Ένα βήμα πιο κοντά σε μια νέα τετραετία βρίσκεται από χθες το βράδυ ο Κυριάκος Μητσοτάκης, καθώς το αποτέλεσμα της κάλπης κατέληξε σε πραγματικό σφυροκόπημα για την αξιωματική αντιπολίτευση του Αλέξη Τσίπρα, γράφει σήμερα άρθρο του Bloomberg, σχολιάζοντας παράλληλα ότι η ετυμηγορία των Ελλήνων ψηφοφόρων στέλνει μήνυμα στις αγορές ότι οι φιλικές προς τις επενδύσεις πολιτικές του πρωθυπουργού θα συνεχιστούν.
Η κεντροδεξιά παράταξη του Μητσοτάκη έλαβε σχεδόν το 41% των ψήφων έναντι ποσοστού σχεδόν 20% για τον ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, λόγω του συστήματος της απλής αναλογικής, δεν μπορεί να σχηματίσει απευθείας αυτοδύναμη κυβέρνηση, γεγονός που σημαίνει ότι θα πρέπει να πάει και σε δεύτερη κάλπη σε σχεδόν έναν μήνα αντί να προσπαθήσει να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού.
Οι ψηφοφόροι πείσθηκαν από τη δέσμευση Μητσοτάκη να «χτίσει» πάνω σε μια σε μια από τις ταχύτερες οικονομικές ανακάμψεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία έχει φέρει την Ελλάδα στο κατώφλι της επιστροφής στην επενδυτική βαθμίδα.
Τα τρία κορυφαία κόμματα θα έχουν ένα διάστημα εννέα ημερών προκειμένου να διερευνήσουν αν είναι πιθανή μια κυβέρνηση συνεργασίας, ωστόσο αυτό είναι απίθανο από τη στιγμή που οι ηγέτες όλων των μεγάλων κομμάτων έχουν αποκλείσει αυτό το ενδεχόμενο, αλλά και γιατί ο Μητσοτάκης έχει πλέον μπροστά του ανοιχτό τον δρόμο προς μια αποφασιστική νίκη, αν διενεργηθούν νέες εκλογές.
«Η Νέα Δημοκρατία έλαβε την έγκριση του λαού να κυβερνήσει μόνη της», δήλωσε ο αρχηγός της ΝΔ το βράδυ της Κυριακής. «Γνωρίζω πόση δουλειά έχουμε μπροστά μας, η οποία απαιτεί μια κυβέρνηση που πιστεύει πραγματικά στις μεταρρυθμίσεις και που έχει την ικανότητα να τις εφαρμόσει».
«Τα αποτελέσματα ξεπέρασαν κατά πολύ τις προσδοκίες της αγοράς, με τη Νέα Δημοκρατία να είναι ο ξεκάθαρος νικητής», αναφέρει ο Αλεβίζος Αλεβιζάκος, διευθύνων σύμβουλος του υποκαταστήματος της Axia Ventures στην Αθήνα. «Αν και είναι εξαιρετικά απίθανο να σχηματιστεί κυβέρνηση μετά από αυτές τις εκλογές, οι επόμενες δύο ημέρες δεν θα είναι τόσο ευμετάβλητες όσο αναμενόταν προηγουμένως».
Οι ψηφοφόροι εστιάζουν ιδιαίτερα στον οικονομικό μετασχηματισμό της Ελλάδας, με το ΑΕΠ να ανακάμπτει σχεδόν στα ίδια επίπεδα που ήταν όταν η Ελλάδα αθέτησε το χρέος της το 2010. Η ανεργία έχει μειωθεί περισσότερο από το μισό από το ιστορικό υψηλό της στο 28% και οι μετοχές και τα ομόλογα της χώρας έχουν εκτοξευθεί.
Το ασφάλιστρο κινδύνου για το ελληνικό δημόσιο χρέος σε σύγκριση με το γερμανικό έχει μειωθεί κατά περίπου το ένα τρίτο το τελευταίο έτος. Τα ελληνικά ομόλογα διαπραγματεύονται με παρόμοια απόδοση με τα ιταλικά. Η ανάκαμψη της οικονομίας έχει θέσει το έθνος σε τροχιά ανάκτησης του καθεστώτος επενδυτικής βαθμίδας μετά από 13 χρόνια.
Η οικονομία αναμένεται να φθάσει τα 223 δισ. ευρώ (243 δισ. δολάρια) φέτος, όσο περίπου ήταν το 2010, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Eurostat.
«Περιμένουμε μια μάλλον ισχυρή ανάκαμψη με σταθερούς όγκους αγοράς το επόμενο διάστημα», δήλωσε ο κ. Αλεβιζάκος, ο οποίος εκτιμά ότι η Νέα Δημοκρατία θα μπορέσει να σχηματίσει μια ισχυρή μονοκομματική κυβέρνηση στις δεύτερες εκλογές «που θα είναι υποστηρικτική για όλα τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα».
Παρόλα αυτά, το προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας ήταν το δεύτερο μεγαλύτερο από το 1974 και το ποσοστό της αυξήθηκε ελαφρώς από τις τελευταίες εκλογές του 2019. Το κόμμα του Μητσοτάκη κέρδισε σε όλες τις εκλογικές περιφέρειες εκτός από μία σε σύνολο 59.
Εκλογικά αποτελέσματα
Νέα Δημοκρατία – 40,8%
ΣΥΡΙΖΑ – 20,1%
ΠΑΣΟΚ – 11,5%
ΚΚΕ – 7,2%
Ελληνική Λύση – 4,5%
Από σήμερα Δευτέρα, ο Μητσοτάκης θα έχει τρεις ημέρες για να δει αν μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Αν αποτύχει, η εντολή να προσπαθήσει να εξασφαλίσει πλειοψηφία στη Βουλή περνάει στο δεύτερο κόμμα για άλλες τρεις ημέρες, και αν και αυτό αποτύχει, τότε το τρίτο κόμμα θα έχει επίσης άλλες τρεις ημέρες για να διαπραγματευτεί μια πιθανή κυβέρνηση.
Εάν όλες οι προσπάθειες αποτύχουν, τότε η ΠτΔ μπορεί να καλέσει όλους τους ηγέτες των κομμάτων για να διερευνήσουν την πιθανότητα σχηματισμού ενός μεγάλου συνασπισμού. Εάν και αυτή η προσπάθεια αποτύχει – ή εάν η Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποφασίσει να μην ξεκινήσει τη διαδικασία – τότε οι Έλληνες θα κληθούν να ψηφίσουν ξανά σε περίπου ένα μήνα.
Ο κ. Μητσοτάκης ζήτησε να επιταχυνθεί η διαδικασία, προκειμένου να καταλήξουμε σε μια σταθερή «κυβερνητική λύση».