Πλουσιότερα κατά 18% έγιναν τα ελληνικά νοικοκυριά το 2020, εν μέσω πανδημίας, χάρη στα μεγάλα ποσά που διέθεσε ο προϋπολογισμός για τη στήριξη της οικονομίας.
Αυτό προκύπτει από την ανάλυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η οποία στηρίχθηκε σε στοιχεία της Eurostat και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Μάλιστα, η αύξηση πλούτου των ελληνικών νοικοκυριών ήταν μεταξύ των δέκα μεγαλύτερων στην Ευρώπη, σύμφωνα με το Ταμείο.
Στην ανάλυσή του, με τον τίτλο «Ποιος σήκωσε το βάρος της πανδημίας στην Ευρώπη», το ΔΝΤ τονίζει ότι «το κόστος σε ανθρώπινες ζωές από την πανδημία επιδεινώθηκε από τη βαθύτερη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας στη σύγχρονη ιστορία. Ωστόσο, αυτή η τεράστια μείωση της παραγωγής προκάλεσε απρόσμενα μικρή ζημία στους συγκεντρωτικούς ισολογισμούς των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, καθώς η άνευ προηγουμένου στήριξη με μέτρα πολιτικής μετέφερε τις απώλειες εισοδήματος του ιδιωτικού τομέα στον ισολογισμό του δημόσιου τομέα».
Στην Ελλάδα, υπολογίζεται ότι το συνολικό κόστος των μέτρων στήριξης ξεπέρασε τα 40 δισ. ευρώ και αυτή η μεγάλη «ένεση» ρευστότητας στην οικονομία αποτυπώνεται με σαφή τρόπο στα στοιχεία που παραθέτει το Ταμείο για τα νοικοκυριά και, ειδικότερα, για τον καθαρό χρηματοοοικονομικό πλούτο τους. Δηλαδή, για την αξία που έχουν τα χρηματοοικονοικά στοιχεία ενεργητικού των νοικοκυριών (τραπεζικές καταθέσεις, μετοχές κ.α.), μετά την αφαίρεση των υποχρεώσεων (δάνεια κ.α.). Σημειώνεται ότι στην περίπτωση της Ελλάδας οι υπολογισμοί αυτοί ενδέχεται να μην αποδίδουν την πλήρη εικόνα, δεδομένου ότι δεν λαμβάνονται υπόψη οι υποχρεώσεις προς το Δημόσιο, που είναι στη χώρα μας πολύ υψηλότερες, ως ποσοστό του ΑΕΠ, από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Με βάση τους ορισμούς που υιοοθετεί το Ταμείο, τα ελληνικά νοικοκυριά φαίνεται ότι είχαν το 2020 την ένατη μεγαλύτερη αύξηση καθαρών χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού στην Ευρώπη, καθώς αυτά αυξήθηκαν από 88% σε 106% του ΑΕΠ, δηλαδή κατά 18,3%. Αυτό εξηγείται πρωτίστως από τη μεγάλη αύξηση που σημείωσαν αυτή την περίοδο οι τραπεζικές καταθέσεις. Ειδικότερα, τα στοιχεία ενεργητικού αυξήθηκαν από 150% σε 172% του ΑΕΠ, δηλαδή κατά 22,4%, ενώ οι υποχρεώσεις αυξήθηκαν από 62% σε 66% του ΑΕΠ, δηλαδή κατά 4,1%. Σημειώνεται ότι υπήρξαν και χώρες (Ολλανδία, Βρετανία), όπου η αύξηση της περιουσίας των νοικοκυριών ξεπέρασε το 30%, ενώ σε πέντε χώρες διαπιστώνονται μονοψήφια ποσοστά αύξησης. Κοινός παρονομαστής σε όλες τις χώρες όπου καταγράφεται αύξηση πλούτου των νοικοκυριών είναι ότι εφάρμοσαν μεγάλα προγράμματα κρατικής στήριξης της οικονομίας.