Δικαστική διαμάχη ξεκίνησαν δύο από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα brands πολυτελών κοσμημάτων. Ο λόγος για τη γαλλική Cartier, που ανήκει στον ελβετικό όμιλο ειδών πολυτελείας Richemont, η οποία κατηγορεί την αμερικανική Tiffany & Co., που την περασμένη χρονιά πέρασε στα χέρια του κολοσσού LVMH, ότι έκλεψε εμπορικά μυστικά που αφορούν τη High Jewelry συλλογή της. Μ
Μάλιστα, σύμφωνα με τη μήνυση, η Tiffany προσέλαβε μία από τις junior managers της Cartier για μια θέση ανώτερη των προσόντων της, στον τομέα των high-end κοσμημάτων της, με στόχο να τη χρησιμοποιήσει για τις πληροφορίες που είχε σχετικά με τη συλλογή της Cartier.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Cartier, η υπάλληλος Megan Marino προώθησε στο προσωπικό της mail σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη συλλογή της, λίγες μόλις μέρες πριν παραιτηθεί από την εταιρεία. Αφού, έπειτα, προσελήφθη από την Tiffany & Co., η Marino φέρεται να έδωσε εκεί αυτές τις πληροφορίες.
Η Cartier μέσω των δικηγόρων της υποστηρίζει ότι διαθέτει στοιχεία για την αθέμιτη δράση της πρώην υπαλλήλου της, που μοιράστηκε με τον νέο εργοδότη της εμπιστευτικές πληροφορίες, ότι η έρευνά της «άνοιξε ένα παράθυρο στην ενοχλητική κουλτούρα της Tiffany στην κατάχρηση πληροφοριών από ανταγωνιστές» και ότι η κίνηση αυτή της Tiffany ήταν μια απελπισμένη προσπάθεια να αναβιώσει τη δική της μονάδα δημιουργίας high-end κοσμημάτων, που είχε βρεθεί σε δυσχερή θέση έπειτα από διάφορες αναχωρήσεις στελεχών.
Μάλιστα, στη μήνυση περιλαμβάνεται ένορκη κατάθεση της Marino, στην οποία η ίδια παραδέχεται ότι προώθησε στο προσωπικό της email εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με την Cartier. Aυτές περιλαμβάνουν στοιχεία σχετικά με τις τιμολογήσεις, καθώς και εσωτερικές παρουσιάσεις για τη συγκεκριμένη συλλογή. Οι πληροφορίες έπειτα δόθηκαν στον manager της στην Tiffany.
Σύμφωνα με τη Marino, η Tiffany της πρόσφερε μια θέση με μισθό 30% υψηλότερο σε σχέση με εκείνον που έπαιρνε από την Cartier και τη δυνατότητα μπόνους, μεταξύ άλλων, αν και, όπως λέει, δεν είχε την απαραίτητη εμπειρία για τον ρόλο της συγκεκριμένης θέσης. Λίγες εβδομάδες αφότου ξεκίνησε να δουλεύει στην Tiffany, και αφού η Cartier ενημέρωσε τον ανταγωνιστή της για τις πράξεις της Marino, την απέλυσαν. Η ίδια πάντως δηλώνει ότι πιστεύει πως η Tiffany ενδιαφερόταν περισσότερο να την προσλάβει ως πηγή πληροφοριών για την Cartier.
Η Cartier σημειώνει ότι σέβεται το δικαίωμα των ανταγωνιστών της να προσπαθούν να πετύχουν τους εμπορικούς τους στόχους, αλλά πιστεύει ότι, σε αυτήν την περίπτωση, «η εμπορική φιλοδοξία της Tiffany ξεπέρασε το όριο ανάμεσα στον αναμενόμενο τρόπο δουλειάς και τον αθέμιτο ανταγωνισμό».
Από τη μεριά της, η Tiffany αρνείται τις κατηγορίες ως αβάσιμες και δηλώνει ότι θα υπερασπιστεί τον εαυτό της.
Οι δύο ιστορικοί οίκοι κοσμημάτων πολύ συχνά συγκρίνονται, ως δύο από τα σημαντικότερα heritage brands πολυτελείας στον κόσμο, με παρουσία που έχει σηματοδοτήσει τη σύγχρονη κουλτούρα της μόδας και των κοσμημάτων.
Η Tiffany στα τέλη του 2020 άλλαξε σελίδα στην ιστορία της, καθώς πέρασε στα χέρια του γαλλικού κολοσσού ειδών πολυτελείας LVMH, σε μια επένδυση που συζητήθηκε ως τολμηρή κίνηση και από πλευράς του γαλλικού ομίλου, που έκανε με αυτήν την εξαγορά ένα αποφασιστικό βήμα στην αμερικανική αγορά. Έκτοτε, η Tiffany έχει προχωρήσει σε μια διαφορετική προσέγγιση, κάνοντας άνοιγμα σε ένα ευρύτερο κοινό φέρνοντας στους κόλπους της ως εκπρόσωπό της το εμβληματικό ζευγάρι της σύγχρονης ποπ κουλτούρας, Beyoncé και Jay-Z και αναβαθμίζοντας το στυλ που υιοθετεί στις καμπάνιες της.
Ιδρυθείσα από τον Louis-François Cartier στο Παρίσι της Γαλλίας το 1847, η Cartier είναι ένας όμιλος πολυτελών αγαθών που ειδικεύεται στα κοσμήματα και τα ρολόγια. Τα πολυτελή κομμάτια της μάρκας κοστίζουν από 50.000 έως 10 εκατομμύρια δολάρια. Η ζήτηση του κοινού για ρολόγια και κοσμήματα Cartier αύξησε τις πωλήσεις της κατά 32% στο τελευταίο τρίμηνο του 2021.
Αντίθετα, η Tiffany & Co. ιδρύθηκε μια δεκαετία νωρίτερα το 1837 στη Νέα Υόρκη. Παρόλο που είναι γνωστή για την σειρά κοσμημάτων της – η οποία περιλαμβάνει και πιο προσιτά κομμάτια καθώς και πολυτελή – η εταιρεία παράγει επίσης άλλα είδη, όπως πορσελάνη, κρύσταλλα, χαρτικά, αρώματα, ρολόγια, αξεσουάρ και δερμάτινα προϊόντα.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η Cartier και η Tiffany εμπλέκονται σε αγωγή. Το 2014, η Cartier κατέθεσε παρόμοια αγωγή εναντίον ενός πρώην διευθυντή διαφήμισης για κλοπή εμπορικού μυστικού. Εκείνη την εποχή, η Cartier ισχυρίστηκε ότι το πρώην στέλεχος είχε προσπαθήσει να πείσει έναν άλλο υπάλληλο να «κατεβάσει» εμπιστευτικές πληροφορίες και να αποκτήσει μια νέα θέση στην Tiffany.