Επτά χρόνια και πέντε πρωθυπουργοί πέρασαν από τη λήψη της απόφασης για τη διενέργεια δημοψηφίσματος για το Brexit. Τα πράγματα στη Βρετανία, όμως, φαίνεται πως έχουν αλλάξει ριζικά.
Σύμφωνα με την πρόσφατη δημοσκόπηση του YouGov, το 53% των Βρετανών ερωτηθέντων τόνισαν πως το Brexit ήταν η λάθος κίνηση, σε αντίθεση με το 32% των Brexiteers. Με τα αποτελέσματα αυτά συμπλέει και πρόσφατη δημοσκόπηση της Ipsos η οποία διενεργήθηκε τον Ιανουάριο και βάσει της οποίας το 45% των ερωτηθέντων υποστήριξαν πως η καθημερινότητά τους επιδεινώθηκε λόγω του Brexit, έναντι του αντίστοιχου 11% οι οποίοι τόνισαν πως τα πράγματα καλυτέρευσαν.
Βάσει τρίτης δημοσκόπησης των Focaldata και Unherd η οποία έλαβε χώρα στα τέλη του 2022 και συμπεριλάμβανε δείγμα 10.000 ερωτηθέντων, το 54% συμφωνούν πως «η Βρετανία έκανε λάθος που βγήκε από την Ευρωπαϊκη Ένωση».
Η βρετανική οικονομία αναμένεται πως θα καταγράψει τη χειρότερη πορεία μεταξύ των οικονομιών του γκρουπ των G20 την επόμενη διετία, τη στιγμή που η κρίση του κόστους διαβίωσης και η πολιτική μεταβλητότητα πονοκεφαλιάζουν το κυβερνών κόμμα των Συντηρητικών.
Σύμφωνα με τα νέα polls, το κόμμα των Εργατικών έχει ανοίξει την «ψαλίδα» της διαφοράς στο 20% σε σχέση με το κόμμα του Ρίσι Σούνακ, ενόψει των επερχόμενων γενικών εκλογών το 2024.
Σύμφωνα με το στέλεχος της οργάνωσης Changing Europe και καθηγητή στο King’s College London, Ανάντ Μένον, «υπάρχουν δύο σημαντικοί λόγοι για τους οποίους η προσέγγιση των πολιτών προς το Brexit έχει αλλάξει. Ο πρώτος είναι πως μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που επέλεξαν “Leave” πιστεύουν πως η κυβέρνηση έχει κακοδιαχειριστεί την έξοδο. Ο δεύτερος λόγος είναι τα προφανή οικονομικά προβλήματα που προκάλεσε το Brexit». Με τις εκτιμήσεις του συμφωνούν και τα αποτελέσματα της πρόσφατης δημοσκόπησης του YouGov.
Η πρόσφατη επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των Ρίσι Σούνακ και Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για το Σύμφωνο της Βόρειας Ιρλανδίας ενδέχεται να τονώσει τα ποσοστά των Συντηρητικών, αλλά το YouGov υπογράμμισε πως τα άτομα τα οποία μετανιώνουν για την ψήφο υπέρ του Brexit αποτελούν το 7% των ψηφοφόρων.
«Πριν από τις γενικές εκλογές του 2019, το ποσοστό αυτό κυμαινόταν στο 4%. Η διαφορά αυτή μπορεί να μη φαίνεται σημαντική, αλλά δεδομένης και της στασιμότητας των απόψεων των Βρετανών πολιτών για το Brexit από την ημέρα του δημοψηφίσματος και ύστερα, τα μικρά ποσοστά αυτά μπορεί πραγματικά να αποδειχθούν κρίσιμα. Αυτοί που ψήφισαν Leave αλλά δεν ήταν σίγουροι αποτελούν άλλο ένα 4% των ψηφοφόρων, αυξάνοντας το ποσοστό των μετανιωμένων στο 11%».
Ο Μένον υπογράμμισε πως το Brexit ξεκίνησε να ασκεί αρνητική επίδραση στην βρετανική οικονομία στις αρχές του 2020 αλλά οι πραγματικές επιπτώσεις «κρύφτηκαν» πίσω από τα προβλήματα που δημιούργησε η πανδημία.
Κλάδοι όπως η γεωργία, η αλιεία, η αυτοκινητοβιομηχανία και η φαρμακοβιομηχανία έχουν ήδη υπογραμμίσει τα σημαντικά και πολλαπλά προβλήματα τα οποία καλούνται να αντιμετωπίσουν λόγω του Brexit.
Αρκετά από τα τρέχοντα προβλημάτα που αντιμετωπίζει η χώρα μπορεί, πια, να μην οφείλονται στο Brexit, αλλά η περίοδος κρίσης που περνάει η χώρα υπογραμμίζει τη σημασία της ιστορικής και, λανθασμένης όπως αποδεικνύεται απόφασης, σύμφωνα με τον Μένον.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το Brexit αποτελεί κύριο λόγο για την άσχημη οικονομική κατάσταση της χώρας αυτή τη στιγμή, ιδιαίτερα σε σχέση με τις υπόλοιπες του γκρουπ των G7», τόνισε ο Μένον, προσθέτοντας πως «πολλοί μακροπρόθεσμοι παράγοντες, όμως, έχουν παίξει κι αυτοί το ρόλο τους. Η στασιμότητα του επιπέδου διαβίωσης των Βρετανών λόγω της λιτότητας που εφάρμοσε η κυβέρνηση του Ντέιβιντ Κάμερον μεταφράστηκε σε θυμό και επιλογή “Leave” για πολλούς Βρετανούς πολίτες».
Ο πρώην πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, με τη σειρά του, έλαβε τα ηνία της ηγεσίας βασιζόμενος στην υπόσχεση πως θα «εφαρμόσει το Brexit». Η καμπάνια του είχε καταφέρει να μεταπείσει πολλούς Εργατικούς οι οποίοι πίστεψαν στις υποσχέσεις του Τζόνσον πως είχε σχεδόν έτοιμη μία συμφωνία με την Ε.Ε.
Ο Μένον υπογράμμισε πως τρία και πλέον χρόνια ύστερα, το Brexit έχει μεταβληθεί από μία ψηφοφορία κουλτούρας και αξιών σε ένα κυρίως οικονομικό ζήτημα. Όπως τονίζει «αυτό είναι προβληματικό για την κυβέρνηση αφού οι Συντηρητικοί είναι ενωμένοι σε ό,τι αφορά τα πολιτιστικά θέματα και τα ζητήματα της διαφορετικής κουλτούρας με την υπόλοιπη Ε.Ε., αλλά παραμένουν διασπασμένοι σε ό,τι αφορά την οικονομία. Τα μέλη του κόμματος έχουν ήδη αρχίσει να διαφωνούν για τα βασικά θεμέλια της οικονομικής στρατηγικής την οποία θα ακολουθήσουν».
Παράλληλα, το Brexit δεν απασχολεί πια τόσο πολύ τους ίδιους τους πολίτες. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Ipsos, το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) της Βρετανίας αποτελεί το κύριο φλέγον ερώτημα στο οποίο οι ψηφοφόροι αναζητούν απάντηση (42% των ερωτηθέντων). Η οικονομία και ο πληθωρισμός βρίσκονται στην δεύτερη (37%) και τρίτη θέση (36%) αντίστοιχα του δείκτη Ipsos Issues Index, πίσω από το NHS.
Σημειωτέον πως το Brexit και η Ευρώπη αποτελούσαν το κύριο ερώτημα του 72% των ερωτηθέντων σε παρόμοια ανάλυση τον Ιανουάριο του 2019. Μέχρι τον Οκτώβριο του 2022, το ποσοστό αυτό είχε μειωθεί στο 6%.
Ορισμένοι Βρετανοί πολιτικοί έχουν συνδέσει το Brexit με την έλλειψη λαχανικών και την αύξηση των τιμών των τροφίμων. Παρ’ όλα αυτά o Μένον τονίζει πως ακόμα και οι Brexiteers θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε παρόμοια απλοϊκό συσχετισμό σε λίγα χρόνια εάν η οικονομία έχει ανακάμψει, για τους δικούς τους πολιτικούς λόγους.
«Δεν υπάρχει κάποιος αναγκαίος συσχετισμός μεταξύ του Brexit και της έλλειψης λαχανικών, όπως και δεν υπάρχει απαραίτητα κάποιος συσχετισμός μεταξύ την κρίση του κόστους διαβίωσης και του Brexit. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί θα το χρησιμοποιήσουν ως πολιτικό επιχείρημα. Θα είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε πως αυτά τα αφηγήματα θα επηρεάσουν την κοινή γνώμη», συμπλήρωσε ο Μένον.