Το υπουργείο Εσωτερικών εξέδωσε εγκύκλιο σχετικά με το ισχύον καθεστώς για περίπτωση απόσπασης δημοσίου υπαλλήλου για λόγους συνυπηρέτησης κατ΄ άρθρο 21 του ν. 2946/2001 (Α΄ 224),
Ειδικότερα στην εγκύκλιο σημειώνεται:
Με τις διατάξεις του αρ. 11 του ν. 4440/2016 προβλέπεται η δυνατότητα απόσπασης υπαλλήλων γιαχ λόγους συνυπηρέτησης κατά τα ειδικώς οριζόμενα στις διατάξεις αυτές. Με την
παρ. 3 του αρ. 11 του ν. 4440/2016 προβλέπεται περαιτέρω ότι ειδικές διατάξεις περί συνυπηρέτησης διατηρούνται σε ισχύ.
Με τις διατάξεις του αρ. 21 του ν. 2946/2001, όπως ισχύει, προβλέπονται τα εξής:
στρατιωτικών των Ενόπλων Δυνάμεων, ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού, Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, του προσωπικού των Καταστημάτων Κράτησης, των υπαλλήλων του κλάδου Πληρωμάτων Ασθενοφόρων του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β.), καθώς και θρησκευτικών λειτουργών της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος (ιερέων και διακόνων) που υπηρετούν ως διδάσκαλοι ή καθηγητές οποιασδήποτε βαθμίδας και με οποιοδήποτε γνωστικό αντικείμενο στην πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση, επιτρέπεται να αποσπώνται, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων, σε υπηρεσίες του στενού δημόσιου τομέα κατά προτεραιότητα και σε περίπτωση έλλειψης υπηρεσιακών αναγκών σε υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα, στην περιοχή που υπηρετεί ο σύζυγός τους.
2. Η απόσπαση διενεργείται με κοινή απόφαση των συναρμόδιων Υπουργών, που εκδίδεται κατόπιν σχετικής αίτησης του υπαλλήλου και σύμφωνης γνώμης του αρμόδιου υπηρεσιακού
συμβουλίου. Αρνητική γνωμοδότηση δικαιολογείται μόνο για σοβαρό υπηρεσιακό λόγο, που διαπιστώνεται και αιτιολογείται επαρκώς από το υπηρεσιακό συμβούλιο.».
Βάσει των ως άνω διατάξεων, τόσο του ν. 4440/2016 όσο και του ν. 2946/2001, διαφυλάσσεται και προστατεύεται ο θεσμός της οικογένειας, ο οποίος προστατεύεται ήδη κατά επιταγήν του αρ. 21 του Συντάγματος.
Σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του αρ. 21 του ν. 2946/2001 έχουν περιέλθει στην Υπηρεσία μας αιτήματα ενδιαφερομένων, τα οποία αναφέρουν διάφορα προβλήματα που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων, κυρίως καθυστερήσεις στην εξέταση των αιτημάτων ή την μη έγκαιρη αποστολή των αιτήσεων στο αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο προκειμένου να διατυπώσει τη σύμφωνη γνώμη του ή την απόρριψη της αίτησης χωρίς να αποσταλεί αυτή στο υπηρεσιακό συμβούλιο.
Περαιτέρω, στις διατάξεις του αρ. 20 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999) προβλέπονται τα εξής:
«1. Όπου ο νόμος, για την έκδοση διοικητικής πράξης, προβλέπει προηγούμενη γνώμη (απλή ή σύμφωνη) ή πρόταση άλλου οργάνου, η μεν γνώμη διατυπώνεται ύστερα από ερώτημα του οργάνου που έχει την αποφασιστική αρμοδιότητα, η δε πρόταση υποβάλλεται με πρωτοβουλία του προτείνοντος οργάνου. Η γνώμη ή η πρόταση, πρέπει να είναι έγγραφη, αιτιολογημένη και επίκαιρη κατά το περιεχόμενό της.
2. Το όργανο που έχει την αποφασιστική αρμοδιότητα δεν μπορεί να εκδώσει πράξη με περιεχόμενο διαφορετικό από αυτό της σύμφωνης γνώμης ή της πρότασης. Η μη αποδοχή της θετικής σύμφωνης γνώμης ή της πρότασης, καθώς και η απόκλιση από την απλή γνώμη, πρέπει να αιτιολογούνται ειδικώς.
3. Το αρμόδιο για την έκδοση διοικητικής πράξης όργανο μπορεί να ζητήσει τη γνώμη άλλου οργάνου οικειοθελώς. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζονται όσα ισχύουν για την απλή γνώμη.
4. Αν η απλή γνώμη δεν υποβληθεί μέσα στην προθεσμία που έχει ταχθεί προς τούτο από το νόμο ή από το αποφασίζον όργανο ή, σε κάθε περίπτωση, μέσα σε εύλογο χρόνο, η διοικητική πράξη μπορεί να εκδοθεί και χωρίς αυτήν.».
νόμιμης ενέργειας (ΔΕφ ΑΘΗΝΩΝ 410/2024, ΣτΕ Ολ 3632/2015, 4966/2014, 1466/2010, 2162/2003, 1940/2000).
Βάσει όλων των ανωτέρω, προκύπτουν τα εξής:
1. Οι αιτήσεις των ενδιαφερομένων θα πρέπει να αποστέλλονται αμελλητί από την Διοίκηση στο αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο προκειμένου αυτό να ασκήσει τις κατά νόμο αρμοδιότητές του. Εν προκειμένω διευκρινίζεται ότι για την εφαρμογή της διάταξης αυτής αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο είναι αυτό του φορέα υποδοχής. Ωστόσο, σύμφωνα με τη διαμορφωθείσα μέχρι σήμερα νομολογία (ΔΕφΑΘ 2094/2014, 2707/2014) προκύπτει ότι αρμόδιο δύναται να θεωρηθεί και το υπηρεσιακό συμβούλιο της Υπηρεσίας προέλευσης του υπαλλήλου, οπότε και εν προκειμένω η αίτηση του ενδιαφερομένου θα διαβιβάζεται και θα εισάγεται προς εξέταση και στο υπηρεσιακό συμβούλιο του φορέα προέλευσης, εκτός του φορέα υποδοχής.
2. Οι ενδιαφερόμενοι θα υποβάλλουν την αίτηση για απόσπαση για λόγους συνυπηρέτησης κατ΄ αρ. 21 του ν. 2946/2001 τόσο στον φορέα, όπου ανήκουν οργανικά όσο και στον φορέα, στον οποίο αιτούνται να αποσπαστούν. Η αίτηση θα πρέπει να είναι πλήρης, συνοδευόμενη από όλα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που στοιχειοθετούν την αναγκαιότητα της απόσπασης για λόγους συνυπηρέτησης.
3. Τα υπηρεσιακά συμβούλια θα πρέπει να εξετάζουν κατά προτεραιότητα τα αιτήματα αυτά καθώς αφορούν στην προστασία του θεσμού της οικογένειας. Διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση αρνητικής σύμφωνης γνώμης, αυτή δικαιολογείται μόνο για σοβαρό υπηρεσιακό λόγο που διαπιστώνεται και αιτιολογείται επαρκώς από το υπηρεσιακό συμβούλιο. Επιπλέον, η σύμφωνη ή αρνητική σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου θα πρέπει να αποστέλλεται αμελλητί στην Διοίκηση.
Στο σημείο αυτό υπενθυμίζονται οι διατάξεις της παρ. 4 του αρ. 162 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, όπως ισχύει), σύμφωνα με τις οποίες 4. Οι γνώμες και οι αποφάσεις όλων των Συμβουλίων διατυπώνονται σε πρακτικά που υπογράφονται από τον Πρόεδρο και τον γραμματέα το συντομότερο δυνατόν και πάντως όχι πέραν του τριμήνου από την ημερομηνία
της συνεδρίασης, κατά την οποία διατυπώθηκε η γνώμη ή λήφθηκε η απόφαση. Μέχρι την καθαρογραφή των πρακτικών μπορεί να χορηγείται στην οικεία υπηρεσία βεβαίωση για τις
αποφάσεις που έχουν ληφθεί, η οποία υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου. Βάσει της βεβαίωσης αυτής μπορεί να γίνονται από τη διοίκηση οι απαιτούμενες περαιτέρω ενέργειες
για την εκτέλεση των πράξεων-αποφάσεων των Συμβουλίων. Όμοια βεβαίωση μπορεί να χορηγείται και στους ενδιαφερόμενους υπαλλήλους, ύστερα από αίτησή τους. Στα πρακτικά καταχωρίζεται και η γνώμη όσων μειοψήφησαν.».
Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερόμενα, καλούνται οι φορείς στους οποίους υποβάλλονται αιτήσεις για λόγους συνυπηρέτησης κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του αρ. 21 του ν. 2946/2001, για την κατά προτεραιότητα εξέταση και χειρισμό των αιτήσεων αυτών κατά τα αναλυτικώς προεκτεθέντα.
Τα Υπουργεία παρακαλούνται να κοινοποιήσουν αυθημερόν την παρούσα εγκύκλιο στους φορείς που εποπτεύουν.
Οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις παρακαλούνται να κοινοποιήσουν την παρούσα εγκύκλιο στους ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού της χωρικής τους αρμοδιότητας.