις και να ενισχύσει την ανάπτυξη.
Τα «αστέρια» αυτών των επιδόσεων είναι οι τραπεζικές μετοχές, η αξία των οποίων έχει σχεδόν διπλασιαστεί σε χρονικό διάστημα μικρότερο των 12 μηνών. Οι πολιτικοί και οι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι έχουν βρει τη μαγική θεραπεία για την πληγή του τραπεζικού συστήματος από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Το εγχείρημα φέρει την ονομασία «Σχέδιο Ηρακλής» και περιλαμβάνει έναν περίπλοκο συνδυασμό τιτλοποιήσεων και κρατικών εγγυήσεων, το οποίο βασίστηκε σε ένα ιταλικό σχέδιο που φέρει την κωδική ονομασία «GACS».
Ο «Ηρακλής» αναμφισβήτητα θα βοηθήσει τις τράπεζες να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη αξία, καθώς ξεφορτώνονται τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, επιταχύνοντας έτσι την μάλλον καθυστερημένη εκκαθάρισή τους. Ωστόσο, δημιουργεί έναν σοβαρό κίνδυνο για τους φορολογουμένους, οι οποίοι θα πληρώσουν το λογαριασμό σε περίπτωση που τα πράγματα δεν πάνε όπως προβλέπει το σχέδιο. Η κυβέρνηση επίσης, πρέπει να εφαρμόσει τη θέση της για αλλαγή της «βυζαντινής» νομοθεσίας περί αφερεγγυότητας στην Ελλάδα. Μόνο αυτή η αλλαγή θα εξασφαλίσει τις εγγυήσεις για τις οποίες η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί στις τράπεζες, και θα επιτρέψει στους οφειλέτες να προχωρήσουν μπροστά.
Οι ελληνικές τράπεζες επιβαρύνονται σήμερα με μη εξυπηρετούμενα δάνεια ύψους 75 δισ. ευρώ (83 δισ. δολάρια). Πρόκειται για την κληρονομιά της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα. Αυτό το εντυπωσιακό ποσό -το οποίο ισοδυναμεί με περίπου το 40% του συνολικού δανεισμού της χώρας- έχει επηρεάσει την αξία των μετοχών κι έχει δυσκολέψει τη δυνατότητα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων να παρέχουν πιστώσεις σε φυσικά και νομικά πρόσωπα. Για πολλά χρόνια, πολιτικοί και τραπεζίτες δεν αποφάσιζαν τι είναι αυτό που πρέπει να κάνουν, καθώς αντιμετωπίζουν δυο αντικρουόμενα προβλήματα: Οι ευρωπαϊκοί κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων δεν επιτρέπουν στις κυβερνήσεις να «καθαρίζουν» τα επισφαλή δάνεια που έχουν διογκωμένες τιμές, ενώ οι τράπεζες που τα διαθέτουν σε υπερβολικά χαμηλές τιμές κινδυνεύουν να δημιουργήσουν «τρύπα» στους ισολογισμούς τους.
Τώρα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη λέει ότι θα εκδώσει έως και 12 δισ. ευρώ εγγυήσεων τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι τράπεζες, καθώς συνδυάζουν τα επισφαλή τους δάνεια και τα διαχωρίζουν σε διαφορετικά μέρη, ανάλογα με το βαθμό επικινδυνότητάς τους: Πρόκειται για τη λεγόμενη «τιτλοποίηση», καθώς το κράτος θα εγγυηθεί την «κεντρική» δόση, ενώ οι μικρότερες δόσεις θα είναι λιγότερο προστατευμένες. Οι τράπεζες σχεδιάζουν να συμπεριλάβουν την «κεντρική» δόση στους ισολογισμούς τους. Τα υπόλοιπα θα διανεμηθούν στους επενδυτές ή θα πωληθούν.
Από την πλευρά τους, οι τράπεζες θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν το κεφάλαιά τους που προβλέπονται από το ρυθμιστικό πλαίσιο, καθώς πολλά από αυτά τα δάνεια έχον χαρακτηριστεί ως «υπερβολικά υψηλά». Αλλά δεδομένου ότι η «κεντρική» δόση θεωρείται άνευ κινδύνου, αυτό θα απελευθερώσει κεφάλαια για να αξιοποιηθούν καλύτερα. Το σχέδιο «GACS» αποδείχθηκε επιτυχημένο στην Ιταλία, καθώς συνέβαλε στη συρρίκνωση του σωρού των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Θα ήταν όμως λάθος να υποθέσουμε ότι ο «Ηρακλής» μπορεί να αποτελέσει λύση μόνο για τον τραπεζικό τομέα της Ελλάδας. Δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι οι φορολογούμενοι παραμένουν εξαρτημένοι από την «κεντρική» δόση. Πόσο επικίνδυνο είναι αυτό, θα εξαρτηθεί από τη δυνατότητα των τραπεζών να επαναποθέσουν τις εγγυήσεις και στην πραγματική οικονομία. Με άλλα λόγια, όσο ισχυρότερη είναι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, τόσο καλύτερα για τους φορολογούμενους που έχουν δανειακές υποχρεώσεις.
Μια άλλη ανησυχία για το θέμα είναι ότι το καθεστώς της αφερεγγυότητας στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά προβληματικό. Υπάρχουν πολλές δυνατότητες πτώχευσης για εταιρείες και άτομα που αντιμετωπίζουν προβλήματα, με αποτέλεσμα να παρέχεται χώρος για διαιτησία για αρκετές τέτοιες διαδικασίες. Η νέα κυβέρνηση σκοπεύει να απλοποιήσει τα πράγματα, αλλά αυτή η μεταρρύθμιση θα μπορούσε να οδηγήσει σε κινητοποιήσεις, εξαιτίας του κινδύνου έξωσης σε ιδιοκτήτες ακινήτων που έχουν καθυστερήσει να πληρώσουν το ενυπόθηκο δάνειό τους. Παρ’ όλα αυτά, ένα εξορθολογισμένο σύστημα αφερεγγυότητας είναι απαραίτητο, προκειμένου οι τράπεζες να διαμορφώσουν μια καλύτερη αποτίμηση για μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Φυσικά, ο «Ηρακλής» δεν θα διαγράψει τις διαφορές μεταξύ των τεσσάρων βασικών ελληνικών τραπεζών. Η Eurobank Ergasias AE και η Alpha Bank AE φαίνονται σημαντικά ισχυρότερες, καθώς προχωρούν με φιλόδοξα σχέδια για τη μείωση των «κακών» δανείων τους. Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και η Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε. Είναι αρκετά πιο πίσω. Προς το παρόν δεν χρειάζονται περισσότερα κεφάλαια. Όμως, καθώς οι εκχωρήσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων εκτελούνται, θα καταστεί σαφέστερο εάν πρέπει να ξαναφτιαχτούν οι ισολογισμοί τους εκ νέου.
Από μια πλευρά, οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σε καλύτερη θέση από τα άλλα ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Τα επιτόκια δανεισμού είναι υψηλότερα από ό,τι σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, παρέχοντας στους τραπεζίτες καλύτερα περιθώρια κέρδους. Μια ανάκαμψη της οικονομίας θα αποτελέσει πρόσθετο όφελος, εάν η νέα κυβέρνηση συνεχίσει να εκπληρώνει τις μεταρρυθμιστικές της δεσμεύσεις.
Αλλά ο «Ηρακλής» χρειάζεται κάποια βοήθεια. Θα ήταν κρίμα εάν η δύναμη του εξανεμιστεί.