Σε αναβρασμό βρίσκονται οι κεντρικοί τραπεζίτες, οι οποίοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, ότι τα άνευ προηγουμένου πακέτα στήριξης των οικονομιών, σε συνδυασμό με τα περιοριστικά μέτρα που έχουν ληφθεί για την ανάσχεση της πανδημίας, εγκυμονούν σοβαρούς δημοσιονομικούς κινδύνους.
Τα μέτρα στήριξης της παγκόσμιας οικονομίας ύψους 9 τρισ. δολαρίων, λειτούργησε καταλυτικά για την αύξηση των αποδόσεων στην αγορά ομολόγων. Αύξηση η οποία τις τελευταίες εβδομάδες διευρύνεται καθώς οι αναλυτές επικαλούνται ενδείξεις επερχόμενης αύξησης του πληθωρισμού λόγω των προσδοκιών γρηγορότερης ανάκαμψης της οικονομίας και άρα γρηγορότερης απόσυρσης των μέτρων στήριξης των κεντρικών τραπεζών.
Παρά το γεγονός ότι στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ο πρόεδρος της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας Τζερόμ Πάουελ, κατά την ομιλία του στο Κογκρέσο, θέλησε να προχωρήσει σε μία κίνηση κατευνασμού των ανησυχιών για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας, χαρακτήρισε την πρόσφατη άνοδο των αποδόσεων των ομολόγων ως «δήλωση εμπιστοσύνης» στις οικονομικές προοπτικές, ωστόσο, η δήλωση δεν στάθηκε αρκετή για την αντιστροφή της τάσης.
Αντιθέτως, και σήμερα Τετάρτη, η αγορά ομολόγων υπέστη ισχυρές πιέσεις. Η απόδοση του 30ετούς αμερικανικού ομολόγου κατέγραψε άνοδο έως και 11 μονάδες βάσης φτάνοντας στο 2,29%, που είναι το υψηλότερο επίπεδο εδώ και ένα χρόνο.
Η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού ομολόγου έχει αυξηθεί πάνω από 50 μονάδες βάσης από τα τέλη Δεκεμβρίου και βρίσκεται στο 1,43%. Μάλιστα οι αναλυτές της JPMorgan Chase & Co. που επικαλείται το Bloomberg εκτιμούν ότι το αμερικανικό 10ετές θα καταγράψει αύξηση 6,2% φέτος, από 4,2% που προέβλεπαν στις αρχές του έτους.
Μάλιστα ο δείκτης Barclays Global Aggregate Index του Bloomberg που περιλαμβάνει τόσο κρατικό όσο και εταιρικό χρέος που εντάσσεται σε επενδυτική βαθμίδα, αυξήθηκε κατά 20 μονάδες βάσης φέτος ανερχόμενος σε πάνω από 1% μετά την πτώση κατά 62 μονάδων βάσης που είχε καταγράψει το 2020.
Το κόστος κρατικού δανεισμού λειτουργεί ως σημείο αναφοράς για την τιμολόγηση των δανείων τόσο προς τις επιχειρήσεις όσο και τους καταναλωτές, με αποτέλεσμα κάθε αύξηση των αποδόσεων να αποτυπώνεται στην πραγματική οικονομία. Ουσιαστικά αντισταθμίζει την προσπάθεια των κεντρικών τραπεζών να ενισχύσουν την ανάκαμψη παρέχοντας φθηνό χρήμα, ενώ υπάρχουν και εκείνοι που εκτιμούν ότι ενδεχομένως αυτό ακριβώς να τις αναγκάσει να παρέχουν ακόμα περισσότερα κίνητρα στην πορεία.
Οι υψηλότερες αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων συνιστούν απειλή και για τις αναδυόμενες οικονομίες, στις οποίες ιστορικά έχουν προκαλέσει νομισματική μεταβλητότητα και εκροές κεφαλαίων, ειδικά σε εκείνες που εξαρτώνται από την εξωτερική χρηματοδότηση. Ως αποτέλεσμα στη συνέχεια καταγράφεται επιβράδυνση της ανάπτυξης, όπως συνέβη το 2013 όταν οι ανησυχίες ότι η Fed θα βάλει «φρένο» στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων πυροδότησε διαδοχικές συνέπειες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην Έκθεση ενισχυμένης εποπτείας προειδοποιεί ότι τα περιοριστικά μέτρα που έχουν ληφθεί για την ανάσχεση του κύματος της πανδημίας σε συνδυασμό με τα δημοσιονομικά μέτρα για την ανακούφιση όσων πλήττονται που έχει λάβει η κυβέρνηση, εγκυμονούν σοβαρούς δημοσιονομικούς κινδύνους.
Μάλιστα, η άνοδος στις αποδόσεις των ομολόγων προβληματίζει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Πρόσφατα η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, αναφέρθηκε στην άνοδο των αποδόσεων των ομολόγων, υποστηρίζοντας «ότι η ΕΚΤ παρακολουθεί στενά την προσφάτως σημειωθείσα αύξηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων». Όπως εξήγησε η ίδια, το κόστος δανεισμού του Δημοσίου αλλά και γενικότερα τα επιτόκια της διατραπεζικής (swap) αποτελούν κρίσιμους «ιμάντες» για την μετάδοση της νομισματικής πολιτικής. Είναι ενδεικτικό ότι οι αποδόσεις των ομολόγων υποχώρησαν δραστικά στη δευτερογενή αγορά μετά τις παραπάνω δηλώσεις.
Όσον αφορά στις αποδόσεις των υπολοίπων ομολόγων του 5ετούς αυξήθηκε στο 0,2% και του 15ετούς στο 1,3%. Στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Συναλλαγών της Τραπέζης της Ελλάδος καταγράφηκαν συναλλαγές 208 εκατ. ευρώ εκ των οποίων μόνον τα 4 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε εντολές αγοράς. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αναφοράς διαμορφώθηκε στο 0,95% έναντι -0,28% του αντίστοιχου γερμανικού, με αποτέλεσμα το περιθώριο να διαμορφωθεί στο 1,13.
Στην αγορά συναλλάγματος σταθεροποιητικά κινείται η ισοτιμία ευρώ/δολαρίου καθώς το ευρωπαϊκό νόμισμα διαπραγματευόταν νωρίς το απόγευμα στα 1,2138 από 1,2142 δολ. που άνοιξε η αγορά. Η ενδεικτική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου που ανακοίνωσε η ΕΚΤ διαμορφώθηκε στα 1,2146 δολ.