Ήταν ξεκάθαρο από την αρχή ότι η οικονομική συρρίκνωση εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού θα ήταν ένα διαφορετικό είδος ύφεσης. Κάποιοι οικονομολόγοι μάλιστα ισχυρίστηκαν ότι και η χρήση του όρου «ύφεση» ήταν λάθος. Πολλοί πίστεψαν ότι η οπισθοδρόμηση θα ήταν έντονη και σύντομη, ένα εσκεμένο σοκ στην εφοδιαστική πλευρά της οικονομίας.
Αλλά μέσα σε λίγους μήνες και προτού να προκληθεί μεγάλη ή μακροχρόνια ζημιά, οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να άρουν τους περιορισμούς και να ενεργοποιήσουν ξανά τις οικονομίες τους. Η παραγωγή θα αυξάνονταν και πάλι γρήγορα. Η διαδρομή ανάκαμψης από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης θα ήταν σχήματος V – και όχι σχήματος U, ούτε πολύ περισσότερο σχήματος L.
Κάτι τέτοιο δεν είναι πλέον εύλογο. Κάποιες χώρες έχουν αρχίσει να χαλαρώνουν τους περιορισμούς και να επιτρέπουν σε ορισμένες επιχειρήσεις να λειτουργήσουν ξανά. Άλλες ετοιμάζονται γαι παρόμοιες κινήσεις αλλά κινούνται προσεκτικά. Διαπίστωσαν ότι ακόμη και οι πολύ αυστηροί περιορισμοί επιβράδυναν μόνο την εμφάνιση νέων κρουσμάτων, δεν τα απέτρεψαν ούτε τα σταμάτησαν, αναφέρει το newmoney.
Εάν χαλαρώσουν πάρα πολύ τους περιορισμούς, μπορεί να υπάρξουν νέα κύματα κρουσμάτων, ίσως χειρότερα από το πρώτο, και θα αναγκαστούν να επιστρέψουν στο lockdown. Οι κυβερνήσεις δέχονται εισηγήσεις ότι κάποιοι περιορισμοί ενδέχεται να είναι απαραίτητοι επ ‘αόριστον, έως ότου υπάρξει εμβόλιο κατά του ιού και η χρήση του γενικευθεί.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι οι περιορισμοί θα συνεχιστούν, αλλά και το ότι οι άνθρωποι θα προσαρμοστούν στη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα. Οι επιχειρήσεις θα ανησυχούν για την επανεκκίνηση στην κανονική τους λειτουργία και οι καταναλωτές δεν θα επιστρέψουν γρήγορα στο επίπεδο δαπανών που πραγματοποιούσαν πριν εμφανιστεί ο Covid-19. Για όσο χρονικό διάστημα οι άνθρωποι είναι φοβισμένοι, είτε από την ίδια την ασθένεια είτε από αυτά που θα πρέπει να γίνουν για να την περιορίσουν, θα συμπεριφέρονται διαφορετικά χωρίς να τους έχουν πει ή να του έχουν δοθεί οδηγίες για κάτι τέτοιο. (Μετά από ένα lockdown πέντε εβδομάδων το Βερολίνο άνοιξε ξανά τα καταστήματά του και η δραστηριότητα δεν ακμάζει.)
Η σκέψη για μια ανάκαμψη σχήματος V μοιάζει ξεπερασμένη, αλλά οι τρέχουσες οικονομικές πολιτικές εξακολουθούν να βασίζονται σε αυτήν. Η ιδέα ήταν να συνδυαστούν ασφυκτικοί προσωρινοί περιορισμοί με τεράστια προσωρινή δημοσιονομική και νομισματική υποστήριξη. Η ενίσχυση της ζήτησης ενώ η προσφορά βρίσκονταν σε ύφεση δεν θα διακινδύνευε την αύξηση του πληθωρισμού, διότι η κρίση θα τελειώνε σύντομα και η προσφορά θα ανέκαμπτε. Για τον ίδιο λόγο, δεν θα υπήρχε λόγος ανησυχίας για το ότι η επιθετική δημοσιονομική επέκταση θα συσσώρρευε υπερβολικό χρέος.
Καθώς η συρρίκνωση συνεχίζεται, αυτοί οι φόβοι θα επανεμφανιστούν. Όχι σε μεγάλη έκταση, με δεδομένο ότι, ειδικά στην Ευρώπη, το άμεσο πρόβλημα είναι η πολύ μικρή υποστήριξη της μακροοικονομικής πολιτικής. Ακόμα και στις ΗΠΑ, παρά την τεράστια νομισματική και δημοσιονομική επέκταση, η αρχική επίπτωση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης ήταν ο αντιπληθωρισμός (υποδηλώνοντας ότι το σοκ στη ζήτηση ήταν ακόμη μεγαλύτερο από το σοκ στην προσφορά).
Αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει εάν η επιβράδυνση διαρκέσει. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές ενδέχεται να επαναστατήσουν εάν η επιθετική δημοσιονομική επέκταση θα πρέπει να διατηρείται επί μακρόν, μήνα τον μήνα, τρίμηνο το τρίμηνο. Θα υπάρξουν νέες οικονομικές και χρηματοοικονομικές ρωγμές. Όσο περισσότερο συνεχίζεται αυτή η κατάσταση, τόσο πιθανότερο είναι ότι τα σοκ στην προσφορά και τη ζήτηση θα αλληλοενισχύονται.
Ποια είναι λοιπόν η απάντηση; Σίγουρα η απλή άρση όλων των περιορισμών θα λειτουργούσε ως μπούμερανγκ. Αυτό σίγουρα θα προκαλούσε νέα και μεγαλύτερα κύματα κρουσμάτων, πολλούς επιπλεόν θανάτους, αυξανόμενο συναγερμό και νέους γύρους μέτρων που θα στραγγάλιζαν την οικονομία.
Το πιο λογικό είναι μια μετρημένη και σταδιακή χαλάρωση, με στενή παρακολούθηση των αποτελεσμάτων.
Μέρος της θεωρίας της ανάκαμψης σε σχήμα V είναι ότι αποτελεί την οικονομική απάντηση σε μια εξίσου απότομη και ραγδαία πολιτική επιλογή. Είτε η κυβέρνηση κάνει αρκετά για να νικήσει την ασθένεια, οπότε η οικονομία ανεβαίνει αμέσως, είτε όχι.
Όμως το πρόβλημα είναι η διαχείριση μιας κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία που δεν τελειώνει γρήγορα. Εάν δεν επανέλθει η κανονικότητα στη ζωή βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα – και εάν μια μακροχρόνια συρρίκνωση προκαλέσει σοβαρές ζημιές στη ζωή των ανθρώπων – τότε θα πρέπει να επιτευχθεί μια ισορροπία μεταξύ του περιορισμού εμφάνισης νέων κρουσμάτων και της επανεκκίνησης της οικονομίας.
Πώς μπορούμε να επιτύχουμε μια τέτοια ισορροπία; Προς το παρόν, δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία για να έχουμε σαφή απάντηση. Αλλά καθώς ήδη δημιουργούνται τα αντίπαλα στρατόπεδα στα social media με εκείνους που υποστηρίζουν «την προτεραιότητα στη ζωή» και εκείνους που υποστηρίζουν «την απελευθέρωση των ανθρώπων», καλό είναι να θυμόμαστε το εξής: Είναι χρήσιμο που οι διάφορες κυβερνήσεις (και τα επίπεδα διακυβέρνησης) πειραματίζονται με διαφορετικές προσεγγίσεις – γιατί αυτό θα αρχίσει να μας δίνει τις απαιτούμενες πληροφορίες.
Μήπως ορισμένες χώρες έχουν μειώσει τον ρυθμό μετάδοσης σε τέτοιο επίπεδο ώστε να χαλαρώσουν τους περιορισμούς τους χωρίς να προκαλέσουν αύξηση των κρουσμάτων; Ποιοι περιορισμοί μειώνουν περισσότερο τη μετάδοση, σε σχέση με το οικονομικό τους κόστος; Και, κατά πόσο ο σωστός βαθμός περιορισμών εξαρτάται από τις τοπικές συνθήκες (μια παραδόξως παραμελημένη ερώτηση); Είναι προφανές, για παράδειγμα, ότι οι περιορισμοί σε ένα πυκνοκατοικημένο μέρος όπως η Νέα Υόρκη θα έπρεπε να είναι πιο αυστηροί από ότι σε πόλεις λιγότερο πυκνοκατοικημένες, πόσο μάλλον σε προάστια ή αγροτικές περιοχές όπου δεν υπάρχουν τόσο μεγάλες συγκεντρώσεις πληθυσμού – αλλά πόσο πιο αυστηροί;
Ελλείψη εμβολίου αυτή η κρίση δεν θα τελειώσει σύντομα. Για να τη διαχειριστούμε έξυπνα, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε το πόσο λίγα γνωρίζουμε ακόμα και τώρα. Ο μόνος δρόμος για τις καλύτερες επιλογές και αποφάσεις είναι το να παρακολουθούμε και να μαθαίνουμε.