Λανθασμένη ενδέχεται να αποδειχθεί η κίνηση της ΕΚΤ για αύξηση των επιτοκίων, αφού σύμφωνα με αναλυτές, η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής ενδέχεται να λάβει χώρα τη στιγμή που ο πληθωρισμός θα μειωθεί κάτω από τον στόχο του 2%.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Bloomberg με δείγμα 50 αναλυτών, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ 1,7% και 1,8% την επόμενη διετία. Παράλληλα, ο μέσος όρος των εκτιμήσεων υπολογίζει αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης τον Δεκέμβριο.
Η κίνηση αυτή εκ μέρους της προέδρου της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ θεωρείται λογική. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των αναλυτών, η όποια αύξηση των επιτοκίων θα επηρεάσει τις τιμές μέσα σε 9 με 18 μήνες, κατά τους οποίους ο πληθωρισμός θα έχει επιστρέψει σε χαμηλότερο από τo αναμενόμενο επίπεδο.
Η ανάλυση αντικατοπτρίζει τη δύσκολη απόφαση που καλείται να λάβει η κεντρική τράπεζα εν μέσω της μεταβλητότητας της οικονομίας. Η εκτελεστική επιτροπή της τράπεζας ακολουθεί μια προσεκτικότερη (hawkish) τακτική ενώ παράλληλα προσπαθεί να αποφύγει τα λάθη του παρελθόντος (του 2008 και του 2011).
«Ανησυχούμε πως οι πιθανές αυξήσεις των επιτοκίων στα τέλη του 2022 θα αποτελέσουν λανθασμένη κίνηση», ανέφερε ο Όλιβερ Ρακάου, οικονομικός αναλυτής της Oxford Economics, προσθέτοντας πως «οι πληθωριστικές πιέσεις δεν είναι αρκετές για να δικαιολογήσουν ένα κύκλο αυξήσεων των επιτοκίων αυτή τη στιγμή».
Παρόμοια άποψη έχουν και οι αναλυτές της BofA Ρούμπεν Σεγούρα – Καγιουέλα και Χιακίμ Φελς της PIMCO οι οποίοι αναμένουν πως η ΕΚΤ θα επαναλάβει τα λάθη του παρελθόντος.
Οι περισσότερες αναλύσεις όσον αφορά στον πληθωρισμό υπολογίζουν πως θα κυμανθεί κάτω από τον στόχο του 2% το 2023, αν και το εύρος των υπολογισμών κυμαίνεται από 0,9% μέχρι 2,5%. Πρόσφατη έρευνα της Κομισιόν την προηγούμενη εβδομάδα υπολόγισε πως ο πληθωρισμός θα κυμανθεί στο 1,7%.
Όσο για τον επικεφαλής οικονομολόγο της ΕΚΤ Φίλιπ Λέιν, υποστηρίζει πως οι τρέχουσες πληθωριστικές πιέσεις είναι παροδικές. Προειδοποίησε, μάλιστα, πως μια αύξηση των επιτοκίων θα πλήξει την οικονομία της Ευρωζώνης.
Σύμφωνα με τα λεγόμενα άλλων στελεχών της κεντρικής τράπεζας, ο πληθωρισμός είναι μονιμότερος του παροδικού. Στελέχη όπως οι Κλάας Νοτ και Χοακίμ Νάγκελ υποστηρίζουν την αύξηση των επιτοκίων, ενώ σε πρόσφατη δήλωσή του ο Λετονός Μάρτινς Κάζακς υποστήριξε πως «η πιθανότητα της αύξησης των επιτοκίων μέσα στο 2022 είναι πολύ πιθανή».
Τα στοιχεία της ΕΚΤ υποδεικνύουν πως ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη θα κυμανθεί κοντά στο 1,8% τόσο το 2023 όσο και το 2024. Η κεντρική τράπεζα θα δημοσιοποιήσει επικαιροποιημένα στοιχεία τον Μάρτιο όταν θα αποφασιστεί και η πιθανή άρση των προγραμμάτων στήριξης της οικονομίας.
Το στέλεχος της UniCredit SpA, Έρικ Νίλσεν, ανέφερε σε πρόσφατη ανάλυση πως η ΕΚΤ θα αυξήσει την πληθωριστική πρόβλεψή της για το 2023 στο 1,9%, ποσοστό το οποίο δεν δικαιολογεί σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής. Σύμφωνα με τον Νίλσεν «υπάρχουν άλλοι λόγοι (σ.σ. πολιτικοί ) οι οποίοι οδηγούν στην απόφαση άρσης των προγραμμάτων στήριξης φέτος».
Άλλοι αναλυτές αλλάζουν τους υπολογισμούς τους λαμβάνοντας υπόψη την πιθανή καθυστέρηση στη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής. Ο οικονομικός αναλυτής της Radobank Nederland, Μπας βαν Γκέφφεν, ανέφερε πως η αύξηση των επιτοκίων θα καθυστερήσει, ενώ ο επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της Danske Bank A/S, Πίετ Κρίστιανσεν, υποστηρίζει πως η ΕΚΤ ενδέχεται να μην προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων φέτος.
Από την πλευρά της η Σίλβια Αρντάνια της Barclays δεν αναμένει αύξηση των επιτοκίων μέχρι το Μάρτιο του 2023. Τονίζει πως δεν υπάρχουν αρκετά δεδομένα που θα υποστηρίξουν το αφήγημα για μια τέτοια αύξηση το 2022, ενώ μια πρόωρη αντίδραση θα περιορίσει την ικανότητα των κυβερνήσεων στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.
Τέλος, σύμφωνα με τον Ντερκ Σουμάχερ, αναλυτή της Natixis, η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής δεν αποτελεί λανθασμένη επιλογή. Όπως υπογραμμίζει, όμως, «αυτή τη στιγμή η συζήτηση των στελεχών της ΕΚΤ βασίζεται στο εάν η κεντρική τράπεζα χάνει την αξιοπιστία της, αν χρειάζεται να στείλει κάποιο μήνυμα στις αγορές».