Στα 2,3 δισ. ευρώ διαμορφώθηκαν τα καθαρά κέρδη των τεσσάρων συστημικών τραπεζών για το πρώτο εξάμηνο του 2024, αυξημένα κατά 25% σε ετήσια βάση με την DBRS να στέλνει ισχυρή ψήφο εμπιστοσύνης για τις τέσσερις τράπεζες εκτιμώντας πως το δυναμικό πρώτο εξάμηνο δημιουργεί ακόμη καλύτερες προοπτικές.
Τα υψηλότερα οργανικά έσοδα, η πειθαρχία σε επίπεδο κόστους και οι χαμηλότερες προβλέψεις για ζημιές από δάνεια (LLPs) οδήγησαν σε υψηλότερα κέρδη το πρώτο εξάμηνο του 2024. Η μέση ετήσια απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROE) ήταν περίπου στο 14% το πρώτο εξάμηνο του 2024, οριακά καλύτερη από ό,τι στο πρώτο εξάμηνο του 2023.
Τα υψηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) και τα καθαρά έσοδα από προμήθειες στήριξαν τα έσοδα το πρώτο εξάμηνο του 2024, παρά τα σημαντικά χαμηλότερα κέρδη από συναλλαγές και τα μη επαναλαμβανόμενα. Τα NII και τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια (NIM) έχουν αποδειχθεί πιο ανθεκτικά από τις αρχικές προσδοκίες, αντανακλώντας μια βραδύτερη μείωση των επιτοκίων καθώς και το καλύτερο μείγμα καταθέσεων και το ρυθμό πιστωτικής αύξησης. Ο συνεχής έλεγχος του κόστους βοήθησε στην αντιστάθμιση των πληθωριστικών πιέσεων και των υψηλότερων δαπανών για την ψηφιοποίηση. Ένα ισχυρότερο από το αναμενόμενο πρώτο εξάμηνο του 2024 ώθησε τις τράπεζες να αναθεωρήσουν προς τα πάνω την καθοδήγησή τους για την κερδοφορία το 2024.
Το κόστος κινδύνου (CoR) μειώθηκε το πρώτο εξάμηνο του 2024 σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη, αν και παρέμεινε σε υψηλότερα επίπεδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αντανακλώντας τη συνετή προσέγγιση των τραπεζών σχετικά με τη μελλοντική δυναμική της ποιότητας του ενεργητικού και τις προβλεπόμενες πρόσθετες προσπάθειες εξυγίανσης.
Η ρευστότητα του κλάδου εξακολουθεί να υποστηρίζεται από μεγάλες, αυξανόμενες και σταθερές καταθέσεις, καθώς και από την αυξανόμενη εκδοτική δραστηριότητα, παρά τις συνεχιζόμενες αποπληρωμές προς την κεντρική τράπεζα. Τα κεφαλαιακά αποθέματα έχουν ενισχυθεί περαιτέρω το πρώτο εξάμηνο του 2024 παρά την επανέναρξη των διανομών μερισμάτων και τη σημαντική ανάκαμψη των νέων όγκων δανείων. Ωστόσο, η ποιότητα του κεφαλαίου παραμένει αδύναμη, όπως σημειώνει η DBRS.
«Ένα ισχυρότερο από το αναμενόμενο α’ εξάμηνο διαμορφώνει υψηλότερες προσδοκίες για το 2024, κυρίως λόγω της υψηλότερης από την αναμενόμενη ανθεκτικότητα στα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια, τα οποία αντανακλούν μια βραδύτερη μείωση των επιτοκίων καθώς και ένα καλύτερο μείγμα καταθέσεων και ρυθμό πιστωτικής ανάπτυξης», αναφέρει ο Andrea Costanzo, της Morningstar DBRS European Financial Institution Ratings.