Η επίσημη ανακοίνωση της αύξησης του κατώτατου μισθού αναμένεται να γίνει στις 21 Μαρτίου, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου. Εφόσον δεν υπάρξουν αλλαγές, η αναπροσαρμογή θα τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Απριλίου, επηρεάζοντας τόσο τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα, καθώς αρκετά επιδόματα και παροχές συνδέονται άμεσα με τον κατώτατο μισθό.
Σύμφωνα με τις τρέχουσες εκτιμήσεις, η αύξηση θα είναι περίπου 50 ευρώ, ανεβάζοντας τις κατώτατες αποδοχές από 830 σε 880 ευρώ, που αντιστοιχεί σε αναπροσαρμογή 6%.
Η κυβέρνηση εκτιμά ότι η συγκεκριμένη αύξηση, σε συνδυασμό με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ασθένειας κατά 0,5% από τον Ιανουάριο του 2025 και την κατάργηση εισφορών στις προσαυξήσεις για υπερεργασία, υπερωρίες, νυχτερινή εργασία και εργασία τις Κυριακές, θα συμβάλει στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων.
Οι εκπρόσωποι των φορέων που συμμετέχουν στη διαβούλευση δεν έδωσαν σαφή εικόνα για το ύψος της αύξησης, ενώ η ΓΣΕΕ επέλεξε να απέχει από τη διαδικασία, καθώς εμμένει στη θέση για αύξηση μισθών κατόπιν διαπραγματεύσεων μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Πάντως, σύμφωνα με τις προτάσεις που έχουν φτάσει μέχρι στιγμής στα… χέρια του ΟΜΕΔ, οι αυξήσεις που προτάθηκαν κυμαίνονται από 3% έως 5%.
Ειδικότερα:
Ο ΣΕΤΕ εισηγήθηκε αύξηση 4,82%, προτείνοντας μισθό 870 ευρώ, επισημαίνοντας ότι η μεγάλη αύξηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών περιορίζει τη δυνατότητα περαιτέρω αύξησης.
Το ΙΟΒΕ κατέληξε σε αύξηση 3,5%, δηλαδή 859 ευρώ, σημειώνοντας ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν σε μεγαλύτερη αύξηση.
Τα ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ και ΙΝΣΒΕ τόνισαν την ανάγκη ευρύτερων παρεμβάσεων για να διασφαλιστεί ότι οι μικρές επιχειρήσεις θα μπορέσουν να υποστηρίξουν την αύξηση των μισθών.
Συνολικά, η προγραμματισμένη αύξηση για το 2024 εκτιμάται μεταξύ 40 και 50 ευρώ, διαμορφώνοντας μια σταδιακή πορεία από τα 830 ευρώ σήμερα προς τον στόχο των 950 ευρώ τα επόμενα χρόνια.