Η σαμπάνια άδειασε και οι γιορτές πέρασαν, αλλά οι οικονομολόγοι προσπαθούν ήδη να προβλέψουν τί μέλλει γενέσθαι το 2023. Το κύριό τους μέλημα, όπως τονίζει ο αρθρογράφος του Bloomberg Businesweek, Έντα Κάραν, είναι το ερώτημα του πληθωρισμού.
Το πρόβλημα αυτό αποτελεί μεγαλύτερο μυστήριο από αυτό των γεωπολιτικών τεκταινόμενων, τη στιγμή που οι τιμές καταναλωτή βρίσκονται στα ύψη και οι κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν τον κύκλο σύσφιξης της νομισματικής τους πολιτικής. Το αποτέλεσμα της «καταιγίδας» των κρίσεων αυτών, δεδομένης και της προσπάθειας εξόδου της οικονομίας από την πανδημία, είναι η πιθανότητα δημιουργίας ύφεσης. Η UBS, σύμφωνα με τον Κάραν, προβλέπει πως η παγκόσμια ανάπτυξη το 2023 θα κυμανθεί στο 2,1%, κάτι που εάν επαληθευτεί θα αποδειχθεί η 8η χειρότερη χρονιά από τη δεκαετία του 1960.
Μία από τις εκτιμήσεις ορισμένων αναλυτών είναι πως η απότομη μείωση των διογκωμένων τιμών των τροφίμων και της ενέργειας θα οδηγήσει σε αποπληθωρισμό γρηγορότερα από το αναμενόμενο. Η αύξηση της ανεργίας, παράλληλα, θα περιορίσει την αύξηση των μισθών.
Ο παγκόσμιος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) κυμάνθηκε στο 9,8% το γ’ τρίμηνο του 2022 και ενδέχεται να κυμανθεί στο 5,3% μέχρι το τέλος του 2023, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Bloomberg Economics.
Παρ’ όλα αυτά, τα στελέχη των κεντρικών τραπεζών προμηνύουν περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής τους πολιτικής. Η κεντρική τράπεζα του Ισραήλ αύξησε τα επιτόκιά της στο υψηλότερο επίπεδο από το 2008 και προειδοποίησε πως θα τα κρατήσει σε παρόμοια επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο επικεφαλής της τράπεζας Αμίρ Γιαρόν, όμως, υποστηρίζει πως ο πληθωρισμός θα καταγράψει μείωση το β’ εξάμηνο του 2023: «Θα έχουμε μεν αύξηση του πληθωρισμού τους επόμενους δύο μήνες, αλλά ο πληθωρισμός θα μειωθεί το δεύτερο εξάμηνο του έτους κοντά στον πληθωριστικό μας στόχο».
Ο δραματικός αποπληθωρισμός θα μειώσει την επιθετική σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών ενώ θα περιορίσει, παράλληλα, τους φόβους δημιουργίας σημαντικής ύφεσης και ταραχών στην αγορά ακινήτων και τον κλάδο των επιχειρήσεων.
Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, τα αναμενόμενα, επικαιροποιημένα μισθολογικά δεδομένα αναμένεται να δικαιολογήσουν την εκτίμηση της Fed πως ο κύκλος των αυξήσεων των επιτοκίων θα πρέπει να συνεχιστεί.
Οι απαισιόδοξοι αναλυτές, όπως ο Μάικλ Μπέρι της Scion Asset Management, από την πλευρά τους τονίζουν πως αν και ο πληθωρισμός μπορεί να έχει επιτύχει το ανώτατό του επίπεδο προς το παρόν, ενδέχεται να αυξηθεί περαιτέρω λόγω των αυξημένων δημοσίων δαπανών προς ενίσχυση της οικονομίας.
Τέλος, ορισμένοι αναλυτές όπως ο Στίβεν Τζεν του fund Eurizon SLJ Capital Ltd. υπογραμμίζουν πως ο πληθωρισμός μπορεί όντως να αποδειχθεί παροδικός, αφού τόσο η δομική πρωτοκαθεδρία και σημασία του τομέα της τεχνολογίας στην αγορά όσο και η παγκοσμιοποίηση ενδέχεται να περιορίσουν όποιες πληθωριστικές αυξήσεις των τιμών: «Πιστεύω πως ο παγκόσμιος δομικός πληθωρισμός θα παραμείνει χαμηλός. Θα μπορούσαν μεν να υπάρξουν ορισμένες “εστίες” αύξησης των μισθών οι οποίες είναι αναγκαίες για την εύρυθμη λειτουργία των κοινωνιών αλλά η μείωση του Δείκτη Τιμών Παραγωγού (ΔΤΠ) στην Κίνα και η σταθερή, αναμενόμενη αύξηση των μισθών στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου θα επηρεάσουν θετικά τις οικονομίες της Δύσης».