Η παγκόσμια μεταβλητότητα και η υπόθεση της Novartis μειώνουν τις ελπίδες για καθαρή έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα διάσωσης.
Η πρόσφατη άνοδος στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων τονίζει την αδυναμία της στις αλλαγές του κλίματος των αγορών και υποδεικνύει ότι η χώρα θα αναγκαστεί να βασιστεί σε κάποια μορφή στήριξης από τις πιστωτές της για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Τα παραπάνω αναφέρει σε σημερινή της έκθεση η Capital Economics, τονίζοντας παράλληλα ότι ακόμη και αν υποθέσουμε ότι η Ελλάδα θα βγει από το μνημόνιο χωρίς προληπτική – ή όχι – πιστωτική γραμμή, θα παρακολουθείται πολύ στενά από τους πιστωτές στο πλαίσιο ενός τετραετούς «προγράμματος μεταμνημονιακής επιτήρησης» με στόχο να αυξηθούν οι πιθανότητες αποπληρωμής του χρέους. Οι πιστωτές, επίσης, απαιτούν από την Ελλάδα να «τρέχει» πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ.
«Ενώ η κυβέρνηση εκτιμά ότι θα το καταφέρει φέτος, τα μέτρα λιτότητας που πρέπει να εφαρμοστούν έχουν προκαλέσει έντονες διαμαρτυρίες και η εφαρμογή ανάλογων «μεταρρυθμίσεων» δεν αναμένεται να γίνει πιο εύκολη», υπογραμμίζει η Capital Economics.
Μία… αχτίδα ελπίδας είναι, σύμφωνα με τους αναλυτές του οίκου, οι συζητήσεις για την ελάφρυνση του χρέους που αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το Eurogroup της 12ης Μαρτίου. Η υφιστάμενη πρόταση της Γαλλίας προβλέπει ότι οι πληρωμές χρέους θα αναβάλλονται αυτομάτως στην περίπτωση οικονομικής ύφεσης.
Όμως ακόμη και μία τέτοια πρόταση απέχει παρασάγγας από το «κούρεμα» χρέους που χρειάζεται η Ελλάδα για να μπορεί να χρηματοδοτείται πλήρως από τις αγορές και να διασφαλίσει το μέλλον στην Ευρωζώνη.
Σε ότι αφορά τις θετικές εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος, η Capital Economics αναφέρεται στο πράσινο φως από το Eurogroup για την εκταμίευση της δόσης υπό την προϋπόθεση ότι θα υλοποιηθούν όλα τα προαπαιτούμενα. Στο μεταξύ, η ελληνική οικονομία συνεχίζει να δείχνει σημάδια… ζωής, με τον δείκτη οικονομικού κλίματος να ενισχύεται σε υψηλό τριών ετών.
Έτσι, η Ελλάδα κατάφερε να αντλήσει 3 δισεκατομμύρια ευρώ από τις αγορές με απόδοση 3,5%, μέσω της έκδοσης επταετούς ομολόγου, παρά τις αναταράξεις στις παγκόσμιες αγορές.
Σε συνδυασμό με τις επόμενες εκδόσεις που σχεδιάζει η κυβέρνηση, σκοπεύει να χτίσει ένα ταμειακό απόθεμα 19 δισεκατομμύρια ευρώ που είναι αρκετό για να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες έως το τέλος του 2019.
Παρ’ όλα αυτά, η πρόσφατη άνοδος στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων σταματάει απότομα τη ροή θετικών ειδήσεων, καθώς η απόδοση του δεκαετούς αυξήθηκε από το 3,8% στο 4,5% σε μία εβδομάδα.
Αν και εν μέρει οφείλεται στην ευρύτερη τάση στις διεθνείς αγορές, τα ελληνικά ομόλογα επηρεάστηκαν περισσότερο από άλλα με αποτέλεσμα να αυξηθεί το spread με τα γερμανικά.
Το γεγονός αυτό αντανακλά δύο παράγοντες:
Πρώτον, η ευρύτερη μεταβλητότητα στις αγορές μειώνει τη διάθεση ανάληψης κινδύνου, την ώρα που τα ελληνικά ομόλογα αξιολογούνται 5 βαθμίδες χαμηλότερα από την «επενδυτική βαθμίδα».
Δεύτερον, το σκάνδαλο της Novartis και οι κατηγορίες για στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης αυξάνουν το πολιτικό θερμόμετρο και τους φόβους για πολιτική διαφθορά.
Μπορεί η απόδοση του δεκαετούς να παραμένει σε σχετικά χαμηλό επίπεδο όμως η διατήρηση ενός από τους δύο ανωτέρω παράγοντες μπορεί να δυσκολέψει την κυβέρνηση να χτίσει το απόθεμα των 19 δισεκατομμύρια ευρώ πριν τη λήξη του προγράμματος.
Αν συμβεί αυτό, τότε μπορεί να χρειαστεί μία προληπτική πιστωτική γραμμή μετά τον Αύγουστο, η οποία θα συνοδεύεται από αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες. Αν και αυτό δεν το θέλει ούτε η ελληνική κυβέρνηση, ούτε οι πιστωτές, ο διοικητής της Τράπεζα της Ελλάδος έχει δηλώσει ότι ενδέχεται να χρειαστεί.